Δεν μαζευτήκαμε εδώ ούτε για «επικήδειους», ούτε για αγιογραφίες, αλλά ούτε και για κανιβαλισμούς στο όνομα κάποιου που δεν είναι παρών ώστε να μπορεί να απαντήσει, να τοποθετηθεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, έστω και μέσω της δουλειάς του.
Πόσο άκομψο, πόσο άνανδρο, πόσο «μη Πασκουάλ»; Ουδέποτε ο ίδιος έπραξε αναλόγως εν τη απουσία κάποιου.
Τίποτα από όλα αυτά δεν χρειάζεται ένας προπονητής που, στα 46 του χρόνια, μέσα από πεπραγμένα, ρεκόρ, τίτλους, πορείες, έχει κερδίσει μία θέση στο παλμαρέ των λιγοστών διακεκριμένων Ευρωπαίων προπονητών. Μαζί και την καθολική αναγνώριση για το ήθος, το επίπεδο και την κουλτούρα του ως άνθρωπος και άντρας.
Κλισεδιά μεν, αλλά μόνο ο χρόνος θα δείξει αν η λύση της συνεργασίας Παναθηναϊκού και Τσάβι ήταν ορθή. Για την ώρα, όμως, δεδομένου ότι ο χρόνος από μόνος του δεν ήταν επαρκής για να θεραπεύσει τους «πράσινους», ένα τέτοιο ηλεκτροσόκ ήταν επιβεβλημένο. Αλλά αυτό είναι άλλου παπά ευαγγέλιο που αφορά μόνο τον Παναθηναϊκό και αυτόν/αυτούς που θα το αναγνώσουν.
Λένε πως πραγματικός τζέντλεμαν είναι εκείνος που προσκαλεί σπίτι του μια κοπέλα για να της δείξει γραμματόσημα και τελικά της δείχνει όντως γραμματόσημα. Ο Τσάβι Πασκουάλ είναι ένας τζέντλεμαν χωρίς περιστροφές και εκπτώσεις στον καθρέφτη των αρχών του, ακόμη κι αν αυτός ράγισε από αυτόν τον άνευ όρων και συνόρων τζεντλεμανισμό, από τον οποίο ίσως τελικά και να χαντακώθηκε.
Δεν ξέρω αν ο όρος «soft» που χρησιμοποιούμε ακόμη κι εμείς οι αθλητικοί ρεπόρτερ είναι σωστός για τον τρόπο που αντιμετώπιζε πρόσωπα και καταστάσεις. Σίγουρα, όμως, χαρακτηρισμοί όπως «μυρωδιάς» και «παρκαδόρος» που γράφτηκαν, ακούστηκαν, ειπώθηκαν από διαδικτυακά σχόλια και υπογεγραμμένα λιβελογραφήματα μέχρι και μονταρισμένα βίντεο που προσπάθησαν τεχνηέντως να χλευάσουν τη δουλειά του, δεν άρμοζαν σε έναν άνθρωπο που στο φευγιό αφήνει μία παρακαταθήκη, αρκετά ξένη στο δικό μας αυτί και συνάφι.
Αυτό που έχει μάθει να ερεθίζεται από άλλου τύπου προπονητικές συμπεριφορές: Με χριστοπαναγίες, άσεμνες χειρονομίες και... κολοκύθια τούμπανα.
Αυτή η παρακαταθήκη, αυτή η διδαχή, μοιάζει τελικά ακαταλαβίστικη και σαφώς πιο δυσνόητη από κάθε μπασκετικό σύστημα, στα δικά μας απαίδευτα μυαλά. Που τον αποκαλέσαμε άχρηστο, αμπάσκετο, κοιμήση και δεν του ανταποδώσαμε με κανέναν τρόπο τον δικό του τζεντλεμανισμό, χωρίς να μετριάσουμε την σαρκοφαγία μας ακόμα και όταν αυτόν τον τζεντλεμανισμό ασπάστηκε ο ίδιος ο άνθρωπος που αποφάσισε να τον αντικαταστήσει.
Τον τζεντλεμανισμό που αρκετές φορές σε αυτά τα δύο και πλέον χρόνια είχα την ευκαιρία να συναντήσω, σε κάθε του χαμογελαστή και πάντα καλοδιάθετη χαιρετούρα, σε κάθε του ευγενική απάντηση ακόμα και σε ερωτήσεις που ενδεχομένως έθιγαν τη δουλειά και την υπόληψή του.
Τον άνθρωπο που ακόμα και τυχαία αν περνούσες δίπλα του με το αυτοκίνητο σου, δεν περίμενε να κατέβεις εσύ για να του μιλήσεις, αλλά σε πλησίαζε αυτός στο παράθυρό σου σε μία επίδειξη απλότητας και το παράδειγμα που μόλις διαβάσατε μόνο βγαλμένο από το μυαλό μου δεν είναι.
Gracias κόουτς...