Η Εθνική Ελλάδος πέρασε πρώτη και καλύτερη από τον Όμιλο της στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Κίνας. Και πέρασε βασιζόμενη στους… αδικημένους του ελληνικού μπάσκετ.
Από τον κόουτς Σκουρτόπουλο μέχρι τον Παναγιώτη Βασιλόπουλο. Αυτή η Εθνική που είχε μια αποστολή και την πέτυχε στο ακέραιο, ήταν μια ομάδα που δεν είχε ίχνος χρυσόσκονης. Αλλά αποδείχτηκε η πιο μπαρουτοκαπνισμένη των τελευταίων ετών. Ταυτόχρονα, είτε μας αρέσει, είτε ήταν και αυτή που βγήκε από τα βαθιά σπλάχνα της… μπασκετοσύνης που έχουμε ως χώρα. Παιδιά, τα οποία στη συντριπτική πλειοψηφία τους, έχουν εικόνες και παραστάσεις, έχουν γαλουχηθεί και ανδρωθεί στα στενά όρια του ελληνικού μπάσκετ. Και μάλιστα όχι στα σαλόνια του αλλά στα… αλώνια του. Στις αλάνες. Εκεί που για να νικήσεις πρέπει να ματώσεις, κυριολεκτικά, τα γόνατα σου.
Ο Μαργαρίτης και ο Γκίκας, ο Λαρεντζάκης και ο Κασελάκης έμαθαν το μπάσκετ στην Ελλάδα από Έλληνες προπονητές. Και το έμαθαν με τον δύσκολο τρόπο. Στην μπόρα και στ’αγιάζι που λένε… Κι έφτασαν να τα βάζουν με τα «θηρία» και να τα νικάνε, παίζοντας στις… γειτονιές. Στην μπασκέτα που ίσως να είχε στηθεί μετά το ’87… Όταν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φάνης (ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΤΟΝ ΦΑΝΗ), ο Φιλίππου και τα άλλα παιδιά, πέτυχαν αυτό που μέχρι τότε φαινόταν ακατόρθωτο. Και μαζί έριξαν την πρώτη σπορά που 30 χρόνια μετά συνεχίζει να βγάζει καρπούς. Και θα συνεχίσει.
Αυτή η Εθνική με τα ματωμένα γόνατα αλλά την πολύ μεγάλη «τρέλα» (άλλη είναι η σωστή λέξη) αποτελεί την απάντηση, την κραυγή των αδικημένων. Όλων αυτών που όταν σταματήσουν το μπάσκετ δεν θα έχουν βγάλει εκατομμύρια, που μπορεί να μην είναι αφίσα σε κάποιο παιδικό δωμάτιο αλλά είναι παιδιά που έκαναν το καθήκον τους. Και το έκαναν με αυταπάρνηση. Όπως όλοι οι καλοί στρατιώτες. Δεν ξέρω πόσοι από αυτούς θα πάνε στην Κίνα. Ούτε ποιο είναι το καλύτερο για το ελληνικό μπάσκετ.
Ξέρω όμως ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να κόψουμε τις «παπαριές» για τους Έλληνες μπασκετμπολίστες. Γιατί το μπάσκετ που ξέρουν τα παιδιά σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχει!