Ανοιγοκλείνεις τα μάτια. Στάζεις ιδρώτα μετά από ζωηρό όνειρο. Από αυτά που είσαι στο σπίτι του χωριού σου, αλλά είναι το σπίτι σου στα Κάτω Πατήσια. Για κάποιο λόγο είχες άγχος. Δεν γαμιέται...
Κοιτάς το ξυπνητήρι. 8μιση. Το ραντεβού με τον κολλητό είναι 9. Ζωάρα. Πέντε λεπτάκια χουζούρεμα, ένα καφεδάκι με τσιγάρο για το γνωστό, μπανάκι ΜΕ λούσιμο, σενιάρισμα και κατηφορίζεις για κέντρο. Γυρνάς πλευρό και πας να βάλεις στο κινητό αφύπνιση πενταλέπτου.
Και κάπου εκεί...
Αρχίσαμε...
Στο μυαλό σου, σιγά-σιγά, ξεθολώνει ο χθεσινοβραδινός εφιάλτης. Πιξελιασμένη εικόνα με εσένα στην άκρη του μπακονιού που από κάτω έχει γκρεμό και τον κολλητό πάνω από το κεφάλι σου να φωνάζει: «ΠΕΣΕ ΠΟΥΣΤΗ!». Το άγχος επιστρέφει. Το ίδιο και ο κρύος ιδρώτας. Ξέρεις, όμως, ότι σε λίγο θα ζεσταθεί, όταν με μία κάλτσα στο πόδι και την άλλη στο χέρι θα ψάχνεις το αριστερό παπούτσι.
Κάνεις μία τζούρα τσιγάρο. Όρθιος. Πίνεις γουλιά από καφετί νερόπλυμα στιγμής που ανακάτεψες με το δάχτυλο. Κάθεσαι στη λεκάνη, σηκώνεσαι. Με άγχος δουλειά δεν γίνεται. Κάνεις άχαρες και άσκοπες βόλτες στο σαλόνι. Βάζεις-βγάζεις, κλειδώνεις-ξεκλειδώνεις γιατί κάτι ξέχασες, κοιτάς αν άφησες αναμμένο τον θερμοσίφωνα που δεν άναψες ποτέ.
Φεύγεις 08:45. Για τον κολλητό σου είναι 08:47.
Ποιος ακούει τη μίρλα του πάλι. Και «πολλοστή φορά που με στήνεις» και «μια ζωή ένα ανεύθυνο ζώο ήσουν» και άντε και παράτα μας πρωί-πρωί.
Περιμένεις τρένο στις 8:49. Θα έρθει σε 2 λεπτά. Με έξι στάσεις, θες άλλα 12 για να φτάσεις. 09:03 θα είσαι εκεί.
Ζ-Ω-Α-Ρ-Α.
Κάθεσαι σε καρέκλα, δίπλα σε μορφονιά. Της χαμογελάς με ύφος που λέει: «δώσε μου το τηλέφωνό σου», αλλά εννοεί:«επιτέλους θα 'μαι στην ώρα μου».
Ρουφάς ηδονική τζούρα του μισοτελειωμένου τσιγάρου που πήρες απ' το σπίτι σου. Πας να βάλεις youtube στο κινητό να χαζέψεις τα χθεσινοβραδινά γκολάκια του Μουντιάλ.
Και ξαφνικά...
Ο χθεσινοβραδινός εφιάλτης γίνεται πιο αισθητός.
Ήσουν με το ένα χέρι στον γκρεμό κι ο κολλητός από πάνω να ωρύεται: «ΑΝ ΔΕΝ ΠΕΣΕΙΣ ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ 9 ΣΕ ΡΙΧΝΩ ΕΓΩ».
Το τρένο έρχεται. Παίρνεις βαθιές ανάσες. Δεν θα κάτσεις να σκάσεις για τον μαλάκα. Μια χαρά στην ώρα σου θα είσαι. Το πολύ-πολύ να είσαι 9 και 10. Ας κόψει καμιά βόλτα, ωραία μέρα έχει.
«Από την άλλη», μονολογείς στο τρένο, ακριβώς μπροστά από την πόρτα στην οποία παίζεις ντραμς με την παλάμη, «γιατί να μην πάω στην ώρα μου ρε φίλε να του την πω μια φορά του γρόθου». Ένας κύριος δίπλα σε διακόπτει: «Δύσκολο αεφέ».
Σφίγγεις τα δόντια.
Το τρένο φτάνει Μοναστηράκι 08:59. Έχεις ΕΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΛΕΠΤΟ να τον προλάβεις κι αν είσαι τυχερός να τον περιμένεις με πούρο νίκης και κωλοδάχτυλο που ξεδιπλώνεται αργά-αργά όσο πλησιάζει.
Τρέχεις. Ανεβαίνεις τα σκαλιά δύο-δύο. Παίρνεις την εσωτερική, προσπερνάς, ουρλιάζεις: «ΑΚΡΗ ΡΕ ΝΟΠΑΝΑΑΑΑ». Ο τερματισμός είναι κοντά. H ώρα είναι 9 και 47 πρώτα δευτερόλεπτα. Κοιτάς το κινητό σαν να κοιτάς κουπόνι στοιχήματος που σε πήγε ταμείο.
Αλλά, στις καθυστερήσεις...
Ρε γιατί μας αγχώνετε ΡΕ;
Έχεις φτάσει τα 30. Και έχεις: 67 αδικαιολόγητες απουσίες, ΟΛΕΣ την πρώτη ώρα. 30 φυλακές, όλες για αλλαγή σκοπέτου. 17 πεντάρια, όλα για καθυστερημένη εργασία. Τρεις μειώσεις μισθού, όλες για απακετάριστους φακέλους. Δύο χαμένα «Ησαΐα χόρευε», έξι χαμένα «βαφτίζεται ο δούλος του Θεού», 19 ραντεβού, 25 σέντρες, 17 τζάμπολ, 47 λεωφορεία και 22 για άλλα τρένα να περνούν.
Και ο άλλος σου βάζει χέρι επειδή: Στην ηλιόλουστη πλατεία, με τα νέτα να περνούν μιλιούνια, τον ήλιο να ποτίζει κάργα βιταμίνη D τον κοσμάκη, το παγωμένο φρέντο να τον ταξιδεύει από την Μοναστηριακή Κόλαση στη δροσερή Αλάσκα, την πλακόστρωτη Ερμού να απλώνεται μπροστά του, περίμενε 10 δέκα ΔΕΚΑ ΛΕΠΤΑΚΙΑ να πάτε να αλλάξει μία μπλούζα από Medium σε Large, μετά να πιείτε επαγγελματικό καφέ που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στο Μακεδονικό και να τσιμπήσετε κεμπάπ με διπλή πίτα που θα ορίσει την ποιότητα της φιλίας σας.
Έτσι είμαστε. Είμαστε έτσι.
Όχι, δεν μπορεί να δεχτεί ποιος είσαι. Δεν μπορεί να σε αγαπήσει με το ελάττωμά σου να αργείς. Σου λέει ότι έχεις πρόβλημα. Γιατί, το να παίρνεις το 141 (θεός σχωρέστο) κάθε δύο λεπτά για να δεις πόση ώρα περιμένεις, το να κοιτάς το κινητό σου ψυχαναγκαστικά, το να κάνεις νευρικά πέρα δώθε, όλα αυτά, είναι "φυσσιολογικά" ας πούμε.
Όχι, φίλε μου. Δεν πήγες εσύ καθυστερημένα. ΑΥΤΟΣ είναι καθυστερημένος. Αργόσχολος, σχολαστικός, που δεν έχει σοβαρότερα πράγματα για να αγχωθεί στη ζωή του και αγχώνεται που περίμενε 9μιση ολόκληρα λεπτά για να πάμε βόλτα.
Και η ασθένειά του, η εμμονή του με την ώρα, το διαρκές του άγχος για ΜΑΛΑΚΙΕΣ, σού χαλάει τη ζαχαρένια και με τη γκρίνια του αφού συναντηθήκατε, σου χαλάει και την όρεξη για βόλτα. Στο κάτω-κάτω, δικό του μπλουζάκι είναι, αντί να περίμενε ας πήγαινε να το αλλάξει μόνος του.
Και στην τελική; «ΑΣΕ ΜΕ ΝΑ ΑΡΓΗΣΩ ΜΕ ΤΗΝ ΗΣΥΧΙΑ ΜΟΥ ΡΕ».
ΥΓ με ερώτηση: Όταν ο ντελιβεράς αργεί 10 λεπτά του τη λέει; Στις δημόσιες υπηρεσίες που τον έχουν στο περίμενε κανά μιαμισάωρο τους φωνάζει; Όταν περίμενε στο αεροδρόμιο να βγει ο Μιραλάς 0 γκολ, του ξίνισε τη μούρη; Αλλά, όχι, εκεί δεν έχει τέτοια.
Εκεί, ΚΟΤΕΣ!