Ως πολιτισμένη κοινωνία, όπως θέλουμε να λεγόμαστε, οφείλουμε να είμαστε με το θύμα και όχι με το θύτη – όποιος κι αν είναι ο θύτης, όσο σπουδαίος, σεβάσμιος, δημοφιλής ή αγαπητός είναι. Ως πολιτισμένη κοινωνία όμως, οφείλουμε επίσης να αναγνωρίζουμε το τεκμήριο της αθωότητας και να μην είναι το «αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου» απλά μια ατάκα που βλέπουμε σε τηλεοπτικές σειρές.
Για κάθε περίπτωση που απασχολεί τη δημόσια σφαίρα, οφείλουμε να ενημερωνόμαστε, να διαβάζουμε και τις δυο πλευρές, να σκεφτόμαστε, να σιωπούμε και να σεβόμαστε όλες τις πλευρές – και το (φερόμενο ως) θύμα και τον (φερόμενο ως) θύτη. Σε κάθε περίπτωση και χωρίς εξαιρέσεις. Είτε πρόκειται για κάτι μεγαλύτερο είτε για κάτι μικρότερο. Είτε αφορά σε σεξουαλική παρενόχληση ή σεξουαλική κακοποίηση είτε βιασμό, είτε αφορά σε λεκτική βία, ξυλοδαρμό, μπούλινγκ. Διότι δεν είναι δική μας δουλειά να «δικάσουμε» ή να «καταδικάσουμε» κανέναν.
Οι αυτόκλητοι «Δικαστές» βέβαια στα social media, έχουν άλλη άποψη. Έχουν γενικότερα άποψη και την καταθέτουν με πύρινο λόγο, διότι μπορούν: ένοχη η Μπεκατώρου που μίλησε τόσα χρόνια μετά ή ένοχος ο παράγοντας που φέρεται να τη βίασε. Ένοχος ο Κιμούλης που (φέρεται να) φέρθηκε βάναυσα σε συνεργάτες του, ένοχη η Ζέτα Δούκα που κατήγγειλε τον Κιμούλη, επειδή δεν το είπε τότε «και προτίμησε να πάρει το ρόλο». Ένοχη η κοπέλα που κατήγγειλε ότι βιάστηκε όταν ήταν ακόμα παιδάκι, ένοχος ο προπονητής της.
Κουνάμε το δάχτυλο, φοράμε το κράνος του Δικαστή Ντρεντ, συλλαμβάνουμε, απαγγέλουμε κατηγορίες και δικάζουμε, 3 σε 1. Με τεράστια ευκολία – άλλωστε δεν μας αφορά και τόσο αυτό που έγινε, δεν το υποστήκαμε εμείς ή κάποιο κοντινό μας πρόσωπο, εμείς απλά την αποψάρα μας θέλουμε να γράψουμε.
Σοκάρονται κάποιοι με τα σχόλια στα social media, κάτω από θέματα και δημοσιεύσεις που κάνουν «τζιζ» - έχω ακούσει και διαβάσει πολλές φορές τις τελευταίες ημέρες «πώς γίνεται γυναίκες να γράφουν τέτοια πράγματα; Πώς γίνεται γυναίκες να παίρνουν θέση κατά μιας γυναίκας που κατήγγειλε βιασμό και να υποστηρίζουν αυτόν που τη βίασε»; Γίνεται και παραγίνεται: στο «Ιράν της Ευρώπης» που ζούμε, γεμάτο άλλοτε θρησκευτικό φανατισμό και άλλοτε «ιερή αγανάκτηση», σε μια χώρα όπου μέχρι πριν μερικά χρόνια τα χαστούκια στο σχολείο ήταν κομμάτι της «εκπαιδευτικής δραστηριότητας» και το ξύλο στο σπίτι (συνήθως από τον άντρα προς τη γυναίκα) ήταν «καθημερινό σπορ» που σχεδόν καμία δεν τολμούσε να καταγγείλει, δεν περιμένεις κάτι περισσότερο. Διότι οι καιροί μπορεί να αλλάζουν, αλλά οι άνθρωποι αλλάζουν πιο αργά. Κι όσο κι αν θεωρούμε ότι προοδεύουμε ως κοινωνία, ότι «ανήκομεν εισ την Δύσιν», οι ανατολίτικες καταβολές μας, δεν μας έχουν εγκαταλείψει ακόμα. Ο «άντρας – πασάς», η «γυναίκα που πρέπει να μένει στο σπίτι και να μεγαλώνει τα παιδιά», ο «άντρας που έχει πάει με πολλές είναι μάγκας, η αντίστοιχη γυναίκα πουτάνα», «δεν παθαίνει και τίποτα η γυναίκα να φάει και κανένα χαστούκι για να στρώσει», είναι πράγματα και έννοιες που ακόμα είναι βαθιά ριζωμένα στο DNA μας. Φεύγουν ενδεχομένως σιγά – σιγά, αλλά όχι τόσο απότομα όσο θα έπρεπε.
Την επόμενη φορά που θα «δικάσεις» κάποιον ή κάποια στα social media, δοκίμασε να μπεις για λίγο στη θέση του ή στη θέση της. Να αισθανθείς πώς μπορεί να νιώθει. Αυτή που βιάστηκε ή αυτή που την κλώτσησαν και την έβρισαν. Αυτό είναι βέβαια το πιο «εύκολο» συναισθηματικά, οπότε δοκίμασε επίσης να μπεις για λίγο στη θέση αυτού που κατηγορείται ότι βίασε ή κλώτσησε και σκέψου το εξής ενδεχόμενο: κι αν είναι αθώος; Αν δεν το έκανε; Δεν θα το αποφασίσω εγώ κι εσύ αυτό, αλλά μια ολόκληρη διαδικασία που περιλαμβάνει ανακρίσεις, καταθέσεις, μάρτυρες, δικογραφία.
Αν δεν μπορούμε να τα σεβαστούμε όλα αυτά, αν το τεκμήριο της αθωότητας είναι απλά ένα διακοσμητικό στοιχείο στον Ποινικό Κώδικα, μπορούμε πολύ απλά να αποφασίζουμε δια βοής ποιος είναι ένοχος και ποιος αθώος σε ένα λαϊκό δικαστήριο. Χωρίς στοιχεία και χωρίς να ακούμε την άποψη κανενός. Και μετά, να κρεμάμε από μια κολώνα τον ένοχο ή – ακόμα καλύτερα – να τον λιθοβολούμε μέχρι θανάτου, για να βγάζουμε και το άχτι μας. Ποια δικαστήρια τώρα και υπερασπιστική γραμμή και βλακείες; Έτσι δεν έκαναν στο Ιράν μερικά χρόνια πριν;