Από μικρός είχα μεγάλη βιβλιοθήκη και μάλλον αυτό έγινε εντελώς τυχαία χωρίς να το υπολογίσω ή να το επιδιώξω με κάποιο τρόπο.
Από τον καιρό που ακόμη έμενα στο παιδικό μου δωμάτιο, είχα μία τεράστια βιβλιοθήκη την οποία κάπου εκεί γύρω στα 16 άρχισα σοβαρά να την «χτίζω» ακόμη πιο πολύ.
Στο σχολείο τα μαθήματα ήταν από πάντα αδιάφορα και κανένας δάσκαλος ή καθηγητής δεν ήταν ικανός να μου εμπνεύσει το οτιδήποτε μέσα μου.
Οπότε έπιασα δουλειά από μόνος μου γιατί δεν έβλεπα μέλλον στον ορίζοντα όσο αφορούσε την πνευματική μου υγεία και μόρφωση.
Προλετάριος: Οι 5 χειρότερες δουλειές που έχω κάνει ποτέ.
Από πολύ μικρός επισκεπτόμουνα τα διάφορα βιβλιοπωλεία της μικρής πόλης του Ηρακλείου όπου και μεγάλωσα κι έτσι συγκέντρωσα έναν αξιοσημείωτο αριθμό βιβλίων στο σπίτι.
Το ίδιο έκανα και στην Αθήνα όταν μετακόμισα.
Πλέον δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση από το να κάτσω μπροστά από τη βιβλιοθήκη μου και να χαζεύω με τις ώρες τις ράχες των βιβλίων.
Είναι μία εναλλακτική ψυχοθεραπεία όλη αυτή η διαδικασία η οποία με κάνει να αισθάνομαι καλύτερα με τον εαυτό μου και με τον κόσμο γύρω μου και μέσα μου.
Ο Έρωτας στα Χρόνια της Καραντίνας.
Και μόνο που υπάρχει η ιδέα της βιβλιοθήκης στο σαλόνι κατευθείαν νιώθω πως όλα είναι κάπως πιο αισιόδοξα και αυτό φυσικά κανένα ίντερνετ και καμία οθόνη δεν είναι ικανή να στο προσφέρει.
Αυτό σε μία εποχή που τίποτα πλέον δεν γίνεται χωρίς το ίντερνετ και όλοι μας έχουμε εναποθέσει τις ελπίδες μας πάνω του.
Πως όμως το ίντερνετ θα σου χαρίσει όλες εκείνες τις μοναδικές στιγμές που μόνο ένα σύνολο από καλοτυπωμένο πολτό μπορεί να σου χαρίσει;
Σε καμία περίπτωση το ίντερνετ δεν θα αντικαταστήσει το βιβλίο.
Πώς είναι να γυρίζεις την Αθήνα με ποδήλατο.
Καταρχάς: Δεν είσαι στα καλά σου; Πλησιάζεις την βιβλιοθήκη, κοιτάς όλα εκείνα τα αγαπημένα σου βιβλία που έχεις διαβάσει κι έχεις ξεφυλλίσει άπειρες φορές μέσα στα χρόνια, αρπάζεις ένα και το φέρνεις κοντά στη μύτη σου, αναπνέεις αυτομάτως την ιδιαίτερη μυρωδιά του η οποία φυσικά με τα χρόνια όχι απλά δεν χάνεται αλλά γίνεται ακόμη πιο έντονη.
Αμέσως σκάει χαμόγελο στο χειλάκι σου και ξεχνάς τα βάσανα της μέρας ή της νύχτας.
Και ναι, μου αρέσει να διπλώνω τις σελίδες, μου αρέσει να σπάω στα δύο τα εξώφυλλα, μου αρέσει να χώνω τη μούρη μου μέσα τους και να ρουφάω όλη εκείνη την «χάρτινη» ζωή που κανένα ίντερνετ ποτέ δεν πρόκειται να μου δώσει και καμία οθόνη δεν θα αντικαταστήσει στον αιώνα τον άπαντα.
Η βιβλιοθήκη στο σπίτι είναι το μέρος όπου οι άνεμοι και οι κακοκαιρίες της ζωής κόβουν, μία γωνίτσα μέσα στο σπίτι που μπορείς να βρεις καταφύγιο από τις μπόρες και τις κακοτοπιές της ζωής και του καθημερινού αναμασήματος των πάντων.
Αρκεί μια μέρα στο Λονδίνο για να περάσεις καλά;
Σαν μία άλλη μήτρα που θέλεις να επιστρέψεις ξανά μέσα της και να γίνεις και πάλι ασήμαντος, αόρατος, να χαθείς μέσα στις ιστορίες και τις λέξεις των άλλων, να ταξιδέψεις με πλοίο τα εξώφυλλα και τις αναμνήσεις σου που συνδέονται με αυτά.
Η βιβλιοθήκη μου ήταν εκεί όταν έσκασε η λαίλαπα της καραντίνας με τον κορονοϊό, η βιβλιοθήκη μου έστεκε περήφανη και γεμάτη λάμψη σαν ιππότης που βγαίνει από το σκοτεινό δάσος, όταν όλα γύρω μου καταρρέουν χωρίς δεύτερη κουβέντα, όταν όλα μοιάζουν ανώφελα και αντι-δημιουργικά, βαρετά ή κοινότυπα.
Ένας Έλληνας σε μία Γερμανική πόλη.
Όταν λοιπόν αισθάνεσαι χάλια και νιώθεις το δέρμα σου να λιώνει από την ξενέρα, όταν όλα φαίνονται πίσσα μαύρα κατράμι και δεν έχεις όρεξη να σηκώσεις το βλέφαρο σου για να κοιτάξεις αυτό το μάταιο κόσμο, ε τότε, κάνε μία βολτίτσα προς σαλονάκι μεριά, άνοιξε τη λάμπα και άρχισε να κοιτάς τις ράχες των βιβλίων σου.
Κι αν είσαι από αυτούς που δεν έχεις καλή σχέση με τα βιβλία ή δεν έχεις καν βιβλιοθήκη για διάφορους λόγους, τότε ήρθε η ώρα να φτιάξεις μία ή στην τελική να επισκεφτείς μία ενός φίλου ή γνωστού σου, θα δεις, θα αισθανθείς πολύ καλύτερα.
Απλά άνοιξε ένα βιβλίο και μύρισε το. Μετά μπορεί να σου έρθει και η όρεξη να το διαβάσεις, που ξέρεις.
Δες το παρακάτω άλμπουμ για να δεις μερικά από τα αγαπημένα μου βιβλία που έχω διαβάσει εκατό φορές: