Υπάρχουν τόσες πολλές ρήσεις που έχουν αποδοθεί στον Winston Churchill που κανείς δεν είναι σίγουρος για το ποιες είναι ή όχι αληθείς. Εδώ πρόσφατα μάθαμε ότι ακόμα και μερικές από τις συνήθειές του γύρω από το αλκοόλ, είναι προϊόν υπερβολής. Μολονότι δεν έχουν ειπωθεί όλα όσα ξέρουμε ως αποφθέγματά του όπως τα ξέρουμε, τα περισσότερα από αυτά είναι γεμάτα νοήματος. Σαν κάποιος να έβαλε την υπογραφή του για να δώσει κύρος σε μια φράση που το άξιζε, αλλά δεν ήταν σίγουρο ότι θα το κέρδιζε. Μία από αυτές τις φοβερές φράσεις είναι και αυτή: «Οι ήρωες δεν είναι υπεράνθρωποι, ούτε έχουν τρομερή ηθική και υπερδυνάμεις. Είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι σαν εμάς σε όλη τους τη ζωή, αλλά για πέντε λεπτά από αυτή, ξεπέρασαν τον εαυτό τους και έγιναν ήρωες»
Ας σκεφτούμε για λίγο αυτή τη φράση, γιατί είναι πυκνή νοήματος. Οι περισσότερες ιστορίες ηρωισμού σε ένα πόλεμο, πραγματικό και όχι μυθικό, είναι πάρα πολύ σύντομες. Είναι σύντομα διαλείμματα ανδρείας μέσα σε ένα ωκεανό φόβου και τρόμου που κυριαρχεί στο θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων. Μακριά από τις επικές αφηγήσεις που επιφυλάσσει η εύκολη εντυπωσιοθηρία της μελό καταγραφής ενός πολέμου, οι οποίες ευτυχώς φθίνουν τα τελευταία χρόνια, μαθαίνουμε από την αρχή ότι τα αντιηρωικά έπη, είναι βαθύτατα ηρωικά στον πυρήνα τους.
Το Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο, είναι ένα σαφέστατα αντιπολεμικό έπος, δεν ήταν τυχαίο που εξαφανίστηκε ως βιβλίο από τη Ναζιστική Γερμανία, μόνο και μόνο για να κερδίσει πολλά χρόνια αργότερα τη θέση που του άξιζε στην καταγραφή της φρίκης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η άρτια μεταφορά του βιβλίου σε ταινία είναι γεμάτη από τέτοια ηρωικά πεντάλεπτα που είναι ταυτισμένα με τους δύο στόχους που μπορεί να έχει ένας στρατιώτης ενός παράλογου πολέμου, την επιβίωση και τη με νύχια και με δόντια διάσωση της ανθρωπιάς του.
Στην Ελλάδα αυτός ο πόλεμος είναι σε έναν τεράστιο βαθμό άγνωστος λόγω της αλληλοεπικάλυψης με άλλους πολέμους, πιο σημαντικούς για την ιστορία μας, αλλά και για την εθνική μας συνείδηση. Ωστόσο ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ειδικά θέατρο της Γαλλογερμανικής μεθορίου και η ταπεινωτική ήττα των Γερμανών, θα μπορούσε να γίνει αφορμή για μια πιο ειλικρινή αποτίμηση της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Μια εκστρατεία της οποίας η μνήμη συνθλίβεται κάτω από το βάρος της Μικρασιατικής Καταστροφής, των σφαγών, της προσφυγιάς, της ανταλλαγής πληθυσμών και της οριστικής αποκοπής του ελληνισμού από την ανατολική όχθη του Αιγαίου. Ωστόσο πηγή όλων αυτών είναι αυτή η εκστρατεια, μια πολεμική επιχείρηση που έμεινε σε μεγάλο βαθμό κρυμμένη, κάτω από τη σκόνη και το αίμα που την έπνιξε. Το δίπολο των ευθυνών αποδείχθηκε πολύ βολικό για την εμπέδωση του δικομματικού συστήματος που πρωταγωνίστησε σε αυτή, και σε μεγάλο βαθμό μοιράζεται ακόμα και σήμερα την εξουσία εναλλάξ την εξουσία στην Ελλάδα.
Η περίφημη δίκη των Εξ δεν κατάφερε ποτέ να επουλώσει ή να διορθώσει κάτι και περιορίστηκε σε έναν ημιτελή ρεβανσισμό που απέτυχε να γίνει θεσμική επανάσταση, εκεί πάτησε και ο ακόμα πιο φαιδρός και ακόμα πιο επιφανειακός ιστορικός αναθεωρητισμός των τελευταίων ετών με την αναψηλάφηση μιας διαδικασίας με τα νομικά εργαλεία του σήμερα. Μήπως θα μπορούσε να το κάνει μια ταινία;
Βιβλία και απομνημονεύματα βετεράνων της εκστρατείας υπάρχουν πάρα πολλά. Τα περισσότερα έχουν καλυφθεί κάτω από ένα πέπλο λήθης γιατί, εκτός από το ότι ιστορία γράφεται από τους νικητές, ένα πελώριο vae victis καταπλακώνει σαν επιτύμβια στήλη ολόκληρη τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Η εθνική ντροπή της ήττας εμπόδισε την καταγραφή αυτού του πολέμου στην εθνική συνείδηση ενώ ένα ολόκληρο έθνος κάνει πώς δεν συνέβη ποτέ η δική του μάχη της Ζεργκόβια.
Ίσως χρειαζόμαστε μια σταδιακή, αλλά αποτελεσματική, ιστορική αφύπνιση που να περιλαμβάνει ακόμα και δύσκολες αλήθειες. Η εξαφάνιση του «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» κρίθηκε επιβεβλημένη από την εθνικοσοσιαλιστική μυθολογία γιατί έβαλε στο προσκήνιο τη θεωρία του «Πισώπλατου Μαχαιρώματος». Χάρη σε αυτή κατάφερε να πειστεί ένα ολόκληρο έθνος ότι άξιζε τον κόπο και το αίμα για να μπει σε έναν ακόμα πόλεμο, μόλις 2 δεκαετίες μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη Γερμανία έμαθαν με πολύ σκληρό τρόπο, κι εμείς μαζί τους, το πόσο εκτός πραγματικότητας ήταν αυτό το τερατώδες ψέμα. Στην ταινία φαίνεται ξεκάθαρα η παντελής επαφή με την πραγματικότητα των Γερμανών στρατηγών. Επειδή το γερμανικό χιούμορ δεν είναι μια φημισμένη ποιότητα, υπάρχει μια σπουδαία γλυκόπικρη σκηνή όπου ο στρατηγός ρωτάει τον υπασπιστή του για τα σχέδιά του μετά τη λήξη του πολέμου. Εκεί ο υπασπιστής του αναφέρει ότι είναι πολύ τυχερός γιατί θα αναλάβει μια υγιή κι εύρωστη οικογενειακή επιχείρηση σελοποιίας. Ο στρατηγός μακαρίζει τον νεαρό στρατιωτικό σημειώνοντας την τύχη του να φτιάχνεις κάτι που δεν θα πάψει ποτέ να έχει ανάγκη ο άνθρωπος, αγνοώντας την επέλαση του αυτοκινήτου που είχε ήδη ξεκινήσει.
Φέτος που συμπληρώνεται ένας αιώνας από το οδυνηρό τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας, θα ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να μην σταθούμε μόνο στο εθνικό πένθος της Καταστροφής, αλλά να κοιτάξουμε με τολμηρή ματιά όλα όσα την προκάλεσαν. Εκτός από τις χιλιάδες των προσφύγων και τις χιλιάδες των σφαγιάστηκαν στις πατρογονικές τους εστίες, υπάρχουν και οι χιλιάδες των στρατιωτών που δεν γύρισαν ποτέ. Είναι στρατιώτες που δεν πρόλαβαν ούτε να ταφούν στο πεδίο της μάχης, ούτε τους μνημόνευσε κανείς. Ίσως μια ταινία για όλους αυτούς να είναι μια καλή αρχή, γιατί ήταν κι αυτοί ήρωες, όσο πρόλαβαν.