Εποχή Μπλαχίν και πρωτοθυμάμαι τον εαυτό μου στο «Καραϊσκάκη» στο αλησμόνητο 1-1 με Εδεσσαϊκό. Τότε που με τραβολογούσε ο θείος μου μετά τον αγώνα έξω από τα αποδυτήρια για να ρίξει τα καθιερωμένα για την εποχή μπινελίκια στους παίχτες. Οι τελευταίοι ήταν, είναι και θα είναι στον αιώνα τον άπαντα τα εξιλαστήρια θύματα καθώς όσο άστοχες κι αν είναι οι επιλογές της διοίκησης ή του προπονητικού τιμ, η εικόνα των παικτών είναι που μένει. Πόσο μάλλον στα πέτρινα χρόνια της ομάδας που το μαύρο σύννεφο της οργής, σαν άλλο καρτουνίστικο σκηνικό, ήταν μόνιμα παρών πάνω από τις κερκίδες του Φαληρικού γηπέδου. Δεν ξεκίνησα τυχαία το κείμενο με αναφορά στον αγώνα με τον Εδεσσαϊκό. Την ημέρα εκείνη, βλεπετε, τα δοκάρια μας είχαν την τιμή να φιλοξενούν στη σκιά τους τον Γιώργο τον Μύρτσο. Όσοι θυμάστε την περιπτωσάρα του δεν χρειάζεται να σας πω πολλά. Για τους νεώτερους όμως θα πω το εξής περιγραφικό: διασταύρωση Βασίλη Καρρά με συνταξιούχο ταξιτζή που παρίστανε τον τερματοφύλακα.
Εκτός του Μύρτσου και (λιγότερο) του Ταληκριάδη, το χάπι της δεκαετίας 1988-1998 χρυσώθηκε με την παρουσία τριών ικανότατων γκολκίπερ. Οι Ράντος, Στρακόσια, Ελευθερόπουλος, βοήθησαν ώστε να λιγοστεύουν τα «Πάτερ Ημών» κάθε φορά που ο αντίπαλος έφτανε στη μεγάλη περιοχή. Ειδικά ο Ελέ, ο οποίος είχε την τιμή να κουβαλάει πάντα πάνω του την ταμπέλα του «δικού μας παιδιού που ήρθε από την Ακαδημία», σε μια εποχή που η Ακαδημία δεν ανέβαζε ταλέντο στην πρώτη ομάδα ούτε με τάμα, ήταν από τους βασικούς πυλώνες που βοήθησαν τον Ολυμπιακό να πάρει τα ηνία στην Ελλάδα και να κάνει εκείνη την καταπληκτική πορεία που διακόπηκε βίαια στο παιχνίδι με τη Γιουβέντους. Το βράδυ που πολλοί κατηγόρησαν τον Αίολο, νομίζω πως σηματοδότησε την απαρχή της τερματοφυλακοφοβίας στην ομάδα του Πειραιά.
Μόνο στα χρόνια της παντοκρατορίας του Νικοπολίδη, εκεί όπου ναι μεν είχαν σταματήσει τα ξεφυσήματα και η ομάδα έδειχνε να έχει βρει έναν ικανότατο τερματοφύλακα πάνω στον οποίο μπορεί να ακουμπά η υπόλοιπη ομάδα, η κατάσταση απέπνεε ηρεμία. Αλλά ακόμα και τότε, στις χρονιές εκείνες δηλαδή που ο γκριζομάλλης πορτιέρο έψαχνε κάποιο στήριγμα που θα τον μπακάρει και -γιατί όχι- θα συμμετάσχει στην σταδιακή του απόσυρση, η κατάσταση στην μικρή περιοχή της ομάδας όταν κάποιος αναλάμβανε να τον αντικαταστήσει έστω και προσωρινά, άρχισε να θυμίζει παιδική χαρά και οι φιγούρες του Θεοδωρίδη, του Κελεσίδη και του Σαργκάνη μια κάποια αμηχανία την ένιωθαν όταν έβλεπαν από κοντά ή από την τηλεόραση την ομάδα στην οποία κάποτε έκαναν... παπάδες. Από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις;