«Ας πάνε αλλού, ας μην πάνε στις Κυκλάδες» θα πει ο συνδυασμός Edgelord και Captain Obvious που παίζει τον ρόλο του απολογητικού chatbot της κατάστασης. Έχει την πλάκα του μερικές φορές να υπερασπίζεσαι μια κατά γενική ομολογία θλιβερή κατάσταση μόνο και μόνο για να φανείς λίγο πιο έξυπνος από όλους τους άλλους, αλλά όταν εστιάζεις τόσο πολύ στο δέντρο του να διαχωρίσεις τη θέση σου, μπορεί να χάσεις το δάσος της σωστής άποψης που ίσως και να έχει η συντρτιπτική πλειοψηφία.
Οι αριθμοί σπάνια λένε ψέματα, το πολύ-πολύ να πουν μισές αλήθειες, αλλά μια γρήγορη αναζήτηση στις τιμές διαμονής και ακτοπλοϊκών, χωρίς να λάβουμε τίποτα άλλο υπόψη, ακόμα κι αν τη βγάλουμε με cream crackers στις διακοπές, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το ίδιο κατάλυμμα και το ίδιο πλοίο απαιτούν ένα ποσό πολλαπλάσιο σε σχέση με το ποσό που απαιτούνταν πριν από 2-3 χρόνια. Το ότι οι μισθοί δεν έχουν πολλαπλασιαστεί είναι μια προφανής λεπτομέρεια που αξίζει να σημειωθεί για χάρη της κουβέντας.
Οι κυνικοί και απαισιόδοξοι βλέπουν ότι η μοίρα των νησιών του Αιγαίου είναι να κοπιάρουν το τουριστικό μοντέλο της Μυκόνου και της Σαντορίνης και έτσι να καταστεί το ελληνικό τουριστικό προϊόν παρόμοιο με αυτό κάποιον εξωτικών προορισμών που δεν απευθύνεται σε ντόπιους. Αυτό το σενάριο που για κάποιους είναι καλό γιατί έτσι θα έρθουν περισσότερα λεφτά από το το εξωτερικό, είναι καλό θεωρητικά, αλλά είναι κάπως ρηχό και λίγο επικίνδυνο.
Η ρηχότητα αυτού του σεναρίου βρίσκεται στο ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν τις υποδομές για να μετατραπούν σε πεντάστερα resorts, καλά καλά δεν έχουν αποχετευτικό για τους 500 μονίμους κατοίκους του χειμώνα, οπότε μιλάμε για τον ορισμό της αρπαχτής εδώ, ένα 100% ελληνικό προϊόν για το οποίο δεν θα έπρεπε να είμαστε καθόλου περήφανοι. Αν πάμε με τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης, και μόνο με αυτόν χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη την πραμγατική αξία του προσφερόμενου προϊόντος. Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης δεν πάει μόνο προς τα πάνω, πάει και προς τα κάτω, ειδικά όταν δεν υπάρχει κάποιο αμορτισέρ που να απαλύνει τις απότομες αλλαγές. To αμορτισέρ αυτό δεν είναι άλλο από την ποιότητα του προϊόντος.
Το ελληνικό νησί που κανείς δεν περίμενε να εξελιχθεί σε κορυφαίο τουριστικό προορισμό
Κάποιος που θέλει ντε και καλά να παει να δει τις ομορφιές της Αμοργού θα δώσει όσα μπορεί να δώσει, δεν θα πάρει διακοποδάνειο για να δώσει τα λεφτά μιας σουίτας για ένα πρώην μαντρί. Αυτού του είδους η αρπαχτή είναι ο ορισμός της αρνητικής διαφήμισης και όταν σκάσει με πάταγο η φούσκα, η κακή φήμη που θα ακολουθεί την Ελλάδα σαν τουριστικό προορισμό θα την ακολουθήσει για πολλά χρόνια ακόμα. Και αυτό δεν είναι καν το χειρότερο από όσα μπορεί να συμβούν.
Αυτού του είδους το κραχ και η οικονομική αιμορραγία που θα προκαλέσει, δύναται να αφελληνίσει το ελληνικό τουριστικό προϊόν. Με ξένους επενδυτές να αγοράζουν για ένα κομμάτι ψωμί χρεωκοπημένες τουριστικές επιχειρήσεις, θα δούμε ένα remake αυτού που έγινε στο κέντρο της Αθήνας με τα φτηνά διαμερίσματα που αξιοποιήθηκαν εν μέσω κρίσης από ξένους. Κάπως έτσι η τουριστική βιομηχανία από εισαγωγέας συναλλάγματος μετατρέπεται σε ένα όχημα που ξένοι φέρνουν χρήμα στην Ελλάδα και φεύγουν πάλι έξω, με μερικά ψίχουλα να πέφτουν κάτω για τους ιθαγενείς.
Ήδη έχει ξεκινήσει αυτό σε μία μικρή κλίμακα με όσους μικρομεσαίους είχαν την τύχη να φτιάξουν ένα εξοχικό σε κάποιο νησί, ή να είναι ακόμα πιο τυχεροί και να έχουν κάποια καταγωγή και να έχουν κληρονομήσει κάτι εκεί. Το κόστος των μεταφορικών και της διαβίωσης εκεί, ακόμα και με λυμένο το ζήτημα της διαμονής, κρατά κλειστά τα σπίτια αυτά για χρόνια ή δεν ανοίγουν κάθε Πάσχα και καλοκαίρι όπως παλιά. Μοιραία και αυτά τα σπίτια οδηγούνται προς πώληση, είτε προς πλουσιότερους Έλληνες, είτε κι αυτά σε ξένους. Είναι μια διαδικασία αναδιανομής πλούτου προς τα πάνω, γιατί ακόμα κι αν πιάσουν μια καλή τιμή αυτά τα σπίτια, σε μια αγορά ακινήτων που είναι γενικά φουσκωμένη, δεν δίνουν ένα ποσό που μπορεί να θεωρηθεί ισχυρό επενδυτικό κεφάλαιο.
Τι μπορεί να γίνει; Υποδομές, ποσόστωση κλινών και δόμησης και φυσικά ασφαλιστικές δικλείδες ώστε να μπορούν να απολαύσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι με ένα μοντέλο που δεν εξοστρακίζει τους μικρομεσαίους τουρίστες. Αν για κάποιους είναι αδιάφορο το αν μπορούμε να κάνουμε διακοπές στη χώρα μας, για τους περισσότερους δεν είναι καθόλου μικρό ζήτημα.