Αρκετοί από εμάς είχαν την τύχη να μεγαλώσουν, κάνοντας διακοπές διαρκείας στο εξοχικό κάθε καλοκαίρι. Εκεί, όπου πηγαίναμε μόλις έκλειναν τα σχολεία και επιστρέφαμε σπίτια μας λίγο πριν ξανανοίξουν. Το μέλημά μας, πέρα από το να περάσουμε καλά και να δούμε τις παρέες μας που βλέπαμε αποκλειστικά τα καλοκαίρια (σπάνια βρισκόμασταν το χειμώνα και δεν υπήρχαν φυσικά social media και smartphones για να τα λέμε), ήταν να μετρήσουμε τις μέρες των διακοπών, για να κερδίσουμε στην άτυπη κόντρα με τους συμμαθητές μας. Επίσης να φάμε περισσότερα παγωτά και φυσικά να κάνουμε περισσότερα μπάνια – καμιά φορά η απογευματινή βουτιά στη θάλασσα, είχε σαν αποκλειστικό σκοπό να καταγράψουμε διπλό μπάνιο μέσα στη μέρα. Τα «φουσκώναμε» και λίγο τα νούμερα, μια και δεν υπήρχε και καμιά επίσημη καταμέτρηση και επιστρέφαμε στο σχολείο λέγοντας ότι κάναμε μέσα σε δυόμιση μήνες 90 μπάνια και φάγαμε κάπου 80 παγωτά!
Ωραίες εποχές, όπου δεν μας ένοιαζε τίποτα: ούτε κρίση, ούτε αν έχουμε ίντερνετ ή όχι, ούτε κορωνοϊός, ούτε εμβολιασμοί, ούτε επιδόματα των 534 ευρώ. Το σπίτι υπήρχε, η θάλασσα επίσης, η παρέα ερχόταν κάθε χρόνο, το ποδήλατο έβγαινε από την αποθήκη και ξαμολιόταν στις κατηφόρες, στο μπάνιο γινόταν χαμός, το τραπέζι του πινγκ-πονγκ έπαιρνε φωτιά, οι γείτονες γκρίνιαζαν για τη φασαρία όποτε παίζαμε μπάλα, τσακωνόμασταν, νιώθαμε τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, καπνίζαμε στη ζούλα τα πρώτα μας τσιγάρα, γδέρναμε τα γόνατά μας μέχρι σχεδόν να φανεί το κόκκαλο. Αλλά ήμασταν καλά. Πραγματικά καλά. Πραγματικά ανέμελοι και χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, ακόμα κι αν δεν το συνειδητοποιούσαμε τότε και μας φαινόταν όλο αυτό μια επαναλαμβανόμενη καλοκαιρινή συνήθεια – το καταλάβαμε όταν το εξοχικό πουλήθηκε ή όταν σταματήσαμε να πηγαίνουμε σεζόν και απλά κάναμε μια βόλτα ένα Σαββατοκύριακο κι ένα τριήμερο.
Εκεί όπου θα πετύχαινες τους παρακάτω τύπους:
Σήμερα, ούτε εμείς που τότε ήμασταν παιδιά, ούτε τα παιδιά μας δεν μετράνε μέρες διακοπών, παγωτά και μπάνια. Μετράμε έξοδα και δόσεις της Εφορίας. Μετράμε πόσες μέρες έμειναν για να πληρωθούμε κι αν περισσεύουν λεφτά για διακοπές μιας εβδομάδας. Μετράμε κρούσματα κάθε μέρα, θανάτους και διασωληνωμένους. Μετράμε πόσες μέρες μεσολαβούν από την πρώτη μέχρι τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Μετράμε ένα σωρό πράγματα που δεν «μετράνε» για την ψυχική μας υγεία, για τη χαρά μας, την καλοκαιρινή μας ξεκούραση, το χαμόγελό μας. Και αυτή μας τη μιζέρια και τη δυστυχία, την «κολλάμε» στα παιδιά μας σαν να τους κολλάμε ιό: μας βλέπουν με το κεφάλι σκυμμένο και με τη σειρά τους σκύβουν πάνω από το τάμπλετ και το κινητό. Αποτέλεσμα; Τα βλέμματά μας δεν συναντιώνται σχεδόν ποτέ.
Μάλλον πρέπει με κάποιον τρόπο να γυρίσουμε σε εκείνη την εποχή των πιο «σημαντικών – ασήμαντων» πραγμάτων της ζωής μας. Διότι το πόσα παγωτά έφαγες μέσα σε ένα καλοκαίρι, είναι στην πραγματικότητα μια γελοιότητα αλλά παράλληλα κι ένα υπέροχο πράγμα. Ή τα μπάνια που έκανες. Είναι αυτά που σε γέμιζαν, σε έκαναν να είσαι πραγματικά χαρούμενος, φόρτιζαν κυριολεκτικά τις μπαταρίες σου ενόψει χειμώνα, όπου γύριζες μαυρισμένος, πιο ψηλός, πιο αδύνατος, πιο «άντρας» ή «γυναίκα» απ’ όταν έφυγες για διακοπές, έχοντας καταβροχθίσει ό,τι έβρισκες επειδή «το παιδί είναι στην ανάπτυξη». Ας θυμηθούμε και πάλι εκείνα τα χρόνια, ας πάρουμε ένα παγωτό πύραυλο με το παιδί μας κι ας πασαλειφθούμε με σοκολάτες σε ένα παγκάκι, ας σηκωθούμε το Σάββατο λίγο πιο νωρίς να πάμε για μια βουτιά στη θάλασσα κι ας κάνουμε μια «συμφωνία κυρίων» μαζί του, που να λέει ότι ούτε το παιδί, ούτε ο γονιός, θα ανοίξουν το κινητό όλη μέρα. Παιδιά δεν πρόκειται να ξαναγίνουμε, αλλά ένα μικρό ταξίδι στο χρόνο, σ’ εκείνα τα υπέροχα χρόνια της ανεμελιάς, ποτέ δεν έβλαψε κανέναν.