Θα σας περιγράψω μία προσωπική ιστορία που συνέβη πριν από μερικά χρόνια και, ok, δεν βρίσκω κάποιον σοβαρό λόγο να σας ενδιαφέρει, αλλά πάντα ήθελα να το βγάλω από μέσα μου. Και ίσως να βγει κάτι από όλο αυτό. Να γίνω το παράδειγμά σας. Προς αποφυγή. Ακολουθήστε ένα-ένα τα βήματά μου και κάντε ακριβώς τα ανάποδα.
Στην προηγούμενη μου δουλειά, με είχαν φωνάξει μία γαμάτη μέρα και μου είπαν: «Θα πας στο Ναύπλιο με μία συνάδελφο για ένα θέμα». Σκέφτηκα: Ωραίο το Ναύπλιο. Θα πηδήξουμε.
Με ποια θα με στείλετε ρε παιδιά; Με την τάδε, λέει. Το όνομα της τάδε δεν μπορώ να σας το πω για λόγους διακριτικότητας γιατί αν δείτε τι γκομενέτο καληνύχτισα, θα φασκελώνετε και με τα πόδια. Το καλύτερο δεν σας το έχω πει ακόμα. Δεν θα μέναμε στο ίδιο ξενοδοχείο, σκέτο. Θα μέναμε στο ίδιο δωμάτιο του ξενοδοχείου! Όπως καταλαβαίνετε, στην εταιρία μας νοιάζονταν για την κοινωνικοποίησή μας λίγο παραπάνω απ' το κανονικό. Μας έφερναν πιο κοντά. Καλά μην φανταστείτε, δύο μονά ήταν. Και όχι, δεν τα ενώσαμε. Ποτέ...
Συνεχίζω
Και τη βάζω που λέτε κάτω. Α, όχι. Αρχίζω, λοιπόν, στη συνέχεια να εξετάζω τα πρακτικά ζητήματα: Δύο μέρες στο ίδιο δωμάτιο. Που σημαίνει δύο μέρες παχύ έντερο εκτός λειτουργίας, κατούρημα πιο ευθύβολο κι από καραβολίδα Ρομπέρτο Κάρλος, ροχαλητό σε φωνητικά Ίαν Γκίλαν. Ας είναι...
Μετά έρχεται η κρίσιμη ώρα να εφοδιαστώ με τον κατάλληλο εξοπλισμό. Χμμ. Έχουμε και λέμε:
Προφυλακτικά Οδοντόβουρτσα. Οδοντόκρεμα. Οδοντικό νήμα. Στοματικό διάλυμα. Μπαντονέτες.Τα ρούχα που φύλαγα για τον γάμο μου και τη βάπτιση του παιδιού μου, τα μποξεράκια που κρατούσα για ενδεχόμενο ραντεβού με την Σκάρλετ Γιόχανσον. Τσεκ, τσεκ και ξανατσεκ.
Τα είχα πάρει όλα μαζί και ήμουν πλήρως εξοπλισμένος για την ειδική αποστολή. Μόνο που είχα ξεχάσει να αλλάξω φάτσα. Μην με βλέπετε έτσι στη φωτό δίπλα. Φιλτραρισμένη είναι. Στα μάτια της κοπέλας εκείνο το ΣουΚού ήμουν κάπως έτσι:
Θυμάστε όλες τις χυλόπιες που μπορεί να φάει ένας άντρας;
Ε, εγώ τις έφαγα όλες μαζί σε ένα Σαββατοκύριακο. Τεσπά.
Ξεκινάει, λοιπόν, το ταξίδι για τη Ναύπλιο με την ελπίδα να μην πεταχτεί κάνα σπυρί στον δρόμο. Πριν μπω Αττική Οδό σκάει μήνυμα από κολλητό: «Ελα μπήκες;». Να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος φίλος νομίζε τότε ότι η ΑΕΚ θα έπαιρνε Πρωτάθλημα. Αισιοδοξία στο φουλ. «Μπήκα» του γράφω. Αττική οδό εννοούσα. Και μετά από ένα τρίωρο ταξίδι που στο μυαλό του θύματος (εμού) έμοιαζε απλά με προκαταρκτικά, φτάνουμε στον προορισμό.
Καλώς τον πηδήκουλα
Αρχικά, να σας πω, ότι ήταν ένα πολύ ωραίο ξενοδοχείο, με τρομερό πρωινό, γυμναστήριο, σπα, τζακούζι, κλπ. Τώρα να σας πω πώς εξελίχθηκε η φάση με το πρόσωπο: Ήταν ένα καταπληκτικό ξενοδοχείο, με τρομερό πρωινό, γυμναστήριο, σπα, τζακούζι κλπ... Και τώρα θα σας εξηγήσω γιατί όλα αυτά:
Φτάνω στο ξενοδοχείο, μπαίνω στο δωμάτιο. Άδειο. Ωραία λέω, λείπει. Ας σενιαριστούμε. Παίρνω τηλέφωνο τον αισιόδοξο κολλητό. «Έλα ρε, εδώ στο δωμάτιο είμαι λείπει η δικιά σου. Ναι ρε, μην αγχώνεσαι, τα έχω σχεδιάσει όλα. Θα μπω σου λέω, δεν χάνεται τέτοια ευκαιρία»... «Μπράβο αγόρι μου» τον ακούω να μου λέει από το δεξί αυτί. «Μπράβο μαλάκα» την ακούω να μου λέει από το αριστερό. Γυρίζω και τη βλέπω να στέκεται στη μπαλκονόπορτα με ένα τσιγάρο στο χέρι. ΤΑ ΕΙΧΕ ΑΚΟΥΣΕΙ ΟΛΑ. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα πώς είναι, αλλά σας ορκίζομαι ότι αυτό που έπαθα ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ να μην ήταν εγκεφαλικό: «Δ€ν είνμπαι παυτό μπου νομίοζεις. Γκια ντη δουλειά του έζλεγα».
Ξεκίνημα χειρότερο κι απ' την τριάρα του Ολυμπιακού στο ημίχρονο από τη Σπόρτινγκ. Αλλά εντάξει, δικαιολογούμαι. Και το πρόσωπο, επιπέδου Champions League ήταν.
Δεν την είδα να ενοχλείται πολύ πάντως. Βασικά δεν την είδα γενικότερα εκείνο το βράδυ. Εντάξει λογικό. Λίγο η κούραση, λίγο ότι έπεσε στο κρεβάτι, γύρισε την πλάτη κι ΕΚΑΝΕ πως κοιμάται. Κάποια στιγμή μόνο ξύπνησε για να μου πει κάτι που, να σας πω την αλήθεια δεν το κατάλαβα: «Τι κάνεις παιδί μου όρθιος από πάνω μου με τη γλώσσα έξω;». Άντε τώρα να την πείσεις ότι θες να ανάψεις το φως γιατί δεν βρίσκεις τις πυτζάμες σου και ο διακόπτης του δικού σου κρεβατιού είναι χαλασμένος. Βυθίστηκα στο κρεβάτι μου γεμάτος ντροπή, γύρισα κι εγώ πλευρό και έκανα πως κοιμάμαι. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που έκανα ήταν να καταστρώνω τα πλάνα της επόμενης μέρας, με ύφος Χλαπάτσα θα δείτε τι θα πάθετε. Αλλά;
Αλλά η φάση εξελίχθηκε κάπως έτσι...
Ξυπνάω το πρωί. Πάλι έλειπε. Τσεκάρω μπαλκονόπορτες, κουρτίνες, μπάνιο, κάτω απ' το κρεβάτι. Όντως έλειπε. Πάω για πρωινό.
Εκεί ήταν. Με προσπέρασε στον μπουφέ, στο ύψος κρουασάν βουτύρου, σαν τους τύπους στην αριστερή λωρίδα που τρέχουν λες και δεν υπάρχει αμάξι μπροστά. Ένιωθα φάντασμα. Μία που θα την ακουμπούσα και μία που θα τη διαπερνούσε ένα παγωμένος αέρας, πιο ψυχρός κι απ' την ψυχούλα της. Τι να έκανα; Πες κάτι έξυπνο γρήγορα πριν φύγει. «Θες γάλα στον καφέ;». (Ωραίο). Μετά από ένα «α εδώ είσαι;» βλέμμα, με κοιτάζει ξανά με αηδία: «Τι λες αγόρι μου; Έχω δυσανεξία στη λακτόζη».Σόρυ, δεν είδα ειδήσεις το πρωί.
Συναντηθήκαμε ξανά το μεσημέρι.. «Που 'σαι ρε ψυχή;». Η δικιά σου, λέει, είχε περάσει από όλα τα facilities του ξενοδοχείου (έτσι μου το 'πε, facilities) και ήρθε στο δωμάτιο για να την πέσει λίγο και να ξαναφύγει. :(
Στέλνω μήνυμα στον αισιόδοξο κολλητό: «Καλά πάει» και καπάκια παίρνω τηλέφωνο στη ρεσεψιόν: «Εχμμ, ξέρετε, δεν είμαι ικανοποιημένος από το δωμάτιο. Μήπως θα μπορούσα να αλλάξω κοπέλα;».
Μου το 'κλεισαν στα μούτρα. Το σουκου εξελισσόταν μαρτυρικά. Δεν πτοήθηκα. Τους ξαναπήρα...
0-0-11
Λίγο μετά, την έβλεπα συνέχεια. Στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, στην πισίνα του ξενοδοχείου, στο ασανσέρ, στον διάδρομο, στο απέναντι ταβερνάκι, μέχρι και στα γύρω χωριά! Check in παντού. Γενικά ασχολείται πολύ με το Facebook. Σκεφτόμουν να της στείλω inbox: «Γεια. Τι κάνεις; Ο συνάδελφος σου από το δωμάτιο είμαι, με θυμάσαι; Κάνε με αντ, είμαι μπλοκ».
Το ίδιο βράδυ (και τελευταίο) σκέφτηκα πως έπρεπε να παίξω σύστημα φουλ επίθεση, το οποίο όταν επιτέλους ήρθε η ώρα να συνεργαστούμε για το θέμα που έπρεπε να κάνουμε, έγινε όλοι μπροστά με ξαφνικές άμυνες. 0-0-11. Καθίσαμε δίπλα-δίπλα, στο ίδιο λάπτοπ όπου η φάση είναι αυτό το άβολο-βολικό, το «τι να κάνουμε τώρα, αναγκαστικά θα χαϊδευτούμε στριμωχτούμε». Κοιτάζει με αφοσίωση την οθόνη και μονολογεί, αλλά στο δικό μου αυτί ακούγεται μία ιαχή που έπαιζε ντραμς στο τύμπανο ουρλιάζοντας: «ΧΩΣΟΥ ΤΩΩΩΡΑΑΑΑ». Γυρίζει κάτι να μου πει που, να σας ξαναπώ την αλήθεια, πάλι δεν το κατάλαβα: «Τι κάνεις παιδί μου, μυρίζεις τα μαλλιά μου;». Άντε τώρα να εξηγήσεις ότι σε έπιασε νευρόπονος στον σβέρκο αριστερά.
Με το που τελειώσαμε τη δουλειά, πιάνω μια άκυρη συζήτηση για να αράξουμε λίγο βρε αδεφέ, αλλά κοίτα να δεις ένα πράγμα, ξαφνικά την πιάνουν κάτι χασμουρητά σαν το λιοντάρι της Metro Goldwyn Mayer.
Ψημένη την έβλεπα πάντως. Όσο έβλεπα δηλαδή από ένα παραβάν που έβαλε ανάμεσα στα κρεβάτια, με κάτι μεγάλα STOP και ΑΛΤ ΕΙΣ ΕΙ για να ξαναέσει για ύπνο.
Τα μεσάνυχτα, έρχεται στο άκυρο και με ξυπνάει, λέγοντάς μου αυτό: «Συγγνώμη που είμαι γυμνή, αλλά έχω ένα τρομερό πόνο στην μέση. Μπορείς να μου κάνεις λίγο μασάζ; Έχω και λάδι». Και συνεχίζει η ξεδιάντροπη: «Χρήστο μ' ακούς; Χρήστο ξύπνα. Είναι 12 πρέπει να κάνουμε check out». Ξυπνάω. «Τι έγινε; Πού είναι το λάδι;». «Ποιο λάδι παιδί μου; Σήκω να αδειάσουμε το δωμάτιο».
Πφφφ...
Φεύγοντας, της πρότεινα να επιστρέψουμε μαζί για να μην ταλαιπωρείται με ΚΤΕΛ κι αηδίες. Και ήρθε. Εκεί θα έκανα παιχνίδι. Είχα δει και το όνειρο, είχα το σημάδι. Και τρομερή αυτοπεποίθηση.
Μιλήσαμε πέντε φορές όλες κι όλες στην επιστροφή. Όσα και τα διόδια. Τρομεροί διάλογοι: «εγώ, όχι εγώ». Την άφησα σπίτι (καληνυχτάκιας με μεταπτυχιακό στην Οξφόρδη). Είχε το θράσος να μου πει «πλάκα είχε, να το ξανακάνουμε». Γιατί, όχι; Τότε ίσως είναι η ευκαιρία μου. Θα έχει πάρει και η ΑΕΚ το Πρωτάθλημα...
Πάντως το Ναύπλιο τα σπάει παιδιά. Να πάτε.