Κάποια στιγμή στο ‘‘Αμερικανικό Ειδύλλιο’’, οPhilip Roth γράφει. «Υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που φοβάται ένας άντρας και ενδεχομένως πότε κερδίζει και πότε να χάνει στις μάχες με αυτά. Εκτός από την αρρώστια. Εκεί σίγουρα θα κάνει σαν μικρό παιδί». Και πολύ άδικο έχει ο μέγιστος Roth, καθότι αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας και όχι να κάνουμε «πατ-πατ» στον καθρέφτη στο ύψος του ώμου, η αλήθεια είναι πιο πικρή. Είμαστε χειρότεροι από παιδιά.
Έχω βρεθεί στο δάπεδο ενός ρινγκ με νοκ-άουτ. Ξύπνησα αλλά δεν φοβήθηκα. Έχουν αποπειραθεί να με κλέψουν. Δεν φοβήθηκα. Έχω δει τόνους θρίλερ, έχω κυνηγήσει κατσαρίδες, έχω καθαρίσει αποθήκες με αράχνες και έχω κάνει σκοπέτο στην απόλυτη ερημιά. Δεν φοβήθηκα ποτέ. Γιατί; Δεν έχω ιδέα και δεν έκατσα ποτέ να το σκεφτώ. Ξέρω όμως ότι κάθε φορά που το θερμόμετρο θα δείξει 37.0, είμαι στα ξεκινήματα του να κάνω την διαθήκη μου. Έχω πάρει τηλέφωνο τους κολλητούς μου να τους αποχαιρετήσω, να τους πω τι αφήνω για τον καθένα και περιμένω χειρότερη μοίρα και από εκείνη του Φάουστ. Δεν μπορώ τον οδοντίατρο για κανένα λόγο παρότι πηγαίνω τακτικά και ο ανδρολόγος μου που επιβλέπει μία κύστη που έχω στον αριστερό όρχι, μου λέει συνεχώς πως «είσαι χειρότερος και από τον Κατά Φαντασίαν Ασθενή του Μολιέρου».
Κάποιος θα πει πως είναι άγραφος νόμος. Ότι οι άντρες κάνουν σαν μικρά παιδιά όταν είναι άρρωστοι. Οι γυναίκες θα πουν πως είμαστε ακόμη μικρά παιδιά, ότι δεν μεγαλώσαμε ποτέ και πως οι αντιδράσεις μας κάθε φορά που πονάει η μέση μας ή έχουμε πυρετό ή οτιδήποτε σχετίζεται με την υγεία, είναι η απόδειξη. Και ίσως να έχουν και δίκιο. Ίσως είμαστε ακόμη αυτά τα μεγάλα μωρά που ήρθαν στον κόσμο ουρλιάζοντας και θέλουν να κάνουν το ίδιο και τώρα. Ποιος καλύτερος λόγος όταν νομίζεις πως απειλείται η ζωή σου από έναν πυρετό; Την πληρώνει η μάνα σου που σου κάνει την κοτόσουπα, η κοπέλα σου που της γκρινιάζεις ότι δεν σου δίνει αρκετή σημασία και η γυναίκα σου που λέει κρυφά στα παιδιά της «μην γίνεις σαν τον μπαμπά όταν αρρωσταίνει».
Αλλά όχι διάολε δεν το δέχομαι αυτό. Αν υπάρχει μία αντρική φύσεως γκρίνια, κάτι για το οποίο μπορούν να μαζευτούν οι γυναίκες σε ένα μπαρ και να συμφωνήσουν σε αυτό τσουγκρίζοντας ποτήρια με κρασί, ας είναι το manflu. Ας είναι το πόσο θνητοί, ανώριμοι και μπεμπέδες γινόμαστε όταν αρρωσταίνουμε. Όταν πρέπει να δώσουμε αίμα, όταν πρέπει να κάνουμε κωλονοσκοπήσεις, όταν πρέπει να μπούμε σε αξονικό τομογράφο ή όταν απλά κάτι πάει στραβά μορφολογικά με «τον καλύτερό μας φίλο». Είναι δα δηλαδή τόσο τρομερό να υπάρχει και μία αντρική γκρίνια; Θα ήταν καλύτερο να γκρινιάζαμε γιατί η τηλεόραση δεν δείχνει μονίμως μπάλα; Ή γιατί δεν υπάρχουν αρκετές χοιρινές μπριζόλες λαιμού στην κατάψυξη;
Τουλάχιστον γκρινιάζουμε για την υγεία μας. Για το πιο πολύτιμο αγαθό στον πλανήτη. Και μάλιστα έχουμε τέτοια αυτογνωσία, που όχι μόνο δεν πετάμε το ζείν στα σκουπίδια, αλλά αγωνιούμε σε τέτοιο βαθμό για αυτό που μας κολλούν το manflu λες και είμαστε λεπροί. Ε λοιπόν να ξέρετε πως δεν έχουμε κανένα πρόβλημα. Θα γκρινιάζουμε όσο το κούτελο παραμένει ζεστό. Όσο πρέπει να μπαίνει αναλγητική κρέμα στη μέση και όσο ο φρονιμίτης δεν μας αφήνει να δαγκώσουμε μπριζόλα. Αν η κοπέλα πρέπει να πει κάτι για μας, ας είναι το πόσο ανυπόφοροι γινόμαστε όταν αρρωσταίνουμε. Όχι ότι είμαστε τσιφούτηδες, όχι ότι φερόμαστε άσχημα στις γυναίκες, όχι ότι είμαστε μίζεροι. Ότι πάσχουμε από μανιακό manflu, σε βαθμό που τις κάνει να θέλουν να μας αδειάσουν κατσαρολικά στα κεφάλια.
Άλλωστε οι άντρες είναι μεγάλα παιδιά. Και όλα τα παιδιά όταν γκρινιάζουν αρρωσταίνουν. Πόσο κρατάει η γρίπη; Τρεις μέρες; Σιγά...