Κοιτάς δεξιά σου, κοιτάς αριστερά σου. Στο διπλανό διαμέρισμα, στον από πάνω όροφο, στον από κάτω. Στο δώμα. Στο ισόγειο. Στήνεις καραούλι στο ασανσέρ. Κάθεσαι – τάχα μου αμέριμνος – μπροστά από το γραμματοκιβώτιο. Περιμένεις να δεις το «κορίτσι της διπλανής πόρτας» δίπλα στη δική σου πόρτα. Στην πολυκατοικία σου. Μέσα στο ίδιο σου το σπίτι. Αλλά το «κορίτσι της διπλανής πόρτας» μένει πάντα στη διπλανή πόρτα κάποιου άλλου. Ποτέ στη δική σου.
Αν έπρεπε να δώσουμε έναν ορισμό της έννοιας «κορίτσι της διπλανής πόρτας», θα λέγαμε ότι είναι ένα κορίτσι «επώνυμο», όμορφο, χαμογελαστό, κοινωνικό, απ’ αυτά που θα μπορούσαν να μένουν στον από κάτω όροφο, να πιάσεις την κουβέντα στο ασανσέρ ή θα σου χτυπήσει την πόρτα για να σου ζητήσει ζάχαρη. Αυτά τα υπέροχα κορίτσια που βλέπεις στην τηλεόραση, να παρουσιάζουν εκπομπές ή να δίνουν συνεντεύξεις, που «ανοίγουν το σπίτι τους για την κάμερα της εκπομπής μας», που τις βλέπεις σε πρεμιέρες ταινιών ή θεατρικών παραστάσεων να μιλάνε με ευγένεια, που είναι πάντα σέξι χωρίς καν να προσπαθούν να είναι – απλά συμβαίνει.
Καλή ώρα, σαν τα κορίτσια που ακολουθούν στο παρακάτω άλμπουμ:
Το «κορίτσι της διπλανής πόρτας», παρά τη διασημότητά του, έχει μια απλότητα και μια καταδεκτικότητα και δεν είναι καθόλου ντίβα ή μπλαζέ ή ξινή. Δεν έχει καμία σχέση με το «σταρ σίστεμ» και με όλες αυτές που κυκλοφορούν μόνιμα με γυαλί ηλίου, πάντα βιαστικές και φανερά ενοχλημένες όταν κάποιος τους απευθύνει το λόγο. Δυστυχώς, το σενάριο με τη ζάχαρη δεν συμβαίνει ποτέ, όχι διότι δεν ξεμένει ποτέ από ζάχαρη, αλλά διότι δεν θα χτυπήσει ποτέ τη δική σου πόρτα. Αυτή τη χτυπάει ο διαχειριστής για τα κοινόχρηστα, αυτός που μοιράζει διαφημιστικά φυλλάδια, ο από κάτω που τον ενοχλεί ο σκύλος σου που περπατάει τη νύχτα (δυστυχώς ο σκύλος δεν έμαθε ακόμα να πετάει…) αλλά ποτέ το εν λόγω κορίτσι.
Πάμε στο ζουμί της υπόθεσης...
Τώρα που ορίσαμε την έννοια του «κοριτσιού της διπλανής πόρτας», το ερώτημα παραμένει αμείλικτο: για ποιο λόγο στη δική μας διπλανή πόρτα, μένει μια γριά; Ή ένας μαντράχαλος που βάζει Καρρά στη διαπασών κάθε βράδυ; Ή δυο φοιτητές από την επαρχία που μαζεύουν τους φίλους τους κάθε βράδυ, «πίνουν μπάφους και παίζουν Pro»; Για ποιον λόγο η μόνη ωραία κοπέλα στην πολυκατοικία δεν λέει «καλημέρα» σε κανέναν, αλλά μπαίνει και βγαίνει από την πολυκατοικία σαν φάντασμα, μην τυχόν και της πιάσει κανείς την κουβέντα και όταν σε πετυχαίνει στο ασανσέρ, προτιμάει να ανέβει στον τρίτο όροφο με τα πόδια, παρά να μοιραστεί μαζί σου το ασανσέρ για 24 δευτερόλεπτα;
«Κορίτσια της διπλανής πόρτας», σε ποιανού τη διπλανή πόρτα μένετε, να μετακομίσουμε εκεί γύρω; Διότι έχουμε βαρεθεί να ακούμε για εσάς αλλά να μην σας βλέπουμε ποτέ, να ακούμε ιστορίες αλλά να είστε σαν πλάσματα της Μυθολογίας, σαν τον Μινώταυρο ή τον Κένταυρο. Να περιγράφουν όλοι πόσο υπέροχες και ταυτόχρονα απλές είστε, να «ρίχνετε το ίνσταγκραμ» με μια φωτογραφία σας αλλά να πετάγεστε μέχρι το περίπτερο με μια φόρμα κι ένα φούτερ χωρίς να σας νοιάζει να βαφτείτε ή να στολιστείτε. Αλλά να μην σας έχουμε δει ποτέ με τα ματάκια μας, μόνο θρύλους του δάσους έχουμε ακούσει, σε σημείο να αναρωτιόμαστε αν τελικά όντως υπάρχετε, ή είστε αποκυήματα της φαντασίας κάποιων. Αν όντως τα «κορίτσια της διπλανής πόρτας» υπάρχουν και είναι όντως τόσο υπέροχα, ή είναι ένα κατασκεύασμα των μανατζαραίων και των image – makers, για να έχουμε να λέγαμε…