Λίγο πριν την αυγή του 2000 και της νέας χιλιετίας που πλησίαζε, επικρατούσε ένα πανδαιμόνιο για το τι θα επικρατήσει στην ανθρωπότητα από την στιγμή που το ρολόι θα έδειχνε 00.01. Υπήρχαν διάφορα σενάρια που περιλάμβαναν από την πτώση τραπεζικών συστημάτων και διαφόρων φυσικών καταστροφών, μέχρι αναστροφή πόλων του πλανήτη και άφιξη εξωγήινων. Το 2000 άρεσε σε όλους ως αριθμός, γέμιζε ελπίδα τον κόσμο που γινόταν μάρτυρας της νέας χιλιετίας, ενώ από αυτή ονομάστηκε και η δική μας γενιά, η Generation Y ή αλλιώς Millennials, που παρότι δεν είχαν κλείσει ακόμη τα 18 έβλεπαν αισιόδοξα το νέο πλαίσιο που πλησίαζε στις ζωές τους με αισιοδοξία, την τεχνολογία στο πλευρό τους και με υποσχέσεις για έναν καλύτερο κόσμο.
Στην Ελλάδα της ενοποιημένης οικονομικής ζώνης με το ευρώ να καταφθάνει και το internet να μπαίνει στα σπίτια, πιστέψαμε ότι η ζωή μας θα γίνει ευκολότερη. Ακολουθήσαμε πιστά τη νέα εποχή, έχοντας όμως στο νου το μοτίβο που μας μετέφεραν οι παλαιότερες γενιές. Κάποιες συνήθειες και συμπεριφορές δεν θα έπρεπε να είχαν θέση στη νέα χιλιετία της αλλαγής, αλλά τις κουβαλήσαμε μαζί μας ούτως ή άλλως, είτε επειδή τις ασπαστήκαμε, είτε επειδή οι δικοί μας ήξεραν πώς να μας τις πασάρουν. Κάποιες από αυτές, ίσως και να μας βγήκαν σε καλό. Και άλλες όχι. Πολλά και διάφορα μπορούν να ειπωθούν για την πρώτη δεκαετία. Οι άντρες άλλαξαν. Από το χτένισμα τους μέχρι τον τρόπο που μιλούν και τον τρόπο με τον οποίο κάνουν παρέες. Γνώριζαν τις ανταύγειες, τα piercings, την πειρατική μουσική, τα παράνομα DVD και τα social media. Στη χώρα μας, η Generation Y ήταν η δεύτερη γενιά που βίωνε την αλλαγή του 1980 και μία κοινωνική απελευθέρωση, την οποία όμως δεν μπήκαν καν στην διαδικασία να αξιολογήσουν το πόσο πολύ ή όχι τους έκφραζε όπως τους μπαμπάδες τους ή τα μεγαλύτερα ξαδέρφια τους. Ψήφισαν για πρώτη φορά το 2004 χωρίς να δείξουν κάποια νέα τάση στις προτιμήσεις ή αλλάζοντας το πολιτικό σκηνικό που ίσχυε μέχρι τότε και, στα μυαλά των περισσοτέρων τουλάχιστον, σκεπτόμενοι πως είναι ακόμη μια γενιά που θα απολάμβανε τη νέα χιλιετία με τεχνολογικά επιτεύγματα και την παγκοσμιοποίηση στο απόγειό της, δεν μπορούσε να δει ποτέ το τσουνάμι που ερχόταν στο διάβα της. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, όταν οι περισσότεροι ήταν μικρότεροι από 25 ετών;
Ο άντρας της δεύτερης δεκαετίας του 2000, της δεκαετίας της λιτότητας του ΔΝΤ και της χρεωκοπίας της χώρας, κατέληξε να ήταν πολύ διαφορετικός από εκείνος που πίστευαν οι γονείς του και πολύ πιο σκληρός από ό,τι θα πίστευε ο ίδιος. Αναγκάστηκε να πετάξει την κουβέρτα της προστασίας που τον σκέπαζε τόσα χρόνια. Οι δικοί του, θα του έλεγαν πως η χώρα αυτή έχει ξαναδεί φτώχειες, όπως είδαν και οι ίδιοι και πως πρέπει να κάνει υπομονή. Εκείνος, πέρα από αυτό, ωστόσο, διαπίστωσε πως πολλοί νέοι της γενιάς του εκτός από φτωχοί έγιναν και χρεωμένοι. Ξαφνικά αναγκάστηκε να δουλέψει για λιγότερα λεφτά, παρά το ότι οι σπουδές και οι ικανότητές του μαρτυρούσαν πως θα αξίζει περισσότερα. Αρκετοί αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό. Δούλεψαν σκληρά για καλύτερα λεφτά αλλά μακριά από όλα εκείνα που είχαν την ταυτότητα που φώναζε «Ελλάδα». Και τους έλειψε αυτό. Ίσως όχι αμέσως, αλλά σίγουρα στην πορεία. Οι μεγαλύτεροι άντρες σε ηλικία από εκείνον αναγκάστηκαν να κάνουν δουλειές που δεν φαντάστηκαν ποτέ, προκειμένου να επιβιώσουν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους. Ήταν πράγματι μία περίοδος αλλαγών αλλά προς το χειρότερο. Με διαδηλώσεις κατά της λιτότητας, με δικαστήρια για οφειλές, με το εισόδημα να μειώνεται και με τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές να βαράνε κόκκινο – όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε υπόλοιπα μέρη του πλανήτη.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, ο άντρας της δεύτερης δεκαετίας του 2000 έμαθε να περνάει καλά και με τα λίγα. Έμαθε τις μαζώξεις στα σπίτια για κρασί και συζήτηση από εκεί που οι δικοί του γνώριζαν μόνο την ταβέρνα, ασχολήθηκε με το στυλ του ψωνίζοντας από αλυσίδες καταστημάτων με πολύ φθηνότερα ρούχα και έφτιαξε το πρώτο του σπίτι με value for money έπιπλα χωρίς να τον απασχολεί αν θα τον πουν φτηνιάρη ή όχι. Βγήκε πολλά ραντεβού. Τον βοήθησαν σε αυτό τα social media. Ήταν τόσο βαθύ το πηγάδι των γνωριμιών που μπορούσε, αν το ήθελε, να βγαίνει κάθε μέρα και διαφορετικό ραντεβού. Αυτές, όμως, οι σελίδες γνωριμίας, παρότι έπαιξαν τον ρόλο τους -όσο τον έπαιξαν- σε μία πιο σεξουαλική απελευθέρωση, ταυτόχρονα άλλαξαν και τις βάσεις στις σχέσεις που ίσχυαν μέχρι τότε. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε ούτε τον άντρα αλλά ούτε και την σύντροφό του να ψάξουν την ευχαρίστηση αλλού, αγνοώντας τις ατάκες της παλιάς γενιάς σχετικά με τις ταμπέλες που συνήθιζε να κολλάει ο κόσμος στο παρελθόν. Το ηλεκτροσόκ που υπέστη το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας με την παγκόσμια οικονομική κρίση, είτε έφτιαξε και δυνάμωσε χαρακτήρες, είτε τους τσάκισε τελείως αποδεκατίζοντάς τους οικονομικά και ψυχολογικά. Και ειδικά το τελευταίο, το βλέπουμε τώρα στο πετσί μας. Γιατί οι Millennials είναι η γενιά των ψυχοφαρμάκων και των κρίσεων πανικού. Είναι, όμως, και η γενιά που δεν θεωρεί ταμπού τους ψυχολόγους σε σχέση με τους γονείς τους και που, στην πλειοψηφία, μέχρι και σήμερα κάποιοι προσπαθούν να κάνουν κάτι για τους εαυτούς τους. Οι άντρες έμαθαν μαζί με όλα τα υπόλοιπα, πως η συνεδρία μπορεί να βγει σε καλό σε αντίθεση με την online πληροφόρηση που, όταν δεν ξέρεις από που προέρχεται, μπορεί να αποδειχθεί καταστροφική.
Μήπως, όμως, η υπερπληροφόρηση κατέστρεψε τον άντρα της νέας χιλιετίας; Μήπως, όπως του άνοιξε τα μάτια σε κάποια θέματα που δεν μπορούσε μέχρι τότε να εξετάσει ή να μπορέσει να δει για να σχηματίσει άποψη, του έκαναν τα μυαλά κιμά σε άλλες περιπτώσεις; Η απάντηση είναι σίγουρα ναι. Γιατί, παρότι αυτή η γενιά αντρών συνεχίζει να αγωνίζεται και απέδειξε πως δεν είναι τελικά το βολεμένο παιδί της παλιάς νοοτροπίας πραγμάτων -στην πλειοψηφία της-, ταυτόχρονα απέδειξε πως είναι και υπεύθυνη για φριχτά πράγματα. Γιατί μόνο φριχτές μπορείς να αποκαλέσεις τις γυναικοκτονίες και πόσο μάλλον όταν γίνονται από νέους ανθρώπους και υποτιθέμενους καθωσπρέπει γαμπρούς που τηρούν όλα εκείνα της λίστας που κοίταζε κάποτε η παλιά γενιά στο προξενιό. Και ο σεβασμός προς το όμορφο φύλο; Είμαστε καλύτεροι από άλλες γενιές αλλά σίγουρα είμαστε ακόμη πολύ πίσω και μάλιστα σε βασικά πράγματα. Όταν νέοι άνθρωποι αρνούνται να αποδεχτούν την αυθεντία των γυναικών, το πόσο δίκιο μπορεί να έχουν, το πόσο ικανός είναι ο τρόπος που σκέφτονται, πως το δικαίωμα της επιλογής τους για τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα ζητήματα της ζωής τους είναι αναφαίρετο δικαίωμα, τότε δεν έχουμε κάνει βήματα εμπρός αλλά πίσω. Μέσα στην πληθώρα εκείνων που εναντιώνονται, ευτυχώς υπάρχουν φωνές αντρών που δεν διστάζουν να σταθούν δίπλα στις γυναίκες που καταπιέζονται. Γιατί, ναι, υπάρχουν ακόμη γυναίκες που καταπιέζονται.
Και ο κορωνοϊός; Είναι το μελανό τελείωμα της πρώτης εικοσαετίας που νομίζαμε ότι θα ξεφορτωθούμε, αλλά που ζήσαμε ακόμη μία χρονιά μαζί του. Όμως μαζί με τις δυσκολίες ήρθε και η ωριμότητα που προέκυψε μέσα από αυτές. Είδαμε ότι μπορούμε να σκεφτούμε και διαφορετικά. Είδαμε πως ο «άντρας παλαιάς κοπής» έχει ακόμη στοιχεία που μπορούμε να κρατήσουμε και έχουν να κάνουν με την ηθική και τον χαρακτήρα χωρίς να μας μεταμορφώνει σε «καραμπαγλάν». Είδαμε την αναγκαιότητα του να προχωρήσουμε μπροστά σε πιο επαναστατικές σκέψεις και να πάρουμε ρίσκα, αλλά δεν αφορίσαμε πράγματα, όπως η οικογένεια, που συνδέονται με την ταυτότητα του λαού μας. Γι’ αυτό και είμαστε καλύτεροι μπαμπάδες. Καλύτεροι από τους δικούς μας γιατί βλέπουμε τα πράγματα από άλλο πλαίσιο – και άλλωστε και εκείνοι αυτό θα ήθελαν, να γίνουμε καλύτεροι από εκείνους. Είδαμε ότι μπορούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά και μόνοι μας αν χρειαστεί και ζητήσαμε τον ισάξιο χρόνο με την μητέρα του παιδιού, γιατί αυτό είναι το σωστό και το πρέπον.
Όλες εκείνες οι δυσκολίες που συναντήσαμε μπροστά μας, η αλλαγή αυτή που μας βρήκε οικονομικά και κοινωνικά, έπαιξε ρόλο στις ζωές μας είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι. Οι περισσότεροι άντρες, αν δεν άλλαξαν οι ίδιοι, άλλαξαν σίγουρα το πλαίσιο της σκέψης τους και της άποψής τους για την εικόνα που πίστευαν μέχρι τότε. Συγκρούστηκαν με φίλους και συγγενείς για αυτά που ασπάστηκαν, αλλά τουλάχιστον επέλεξαν να μην ακολουθήσουν σαν πρόβατα ένα μοτίβο που αποδείχτηκε ότι δεν δουλεύει. Και άλλοι, φυσικά, το ακολουθούν μέχρι σήμερα. Μέσα σε είκοσι χρόνια μπορείς να γίνεις καλύτερος και χειρότερος και σίγουρα, για τους άντρες σε όλο τον πλανήτη, θα υπήρξαν περιπτώσεις που ίσχυσαν και τα δύο.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι κρατήσαμε τα καλά. Αυτά τα λιγοστά που προέκυψαν και που καθόρισαν τον τρόπο της σκέψης μας σήμερα. Και ποια είναι η διαφορά; Ότι ακριβώς επειδή γνωρίσαμε τις αλλαγές αυτές σε μία πιο φρέσκια ηλικία, είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε σε είκοσι χρόνια από τώρα, ότι ο τρόπος σκέψης μας ενδεχομένως να αλλάξει ξανά. Δεν θα είμαστε σίγουρα οι ίδιοι αλλά θα προσπαθήσουμε να γίνουμε καλύτεροι. Αυτός είναι ο στόχος για τον άντρα της νέας χιλιετίας, έτσι ώστε να μπορέσουμε να δώσουμε τα εφόδια στα παιδιά μας ώστε, όχι μόνο να γίνουν οι άντρες που θέλουν, αλλά να μπορέσουν να αντέξουν στις όποιες αντιξοότητες ξεπηδήσουν.
Κλείνοντας, όμως, 21 χρόνια από την αυγή της νέας χιλιετίας, καταλήγουμε να μαθαίνουμε αυτό. Υπάρχουν σίγουρα πράγματα που μέσα σε 20 χρόνια θα καθορίσουν το σκεπτικό σου, αλλά το αν είσαι ο άντρας που θέλεις να γίνεις ή ο άντρας που πρέπει να γίνεις, το καθορίζουν οι πράξεις που αποφασίζεις να κάνεις κάθε μέρα.
Όσα χρόνια και χιλιετίες και αν περάσουν.