Όταν πρωτοφτιάχτηκε το περιοδικό ΝΙΤΡΟ, η πρώτη δουλειά που μου ανέθεσαν, ήταν να βρω στοιχεία για τη ζωή του Τόλη Βοσκόπουλου. Ήταν μια εποχή χωρίς internet και google, άρα ο μόνος τρόπος για να κάνεις τη δουλειά σου, ήταν να ψάξεις για παλιά δημοσιεύματα εφημερίδων στο «Ίδρυμα Μπότση» και να μιλήσεις με ανθρώπους που τον γνώριζαν. Ανθρώπους που είχαν να σου πουν ιστορίες. Που τον είχαν ζήσει.
Με όλους όσοι μίλησα και κυρίως με όλες όσες μίλησα, μου είπαν για έναν άνθρωπο που έδινε και την ψυχή του για τις γυναίκες. Όχι για να τις εντυπωσιάσει, όχι για να τον θαυμάζει ο κόσμος και να λέει «γεια σου ρε Τόλη Άρχοντα!», όχι για να κάνει φιγούρα και επίδειξη, αλλά διότι έτσι ήταν. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς: όταν ο Τόλης αγαπούσε, αγαπούσε με όλο του το «είναι». Έδινε το 200%, έβαζε στην άκρη τον «αντρικό εγωισμό», παραδινόταν άνευ όρων, έκανε ακριβά δώρα, παράταγε τα πάντα κι ακολουθούσε την καρδιά του. Διεκδικούσε τη γυναίκα που αγαπούσε με έναν τρόπο απόλυτο, όχι για να πάρει πίσω ισόποση αγάπη, αλλά για να την πλημμυρίσει με όλα αυτά τα συναισθήματα που είχε μέσα του, που τον «έπνιγαν» με ένα κοκτέιλ ευτυχίας και βαθιάς καψούρας.
Η καλλιτεχνική αξία του Τόλη, η σταδιοδρομία του στο τραγούδι και τον κινηματογράφο, είναι κάτι εντελώς προσωπικό για τον καθένα. Για κάποιον μπορεί να ήταν ο σπουδαιότερος όλων και για κάποιον άλλον απλά ένας καλός τραγουδιστής ή ένας αδιάφορος ηθοποιός. Άλλος μπορεί να θεωρεί τη φωνή του την καλύτερη όλων των εποχών και άλλος πολύ λεπτή ή πολύ ένρινη – δεν υπάρχουν «αντικειμενικά κριτήρια» στα γούστα. Ο Τόλης ήταν, είναι και θα είναι για τον καθένα από εμάς, αυτό που εισέπραξε από τα τραγούδια του, αυτό που τραγούδησε, που ερωτεύτηκε, που διασκέδασε, που έκλαψε, που αναπόλησε τη μεγάλη αγάπη της ζωής του. Αλλά πέρα και πάνω από τον τραγουδιστή Τόλη και τον ηθοποιό Βοσκόπουλο, ήταν ένας άντρας που αγάπησε βαθιά και αληθινά τις γυναίκες.
Κι επειδή ζούμε σε μια περίοδο όπου διάφορα «τέρατα» έχουν βγει από τις κρυψώνες τους και κυκλοφορούν γύρω μας, που σκοτώνουν τις γυναίκες και τις συντρόφους τους επειδή «χάλασε η φάση» ή επειδή «θόλωσαν», που χτυπούν και κακοποιούν σωματικά και ψυχικά πλάσματα που θα έπρεπε να αγαπούν και να φροντίζουν, που κάνουν επίδειξη σωματικής ισχύος πάνω σε γυναίκες που θεωρούν αδύναμες και «του χεριού τους», η κληρονομιά του Τόλη Βοσκόπουλου ας είναι – πέρα από τα τραγούδια του – το πώς πρέπει να φερόμαστε στις γυναίκες. Τις γυναίκες της ζωής μας και τις γυναίκες γενικώς. Όχι απαραίτητα με την «κιμπαριά» του Τόλη, όχι «καίγοντας τα πάντα» για μια γυναίκα, όχι μένοντας «στον άσο» και ξεκινώντας ξανά και ξανά από την αρχή, αλλά με την ευγένεια, τη δοτικότητα και τη μεγαλοπρέπεια που αγάπησε αυτός ο Άρχοντας τις γυναίκες που διάλεξε και τον διάλεξαν.