Υπάρχουν πάρα πολλοί μύθοι γύρω από τους άντρες. Ο καλύτερος είναι αυτός που έχουν φτιάξει οι γυναίκες: ότι o άντρας όσο κι αν μεγαλώσει παραμένει ένα «βλαμμένο» παιδί. Βλέπω διάφορους με αγωνία να προσπαθούν να διαψεύσουν αυτή την «προσβολή» χωρίς να καταλαβαίνουν ότι στο βάθος ότι αυτό που λένε οι γυναίκες είναι ένα τεράστιο κομπλιμέντο. Και κατά βάση είναι αλήθεια. Αν το πάρουμε από τη σοβαρή μεριά του θέματος, πράγματι, με οικογένειες, με παιδιά, με σκυλιά, με δουλειές, με επιτυχίες, με αποτυχίες, με τα πάνω και τα κάτω, έρχεσαι και τσιμεντάρεσαι. Αλλά ως δια μαγείας οι περισσότεροι το ξανακάνουν το ξεμπούκωμα.
Θυμάμαι μια ιστορική ταινία, το «Εντιμότατοι φίλοι μου» (Amici Miei), όπου μια παρέα ανδρών στα 70 τους έκανε τις μεγαλύτερες μαλακίες και φάρσες που έχω δει ποτέ. Είναι ιστορική ταινία για το ανδρικό φύλο. Αν μη τι άλλο δείχνει ότι κρατάμε.
Τι κρατάμε; Τον χαζοχαρούμενο πιτσιρικά ή τον ασύδοτο 25άρη που όλη τη μέρα σπουδάζοντας σκεφτόταν τι καφριλίκι θα κάνει με τους φίλους του. Είναι αγχολυτική η πλάκα. Άλλωστε όπως έλεγε ένας «φιλόσοφος» φίλος μου, ο Παύλος «πιο ευτυχής θα πεθάνει εκείνος που έχει τα περισσότερα παιχνίδια».
Όπως τότε, όπως πάντα
Έχω μια παρέα που κάθε χρόνο αυτές τις μέρες (ποτέ δεν έχω καταλάβει το γιατί αυτές τις μέρες) επιστρέφει στον παλιμπαιδισμό. Μεσημέρι, βράδυ, ξημερώματα. Μπορεί να πάμε το μεσημέρι και να κάτσουμε κανά 4ωρο σε κανά εστιατόριο (που να έχει και γυναικεία θέα γύρω γύρω, όχι σε κάνα κουτούκι με τίποτα τύπους σαν κι εμάς) κι αρχίζουμε τους καφρισμούς μεταξύ μας, τα πειράγματα και τις τηλεφωνικές φάρσες σε άλλους φίλους.
Άλλον τον καρφώνουμε για τη δουλειά του, άλλον για τη γυναίκα του που μόλις την είδαμε με κάποιον άλλο, άλλον για την κόρη του που μόλις την πετύχαμε με έναν σκουλαρικά. Κράζουμε ο ένας τον άλλον και η βάση της κουβέντας είναι η σεξουαλική ανεπάρκεια του άλλου. Όπως επίσης και οι υποψίες που έχουμε για τις κρυφές ερωτικές του προτιμήσεις. Λίγο κρασί, λίγο ρακί, λίγο μπύρα, μια χαρά πάει το μεσημέρι.
Το βράδυ τα πράγματα σοβαρεύουν σε αυτές τις συναντήσεις. Σοβαρεύουν, δηλαδή, επειδή κινδυνεύουμε άμεσα να γίνουμε ρεζίλι. Προφανώς οι χώροι δράσης είναι πλέον τα κλαμπ και καμιά κλαμποειδής πίστα, τύπου Σαμπάνη ή Σάκη. Εκεί αναλαμβάνουμε τα χρέη του Ρέμου, της Βανδή, του Μουζουράκη και του Μαραβέγια. Γινόμαστε κριτική επιτροπή. Δεν κρίνουμε όμως τη φωνή. Το άλλο κρίνουμε...
Όπως επίσης κατακεραυνώνουμε σαν τους δύο γέρους του «The Muppet Show» τον οποιονδήποτε είναι μεγαλύτερος και πιο άσχημος από εμάς και τολμάει και μιλάει σε ωραία κορίτσια. Εδώ πέφτει πολύ γέλιο. Ειδικά μετά το πρώτο Jack Daniel’s που σου ανοίγει την κυκλοφορία του εγκεφάλου. Οι σοβαρές αντρικές συζητήσεις, θέλουν και σοβαρά ποτά. Δεν νομίζω ότι υπάρχει αντρική παρέα που θα πάει σε ένα κλαμπ και της οποίας η ενασχόληση θα είναι κάτι άλλο από τις γυναίκες που κυκλοφορούν γύρω γύρω. Ψέματα;
Θα περάσουμε στην αρχή και γρήγορα σε μια σοβαρή υπόθεση όπως π.χ. οι γ@μ@τες τελευταίες εμφανίσεις του Λοτζέσκι και του Τζέιμς και μετά μπαίνουμε στο κυρίως θέμα. Όχι με λιγουριά ή με πέσιμο. Με θαυμασμό, αυτοσαρκασμό και εξονυχιστική παρατηρητικότητα: από το παπούτσι μέχρι την τρέσα, γιατί απλά ο ένας πρέπει να ακυρώνει τα likes που ρίχνει ο άλλος. Πάντα είναι χάλια ή ελαττωματική η επιλογή του άλλου.
Γελάμε. Γελάμε με αυτά που βλέπουμε. Γελάμε και με τα χάλια μας. Το πείραγμα των αντρών για μαλλιά, κιλά, ηλικία δεν σταματάει ποτέ. Η γκαντεμιά σε μια αντρική παρέα είναι να έχεις όλα τα παραπάνω προβλήματα μαζί, την έβαψες. Η πολιτική ορθότητα, η κατάρα της εποχής, σε μια αντρική παρέα πάει στον Καιάδα.
Όταν σε αυτά τα κλαμπ πηγαίνεις συνοδευόμενος από γυναίκες η κατάσταση αλλάζει για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μην ξεκινήσει ένας φαινομενικά ξεκάρφωτος καβγάς, του οποίου η «στο βάθος κήπος» αφορμή δεν ήταν παρά το εκ γενετής GPS του άντρα να ακολουθεί με το βλέμμα του ό,τι λικνίζεται κι ό,τι πετάει.
Οι γυναίκες είναι χαζές μερικές φορές. Νομίζουν ότι αυτό το βλέμμα πάει και μακρύτερα, ότι υποκρύπτει και μια απάτη. Βλακεία είναι. Το αντρικό μάτι σε 2 πράγματα κολλάει από μικρό παιδί: στο ηλεκτρικό τρενάκι γύρω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο και στη γυναικεία καμπύλη. Κυρίως την εξόφθαλμη.
Μετά το δεύτερο και το τρίτο Jack τα πράγματα «σοβαρεύουν» περισσότερο. Εκτός από αυτόν που τον έχουμε κρατήσει ξενέρωτο για να μας οδηγήσει πίσω. Εκεί είναι πια που χωριζόμαστε σε ελεύθερους (δεν υπάρχουν ελεύθεροι μεγάλοι άντρες, χωρισμένοι υπάρχουν, κάποιος τους έδιωξε) και στους παντρεμένους. Για τους 2ους χτυπάει το καμπανάκι για τη λήξη του αγώνα. Όπως στο μποξ. Τέλος του 12ου γύρου. Οι πρώτοι ίσως έχουν δει μια ευκαιρία να έρχεται, οι δεύτεροι μία παντόφλα. Άλλο ένα ωραίο θέμα πειράγματος, ατελείωτο.
Δεν ξέρω πόσες φορές θα επαναληφθεί αυτή η ιεροτελεστία αυτές τις μέρες, αλλά κάθε φορά που γίνεται ξέρω ότι είναι οι πιο αθώες, οι πιο πνευματώδεις (και με την έννοια του Jack), οι πιο ευχάριστες, οι πιο γελαδερές, οι πιο αγχολυτικές στιγμές της χρονιάς που φεύγει.