Ο Γιάννης Αλαφούζος δένεται με τους ανθρώπους και στηρίζει τους προπονητές του περισσότερο και από τις Καρυάτιδες που βαστάνε το Ερέχθειο. Για να φύγει ο Γιάννης Αναστασίου και να έρθει ο Αντρέα Στραματσόνι, έπρεπε να ξεσηκωθούν και τα φρεσκοβαμμένα κάγκελα της Λεωφόρου. Και η πλάκα είναι ότι το βράδυ της Κυριακής, ο πρόεδρος του Παναθηναϊκού θα μπορούσε να νιώθει ακόμη και δικαιωμένος. Που δεν έδιωχνε τον Αναστασίου.
Τώρα θα μου πεις σημασία δεν έχει μόνο ποιον κρατάς αλλά και ποιον φέρνεις. Και όταν φέρνεις τον μοναδικό Ιταλό προπονητή που δεν ξέρει να παίζει άμυνα, δεν το λες και αναβάθμιση της τεχνικής ηγεσίας.
Εκεί που ακόμη και ο «μετρ» στα ανεξήγητα, Κώστας Χαρδαβέλας θα σήκωνε τα χέρια ψηλά, είναι η παραμονή του Στραματσόνι στον Παναθηναϊκό, μετά το καταστροφικό επτάμηνο Νοέμβρης 2015-Μάιος 2016 και η απόφαση της διοίκησης να του δώσει χρήμα και χρόνο ώστε να φτιάξει την ομάδα της φετινής αγωνιστικής περιόδου. Ελάχιστοι κατάλαβαν γιατί ο Παναθηναϊκός εμπιστεύτηκε έναν προπονητή που τα θαλάσσωσε στο διάστημα της παρουσίας του στον πράσινο πάγκο αλλά και πως η μεγαλύτερη «προίκα» του είναι το ότι έχει κάτσει στον πάγκο των Ίντερ και Ουντινέζε στις… χειρότερες πορείες στην Ιστορία των δύο ομάδων. Το λες και διαστροφή.
Τι έκανε ο Στραματσόνι; Πρώτα απ’όλα καθάρισε τους Έλληνες παίκτες. Από τον Λαγό και τον Καλτσά μέχρι τον Δώνη και τον Αναγνωστόπουλο, το ελληνικό στοιχείο σχεδόν… εκδιώχτηκε από το τριφύλλι αποδεικνύοντας ότι το περίφημο una faccia una razza για Έλληνες και Ιταλούς, δεν ισχύει στο μυαλό του κόουτς «Στράμα».
Φέρνοντας (από τον περασμένο Γενάρη) ξένους παίκτες, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, χωρίς πολλά ένσημα από την τελευταία χρονιά τους, ο Ιταλός προσπάθησε να δημιουργήσει μια ομάδα που θα έπαιζε καλύτερη μπάλα. Λάθος. Όχι καλύτερη, απλά πιο ελκυστική στον κόσμο. Αλλά με το όσα φάμε κι όσα ρίξουμε δεν κέρδισε κανείς. Ούτε καν η Μπαρτσελόνα.
Η πρόκριση επί της Μπρόντμπι, στους ομίλους του Europa League, προκάλεσε ενθουσιασμό όχι τόσο στους φιλάθλους του Παναθηναϊκού (αλίμονο) όσο στην ομάδα που επί Αναστασίου είχε δεχτεί πολλά χαστούκια στην Ευρώπη με πιο ηχηρό αυτό από την Καμπάλα.
Το κακό για τον Παναθηναϊκό είναι πως αξιολόγησε τόσο υψηλά την πρόκριση επί των Δανών, που «θυσίασε» την προετοιμασία. Αποτέλεσμα; Τόσο οι παίκτες να παθαίνουν θλάσεις ο ένας πίσω από τον άλλο, όσο και στο δεύτερο ημίχρονο να βάζουν «νεκρά» και να ψάχνουν κατηφόρες.
Τώρα θα μου πεις με τον Ολυμπιακό το κοντέρ έγραψε 3-0 πριν καν πάνε στα αποδυτήρια για την ανάπαυλα… Ας είναι καλά ο Στραματσόνι. Αλλάζοντας όλη την εβδομάδα πρόσωπα και σχήματα, σε βαθμό που θα έκαιγε ακόμη και το Football Manager, ο Ιταλός κατάφερε μέσα σε λιγότερο από πέντε μέρες να φάει τρία γκολ στη Λεωφόρο από τη Σταντάρ και άλλα τρία από τον Ολυμπιακό, που στο μεσοδιάστημα είχε ταξιδέψει στη «γραφική» Αστάνα… Κατάφερε να μπερδέψει τόσο τους παίκτες του που μπήκαν στο Φάληρο, απέναντι σε έναν Ολυμπιακό ο οποίος απλά έκανε αυτό που μπορούσε, ψάχνοντας παυσίπονο για τον πονοκέφαλο.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ο Στραματσόνι έδειξε συνέπεια. Αυτή που τον χαρακτήρισε και πέρυσι στα ντέρμπι, όταν ο Παναθηναϊκός πανηγύρισε την πρώτη νίκη του λίγο πριν ξεκινήσουμε τα μπάνια. Στις 23 του Μάη, όταν νίκησε 3-0 την ΑΕΚ στα πλέι οφ… Μέχρι τότε κάθε φορά που έμπαινε στο γήπεδο για ντέρμπι έπεφτε… μαύρο.
Ανεξάρτητα με το τι θα κάνει ο Γιάννης Αλαφούζος με τον Ιταλό, καλό θα είναι κάποια στιγμή να δοθεί η απάντηση γιατί το τριφύλλι επένδυσε σε αυτόν τον προπονητή, χωρίς να υπάρχει ένας εμφανής λόγος. Ούτε καν ο ιταλικός αέρας στο ντύσιμο του… Εκτός κι αν το να φοράς ζακέτα στις 29 Ιουλίου στην Αθήνα είναι στυλ... Δεν είναι. Προνοητικότητα μπορείς να το πεις. Αν αληθεύει ότι ουδείς γνωρίζει τον εαυτό σου καλύτερα από σένα τον ίδιο, ο Στραματσόνι ίσως να ήθελε να δείξει την φθινοπωρινή γκαρνταρόμπα του όσο προλάβαινε.