Έπρεπε να ήσουν από μία πλευρά να δεις τα μάτια του. Καθόταν στην πολυθρόνα του σκεπασμένος με μία κόκκινη κουβέρτα για το κρύο και με ένα χαμόγελο που γέμιζε το δωμάτιο περισσότερα από κάθε στολισμένο με χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια σπίτι.
Κρατούσα τον διακόπτη στο χέρι και ήμουν έτοιμος να φωτίσω το σαλόνι με ό,τι πιο εορταστικό μπορούσα να βρω. Όλοι έχουμε στο μυαλό μας πως κάποια στιγμή οι μεγάλοι θα γίνουν παιδιά και καλούμαστε εμείς να τους φροντίσουμε, αλλά ακόμη και όταν φτάνει αυτή η στιγμή αρνείσαι να την συνειδητοποιήσεις. Αυτή που σου λέει πως είναι η δική σου σειρά, το δικό σου ιερό καθήκον, να κρατήσεις τον πατέρα σου ευτυχισμένο με απλά, μικρά, καθημερινά πράγματα.
Γιατί μπορεί του χρόνου να μην τον έχεις δίπλα σου.
Δεν είναι πεσιμισμός ούτε κλάψα. Είναι μία ρεαλιστική στάση ενός ενήλικα που αντιμετωπίζει την αλήθεια. Ο πατέρας μου είναι νεφροπαθής τελευταίου σταδίου και φέτος, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, πρέπει να αδράξω αυτή την ευκαιρία της παρέας του. Να του φερθώ σαν βασιλιάς γιατί μου φέρθηκε με τον ίδιο αριστοκρατικό τρόπο. Από ένα σημείο και μετά, αυτό δεν γίνεται απλά επειδή πρέπει να γίνει. Είναι στάση ζωής και εκεί ξεχωρίζει η λέξη «φροντίδα» από την λέξη «αγγαρεία». Η λέξη «φορτίο» από την λέξη «αγάπη». Δεν μετανιώνω ωστόσο. Λέω κάθε μέρα στον πατέρα μου ότι τον αγαπάω. Πως προσπαθώ να ζω με τις αρχές που μου δίδαξε και με τον ανθρωπιστικό τρόπο που βλέπει τα πάντα τριγύρω του. Κάποιες φορές είναι δύσκολο, αλλά ξεχωρίζει η ατάκα του ότι «Aν δεν έκανες προσπάθεια, δεν θα ήταν ειλικρινές και αυθόρμητο».
Ο πατέρας μου δεν με κράτησε ποτέ στην απ’ έξω από Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Δεν μου είπε ποτέ «πήγαινε μέσα να παίξεις». Μου φέρθηκε πάντα ισότιμα, ασχέτως την ηλικία μου. Ο χρόνος είναι κριτής. Αν συμπεριφέρεσαι στους γονείς σου με έναν άλφα τρόπο, είναι επειδή έκαναν το ίδιο σε σένα. Αν θέλεις να τους δεις να χαμογελούν λίγο παραπάνω από το κανονικό στις γιορτές, είναι επειδή έκαναν το ίδιο σε σένα. Με τα δώρα, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα, τον στολισμό και τα γιορτινά τραπέζια. Με τις βόλτες και τα κάλαντα και τις χαρές. Και είναι ωραίο να έχεις μνήμες αγάπης. Και είναι ακόμα καλύτερο να έχεις το ψυχικό σθένος να μπορείς να διαχωρίζεις το πρόβλημα από την στιγμή και να προσφέρεις στους ανθρώπους σου τα μέγιστα. Πόσο μάλλον, όταν συνήθως ζητούν τα πιο περιττά και τα πιο λίγα. Παρέα. Αγκαλιά. Ενδιαφέρον. Ένα τηλεφώνημα. Δεν μπορούσα να το καταλάβω τότε, αλλά τώρα το βλέπω και προσπαθώ να το θυμάμαι για να μην το ξεχνάω. Ο άνθρωπος φαίνεται στα μικρά πράγματα. Στις λεπτομέρειες.
Θέλω αυτά τα Χριστούγεννα λοιπόν, να δώσω βάση σε αυτές τις λεπτομέρειες όσο ποτέ άλλοτε. Να βάλω το αρνί στο φούρνο, μαριναρισμένο όπως του αρέσει – άλλο αν δεν μπορεί να φάει πολύ. Να κάτσω μαζί του βλέποντας ταινίες και σειρές στο Netflix που τόσο του αρέσουν. Να τον ντύσω σαν κρεμμύδι και να τον βγάλω βόλτα πάνω στο καροτσάκι του και να φροντίζω να τρέχω σαν να σπρώχνω πούπουλο. Να κάτσω μαζί του σερβίροντας δύο ποτήρια ουίσκι, χωρίς να έχουμε απαραίτητα να πούμε κάτι σημαντικό. Να μιλήσουμε για ποτά και βιβλία και γυναίκες και φαγητό και τέλος πάντων ό,τι θέλει ο ίδιος. Θέλω να τον κάνει να νιώσει ζωντανός. Να μην πιστεύει ότι μαζί με το πρόβλημα τελειώνει η ζωή. «Είναι εύκολο να πεθάνεις. Η πρόκληση είναι να ξέρεις πως να ζήσεις». Μου το λέει από μικρό παιδάκι. Και δεν είναι ανάγκη να κάνω πάλι το ίδιο λάθος και να περιμένω να συμβεί κάτι άλλο δύσμοιρο ή στενάχωρο για να αντιδράσω κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ο ανθρωπισμός δεν έχει γιορτές. Απλά υπάρχει.
Θέλω όμως να μοιραστώ αυτό. Την καλύτερη είδηση της χτεσινής βραδιάς, που συνέβη και μου έδωσε την αφορμή να γράψω αυτό εδώ. Την στιγμή που ο διακόπτης κάνει ένα απαλό «τακ» και το σαλόνι γεμίζει φως. Και όπως χαμογελάει πλατιά και χειροκροτάει λες και έγινε μπροστά του το πιο ασύλληπτο, μοναδικό και εξωπραγματικό μαγικό τρικ, συνειδητοποιώ το προφανές.
Κανένα φως που έφεξε κάποια στιγμή πάνω από τον μικρόκοσμο της ζωής μου, δεν είχε τόση αγνή και εκτυφλωτική λάμψη, από εκείνο στο χαμόγελο του πατέρα μου.