Ίσως να είναι ένας κάποιος ευφημισμός η ενδιαφέρουσα εποχή που έρχεται. Μετά από τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης, μια πανδημία και έναν πόλεμο που ακόμα δεν ξέρουμε πώς θα τελειώσει, οι millennials μάλλον έχουν κουραστεί από το ότι ζουν μόνιμα σε μια ενδιαφέρουσα εποχή, αλλά αυτό δεν μπορεί να τους εμποδίσει από τον να συνεχίσουν να ονειρεύονται και να κάνουν σχέδια για μια κανονικότητα, όσο ουτοπική κι αν είναι αυτή.
Η ταχύτητα και η πυκνότητα των γεγονότων έχει κάνει πολύ μακρινή στη μνήμη μας την εποχή των μνημονίων, τόσο μακρινή που σχεδόν ξεχάσαμε ότι ακόμα και με την τελευταία αύξηση στον κατώτατο μισθό, αυτός εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά από αυτόν που ίσχυε πριν από 10 χρόνια. Και πώς θα μπορούσε να τον θυμάται μια γενιά που δεν τον πρόλαβε; Η αύξηση αυτή δεν απευθύνεται σε αυτή τη γενιά, η οποία κουτσά στραβά τα έβγαλε πέρα, αλλά στις επόμενες οι οποίες δεν είναι πρόθυμες να βάλουν τόσο νερό στο κρασί τους. Μια γενιά που δεν έχει να χάσει τίποτα είναι από τη φύση της σε καλύτερη διαπραγματευτική θέση.
Η έξοδος από την κρίση (μάλλον η θέσπιση ενός πάτου στο βαρέλι της) συνέπεσε με την πανδημία και πριν από δύο χρόνια λίγοι μπορούσαν να προβλέψουν τον τελικό απολογισμό. Από τη μία είναι το κόστος της πανδημίας από τις αποζημιώσεις αναστολών, τις επιστροφές φόρους και άλλα παρόμοια μέτρα στήριξης. Αυτό είναι ίσως το μικρότερο κακό γιατί ξαφνικά μάθαμε ότι τελικά υπάρχει λεφτόδεντρο και το χρήμα μπορεί να τυπωθεί χωρίς αντίκρισμα, θέληση να υπάρχει μόνο. Αλλά η οικονομία, όπως και η κοινωνία, έχει τη σχεδόν μαγική ιδιότητα να συμπεριφέρεται σαν ζωντανός οργανισμός με ένστικτο αυτοσυντήρησης. Τα λεφτά που δόθηκαν, πολλά ή λίγα, δεν ήταν αρκετά για να βάλουν στον πάγο το status quo ώστε μετά τη λήξη του lockdown να επανέλθουμε ξαφνικά στην προηγούμενη κατάσταση σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο δεν ήταν άλλος από την εστίαση και την επέκταση αυτής τον τουρισμό. Μπορεί το εκθεσιακό κλισέ της «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας να κρατά ακόμα μια ιδιαίτερη θέση για τον τουρισμό, αλλά δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα συγκοινωνούν δοχείο με τη «χειμερινή εστίαση». Ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων από την πραγματικά βαριά βιομηχανία της εστίασης έφυγε από αυτή στο πρώτο lockdown και δεν γύρισε ποτέ σε αυτή, δεν γύρισε ούτε στον τουρισμό το καλοκαίρι. Αυτό δεν είναι ένα καθόλου ελληνικό φαινόμενο για να λατρέψουν οι αυτοαναφορικοί σχολιαστές που βλέπουν παντού τεμπέληδες Έλληνες με καφέ στο χέρι που φοβούνται τη δουλειά.
Από τις ΗΠΑ μέχρι την Αγγλία χιλιάδες ήταν οι αλυσίδες και τα μικρά μαγαζιά στην εστίαση που έχασαν για πάντα τους εργαζόμενούς τους γιατί οι λύσεις ανάγκης που βρήκαν εν μέσω πανδημίας έγιναν μόνιμες. Η ειρωνική απάντηση του Joe Biden προς τους εργοδότες που δεν έβρισκαν εργαζόμενους με τον κατώτατο μισθό ”Pay them more” έκανε μεγάλη αίσθηση σε μια σπάνια παρέμβαση για Αμερικανό Πρόεδρο στα εργασιακά. Από την άλλη στην Αγγλία το άνοιγμα της εστίασης συνοδεύτηκε με μια αύξηση της τάξης του 14%. Και ακόμα δεν είχαμε δει τίποτα με αυτά που ερχόντουσαν με φόρα…
Οι αυξήσεις σε καύσιμα και γεωργικά προϊόντα που σχετίζονται άμεσα με τη Ρωσία και την Ουκρανία, είναι μάλλον προειδοποιητικές βολές διαχείρισης του ήδη υπάρχοντος στοκ με τις εισαγωγές στο μέλλον να γίνονται σε τιμές που δεν έχουν προβλεφθεί ακόμα. Η μοναδική ελληνική εξαίρεση που συνέβη ήταν η διαφορά φάσης του τέλους της πανδημίας με την έναρξη του πολέμου. Αυτό ήταν κάτι που οδήγησε την κυβέρνηση σε μια λύση πακέτο των δύο αυτών συγκυριών. Ο πληθωρισμός τον Μάρτιο έφτασε το 8% στην Ελλάδα και λίγες μέρες πριν την έναρξη της τουριστικής σεζόν ανακοινώθηκε ότι υπάρχουν ελλείψεις σε προσωπικό που φτάνει τις 20.000 θέσεις, φαινομενικά άσχετα νούμερα μεταξύ τους, πολύ σχετικά όμως αν είσαι στον χώρο.
Ένας συνδυασμός σπασμένων και ανταγωνισμού έχει οδηγήσει σε πάγωμα των μισθών στις τουριστικές περιοχές. Το φαινόμενο που κάποιος έφευγε για 4 μήνες σε ένα νησί και γύριζε πίσω με λεφτά που του εξασφάλιζαν τους υπόλοιπους 8, απλά δεν υπάρχει πια. Σταδιακά αυτό έγινε να φεύγουν κάποιοι από τη χειμερινή τους δουλειά για λίγους μήνες για να τσοντάρουν στο εισόδημά τους με συμφωνία ότι θα επιστρέψουν και τώρα δεν υπάρχει ούτε αυτό. Οι μισθοί που δίνονται πια στα νησιά είναι ελάχιστα μεγαλύτεροι από αυτούς της Αθήνας, κάτι που αναπόφευκτα έχει οδηγήσει λογική έλλειψη ενδιαφέροντος. Μην ξεγελιόμαστε από 2-3 «κοσμικά» νησιά και 10 συνολικά μαγαιζιά που δουλεύουν με ινσταγκραμικούς κροίσους, η υπόλοιπη «βιομηχανία» έχει αρχίσει να μοιάζει επικίνδυνα με βιοτεχνία, αν όχι με οικογενειακή επιχείρηση.
Η εξαγγελία για την αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό που ξεπερνά οριακά τον πληθωρισμό δεν έγινε τυχαία λίγο πριν την Πρωτομαγιά. Κάποιος θα μπορούσε να δει μια επικοινωνιακή διαχείριση του πληθωρισμού από την κυβέρνηση και μια προσπάθεια να μετριάσει το αντιπολιτευτικό μένος στην πορεία της εργατικής Πρωτομαγιάς, αλλά αυτή είναι μάλλον μια επιφανειακή ανάγνωση, γιατί το βλέμμα της κυβέρνησης είναι πιο κοντά σε αυτούς που πάνε να πιάσουν τον Μάη.
Όλοι ξέρουμε ότι τα 50€ δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα με τις τιμές στη βενζίνη, ούτε με τις ρήτρες αναπροσαρμογής στους λογαριασμούς ενέργειας. Θεωρητικά κανείς δεν εμποδίζει την εκάστοτε κυβέρνηση να εξαγγείλει ακόμα μεγαλύτερες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, θα μπορούσε να πει ότι από την Πρωτομαγιά ο κατώτατος μισθός πάει στα 1000€ ή στα 1500€, αλλά όλοι ξέρουμε ότι τότε απλά όλοι θα δούλευαν μαύρα για όσα θα άντεχε να δώσει ο κάθε εργοδότης.
Αυτά τα 50€ είναι περισσότερο ένα ελληνικό “Pay them more” στους χώρους που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην προσέλκυση εργατικού δυναμικού. Μπορεί να είναι 50€ μπορεί να είναι και 200€ και το αν θα πετύχει το σύνθημα ή χρειάζονται περισσότερα θα το μάθουμε πολύ πριν το τέλος της σεζόν σε περίπτωση που όλο αυτό εξελιχθεί σε ένα ιδιότυπο lockout. Όπως είπαμε θα συνεχίσουμε να ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς για λίγο ακόμα.