Θυμάμαι την πρώτη στιγμή που διάβασα την είδηση ότι μία κοπέλα βρέθηκε νεκρή στη Φολέγανδρο και ότι ο σύντροφός της αγνοούταν. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα είναι πως την σκότωσε. Προφανώς δεν μπορείς να περάσεις σε δηλώσεις πριν τις πρώτες ανακοινώσεις των Αρχών, αλλά όσο και αν θέλαμε μαζί με όσους βρισκόμασταν εκείνη την ώρα μαζί να δώσουμε ένα άλλο σενάριο, ήταν αυτό το οποίο δεν θέλαμε να αποδειχτεί πραγματικότητα. Μία ακόμη γυναικοκτονία, σε έναν τόπο που συνεχίζει -όχι τώρα αλλά εδώ και χρόνια- να αντιμετωπίζει την γυναίκα μέσα στη σχέση ή το γάμο, σαν «κτήμα», «περιουσία», με λιγότερα έως και καθόλου δικαιώματα και με συνεχή εξευτελισμό. Γιατί αν μας έμαθαν κάτι τα πρόσφατα γεγονότα στην Ηλιούπολη, είναι πως μερικά πράγματα απλά συμβαίνουν. Είτε εσύ θες να τα πιστέψεις είτε όχι. Είτε πιστεύεις ότι γίνονται, είτε δεν πιστεύεις.
Το πρόβλημα ωστόσο δεν είναι μόνο οι φόνοι. Είναι το καθεστώς τρομοκρατίας στο οποίο ζει μία γυναίκα ακόμα και σήμερα στο 2021. Οι δύσπιστοι και όσοι θέλουν σκόπιμα να κάνουν τα νερά θολά, θα μιλήσουν για μεμονωμένα περιστατικά και για ατυχή παραδείγματα, για λάθος κινήσεις και κακή παιδική ηλικία, για θύτες με σχιζοφρένεια που ενδεχομένως να μην την γνωρίζουν κιόλας. Όταν όμως μία κατάσταση έχει θύματα, δεν είναι απλά ατυχής. Είναι επικίνδυνη και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επικίνδυνη. Το τι θα κάνει το Κράτος είναι δικό του θέμα και μπορούμε να επέμβουμε σε αυτό ως ένα συγκεκριμένο σημείο. Το θέμα είναι τι κάνουμε όλοι εμείς καθημερινά. Αν όμως θέλουμε να μιλήσουμε με ανοιχτά χαρτιά, πρέπει -τελικά- να παραδεχτούμε κάτι το πάρα πολύ ανησυχητικό. Ότι είναι τρομερά εύκολο να σκοτώσεις μία γυναίκα σήμερα.
Δεν θα έπρεπε να είναι για πολλούς λόγους. Όπως και οι θύτες δεν θα έπρεπε να είναι όπως είναι. Επειδή όμως τον θύτη σου δεν το διαλέγεις αλλά σου επιβάλλεται, επειδή αν μπλέξεις δεν είναι τόσο εύκολο να σηκωθείς και να φύγεις όπως μερικοί νομίζουν, πρέπει να εντάξουμε στο κείμενο αυτό την μεγάλη λέξη που λέγεται ενσυναίσθηση. Πρέπει λοιπόν κάποιοι να καταλάβουν ότι οι γυναίκες κυκλοφορούν -ειδικά αυτή την εποχή- φοβισμένες στο δρόμο. Και το γεγονός αυτό, δείχνει ότι στο μεγαλύτερος μέρος έχουμε αποτύχει ως κοινωνία. Αν πιάσουμε τις υποθέσεις της Κάρολαϊν ή της Ελένης, βλέπουμε ότι ο βιασμός και η γυναικοκτονία, δεν είναι καθόλου μεμονωμένα περιστατικά. Γίνονται κατ’ εξακολούθηση, με σύστημα και από ανθρώπους που έχουν πολύ εσφαλμένη, διαστρεβλωμένη και ναρκισσιστική διατύπωση του τι σημαίνει να είσαι άντρας. Έχω διαβάσει διάφορες μπούρδες του τύπου «ναι αλλά και εκείνες ποιους διαλέγουν;» ή «ποιος δεν έχει σκεφτεί να χτυπήσει γυναίκα» ή και «εκείνη τι γύρευε μαζί του;» που προκαλούν ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση και δηλώνουν πως, ακόμη και αν αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι θύτες, αν περάσουν στα παιδιά τους τις ιδέες περί ανώτερου φύλου (γιατί για αυτό μιλάμε), μπορούν να δημιουργήσουν μία νέα σειρά δολοφόνων χωρίς καν να το θέλουν.
Μπορούμε λοιπόν να λέμε σωστά ότι πρέπει οι οικογένειες να διδάξουν στα παιδιά τους την ισότητα, τον σεβασμό και την ελευθερία επιλογών και αποφάσεων ανάμεσα στα δύο φύλα, αλλά αυτή τη στιγμή, στις ώρες και τις μέρες που διανύουμε, αυτό που με λυπεί περισσότερο είναι πως έχουμε δημιουργήσει ένα καθεστώς φόβου. Ο δολοφόνος της Γαρυφαλλιάς είναι 30 ετών και επικαλέστηκε μία κακιά στιγμή για να δικαιολογήσει μία γυναικοκτονία. Είμαι όμως βέβαιος πως δεν θα έκανε το ίδιο σε ένα κολλητό του αν μάλωναν για το ποιον δρόμο πήραν, για το αν το GPS τους έβγαλε σωστά, για το αν βρήκαν θέση να παρκάρουν ή σε μία συζήτηση για αθλητικά. Όχι. Ο τύπος αυτός, αυτό που έκανε θα το έκανε μόνο σε γυναίκα γιατί -που να πάρει ο διάολος- του ήταν πάρα πολύ εύκολο να το κάνει. Δεν θέλω καν να σκέφτομαι το τι θα μπορούσαμε να είχαμε αντικρίσει στην περίπτωση της 19χρονης από την Ηλιούπολη, αν η ιστορία δεν είχε πάρει αυτή την τροπή. Θα μετρούσαμε πάλι θύματα; Ίσως. Όμως σίγουρα, γιγαντώσαμε τον φόβο.
Η μεγαλύτερη ντροπή λοιπόν, είναι η παρακαταθήκη αυτού του φόβου. Ότι αντί να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον σεβασμού, αγάπης, γεμάτο έρωτα στα μάτια και πράξεις -όχι κουβέντες- πράξεις αφοσίωσης, έχουμε δημιουργήσει φόβο και τρόμο στο 2021. Έχουμε μία κοινωνία που λέμε πως η γυναίκα είναι ελεύθερη, όταν την ίδια στιγμή ρίχνει κλεφτές ματιές πίσω από τον ώμο της, βάζει την τσάντα της για να καλύψει τα οπίσθια της, τηλεφωνεί κρυφά στους γονείς ή τις φίλες της για να μιλήσει για την καταπίεση ή την κακομεταχείρηση που βιώνει και που κουβαλάει στο σώμα της «παράσημα» από τον δικό μας ναρκισσιστικό εγωισμό. Αυτό δεν είναι ελευθερία. Είναι καταδίκη. Που είτε τελειώνει με ψυχολογικά προβλήματα, είτε με τις Αρχές να καλύπτουν ένα πτώμα και να ζητούν από γονείς να αναγνωρίσουν το παιδί τους στο νεκροτομείο.
Αυτοί, είναι καμένα χαρτιά. Το θέμα λοιπόν είναι τι κάνουμε εμείς. Ας χτίσουμε ένα κόσμο αμοιβαίου σεβασμού. Ας χτίσουμε σχέσεις ισότητας και αγάπης με την σύντροφό μας. Ας χτίσουμε το δικαίωμα της απόρριψης, της λήξης μιας σχέσης, του διαζυγίου και όλων αυτών με πολιτισμένο, ανθρώπινο τρόπο. Ας γίνουν έτσι οι βάσεις που ακόμη και όταν μία σχέση δεν θα πετύχει, θα αποχωρούμε σαν άντρες και εκείνες σαν γυναίκες, όχι εκείνες σαν γυναίκες και εμείς σαν κτήνη. Και αν όλα αυτά γίνουν σωστά, τότε και ο φόβος θα εξαλειφθεί και θα μπορούμε να μιλάμε για πραγματική αξιοκρατία.
Μέχρι τότε, ας είμαστε οι άλλοι. Αυτοί που θέλουν να κάνουν την διαφορά. Που θα διδάξουν στα δικά τους παιδιά την φράση «Δεν σου ανήκει κανείς, παρά μόνο ο εαυτός σου». Τότε, ίσως όλα γίνουν λίγο καλύτερα. Γιατί αυτή τη στιγμή, τρέμω στην ιδέα ότι θα μπορούσα να έχω κόρη.