Για τον Μαραθώνιο της Κυριακής, είχαμε προετοιμαστεί – ψυχολογικά και «σωματικά»: γνωρίζαμε πού μπορούμε και πού δεν μπορούμε να κυκλοφορήσουμε, ποιες ώρες, ποιους δρόμους να προτιμήσουμε και ποιους να αποφύγουμε και ότι θα έπρεπε να περιορίσουμε τις μετακινήσεις μας γενικώς, διότι τα πράγματα θα ήταν δύσκολα. Αλλά είναι ο Μαραθώνιος, με τη δική του ιστορία, το δικό του συμβολισμό, ένα event παγκόσμιας απήχησης και ακτινοβολίας. Και δεν έχει σημασία αν λόγω πανδημίας οι συμμετοχές ήταν περιορισμένες – το μήνυμα του Μαραθώνιου δεν έχει να κάνει με αριθμούς.
Ο Μικρός Μαραθώνιος του Σαββάτου όμως ήταν μια άλλη ιστορία – πολύ πονεμένη. Διότι για να τρέξουν μερικές χιλιάδες συνάνθρωποί μας, συμμετείχαμε σε έναν «μαραθώνιο», παρά τη θέλησή μας, εκατοντάδες χιλιάδες οδηγοί. Όχι για το main event, όχι για τον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας, αλλά για κάτι άλλο που βραχυκύκλωσε την Αθήνα και το Σάββατο. Χωρίς έλεος. Χωρίς διαφυγή.
Κυρίως χωρίς ελπίδα
Βρέθηκα στους δρόμους το Σάββατο το απόγευμα, χωρίς να γνωρίζω το μέγεθος της ταλαιπωρίας. Και εγκλωβίστηκα και εγώ, μαζί με χιλιάδες άλλους οδηγούς, σε μια διαδρομή χωρίς απολύτως καμία διέξοδο. Κλειστό το Σύνταγμα, κλειστή η Καλλιρόης από το ύψος της Βουλιαγμένης. Κατάφερνες να περάσεις γύρω από το Α’ Νεκροταφείο και να βγεις κάποια στιγμή Παγκράτι, να «γλιστρήσεις» μέχρι Μιχαλακοπούλου; Αν ναι, ανακάλυπτες κάποια στιγμή πως και η Μιχαλακοπούλου ήταν κλειστή φτάνοντας προς το «Τρίγωνο», στην προσπάθεια να προσεγγίσεις προς Αλεξάνδρας, Μεσογείων ή Κηφισίας. Το απόλυτο χάος, η απόλυτη απελπισία – και σας το λέει κάποιος που κινούνταν με μηχανή, ειλικρινά δεν ξέρω πώς τα κατάφεραν να μην πάθουν νευρικό κλονισμό οι οδηγοί αυτοκινήτων. Και το ερώτημά μου είναι το εξής: δεν θα μπορούσε ο Μικρός μαραθώνιος να γίνει επίσης Κυριακή, σε μια άλλη οριοθετημένη διαδρομή που δεν θα «τράκαρε» με αυτήν του Αυθεντικού Μαραθωνίου, ώστε να παραλύσει η πρωτεύουσα μια μέρα και όχι ολόκληρο το Σαββατοκύριακο;
Φυσικά και να κλείνουν οι δρόμοι και να γίνονται αγώνες δρόμου, ποδηλατοδρομίες, Santa Runnings ή ό,τι άλλο τραβάει η ψυχή του καθενός. Όχι όμως σε βάρος μιας ολόκληρης πόλης και των κατοίκων της, που δεν επιθυμούν να τρέξουν αλλά θέλουν να κάνουν μια βόλτα το Σάββατο το απόγευμα. Να πιουν έναν καφέ, να πάνε ένα θέατρο ή έναν κινηματογράφο, να πάνε για ψώνια, για ένα φαγητό, μια επίσκεψη σε ένα φιλικό σπίτι. Να τρέξουν αυτοί που θέλουν να τρέξουν, αλλά να συνεχίσουν τη ζωή τους και οι υπόλοιποι άνθρωποι. Να κλείσουν όσοι δρόμοι είναι να κλείσουν, αλλά να μείνουν και μερικοί ανοικτοί για να περνάνε τα οχήματα. Να υπάρχει αστυνομία εκεί που πρέπει, ώστε να βοηθά τους οδηγούς να ξεμπλοκάρουν, να δίνει προτεραιότητα στα σημεία που «μπουκώνουν», να σπρώχνει την κυκλοφορία προς τις εναλλακτικές διαδρομές.
Τελικά γιατί τόση ταλαιπωρία;
Δεν γίνεται για το κέφι, την άθληση, τη «μόδα», την «ποζεριά» ή την εσωτερική ανάγκη κάποιων να συμμετάσχουν σε ένα event να ταλαιπωρούνται τόσοι και τόσοι άνθρωποι – άλλωστε η ελευθερία του καθενός σταματά εκεί που ξεκινά η ελευθερία του άλλου. Ούτε γίνεται να βαφτίζουμε κάθε μορφή δραστηριότητας στην πόλη ως κάτι «σπουδαίο», «ιστορικό», «μεγάλο» ή «σημαντικό», επειδή συμμετέχουν μερικές χιλιάδες άνθρωποι ή επειδή έχει τον τάδε ή το δείνα σπόνσορα – ο Αυθεντικός Μαραθώνιος είναι και σπουδαίος και σημαντικός και ιστορικός αλλά τα υπόλοιπα αφορούν μόνο στους ανθρώπους που συμμετέχουν, στους συγγενείς, τους φίλους τους και τους χορηγούς. Όχι σε εμάς τους υπόλοιπους.