Δεν πα να χτυπιέται ο Μητσοτάκης και να λέει «δεν θέλω να δω εικόνες Δεκαπενταύγουστου σε διόδια και λιμάνια»; Δεν πα να λέει ο Τσιόδρας και ο Χαρδαλιάς κάθε απόγευμα τι πρέπει να κάνουμε και τι πρέπει να αποφεύγουμε; Δεν πα να λένε οι γιατροί και οι νοσηλευτές, παλεύοντας 20+ ώρες τη μέρα με το «θηρίο», να καθόμαστε σπίτι και να αποφεύγουμε τις άσκοπες μετακινήσεις; Δε πα να βλέπουμε στρατιωτικά φορτηγά στην Ιταλία να μεταφέρουν πτώματα και να τα πηγαίνουν για καύση, διότι πλέον τα νεκροταφεία δεν χωράνε άλλους; Δεν πα να βλέπουμε τη Γαλλία και την Ισπανία να ακολουθούν τα χνάρια της Ιταλίας;
Ο Έλληνας ανακάλυψε ένα ωραιότατο τριήμερο και φεύγει για το χωριό!
Χαμός στα διόδια, φρέντο στο χέρι στα λιμάνια, γέλια και χαρές. «Μια που δεν δουλεύουμε, ας πάμε στο χωριό». Ας πάμε εμείς, τα παιδιά μας και ο κορωνοϊός μας, σε ένα μέρος όπου κατά βάση ζουν ηλικιωμένοι άνθρωποι, ο ορισμός αυτού που λέμε «ευπαθείς ομάδες πληθυσμού». Ας πάμε λοιπόν να τους κολλήσουμε, διότι μπουχτίσαμε μια βδομάδα σπίτι και είναι βαθιά κουραστικό άλλωσε να τρως, να κοιμάσαι, να διαβάζεις, να βλέπεις ταινίες και σειρές στο Netflix, να παίζεις Playstation και να πίνεις καφέ. Ας κολλήσουμε τη μάνα και τον πατέρα, τον παππού και τη γιαγιά, τον θείο και τη θεία, το γείτονα και τη γειτόνισσα. Κι ας τους αφήσουμε μετά να πεθάνουν αβοήθητοι, αφού το κοντινό κέντρο υγείας με το ζόρι έχει ασπιρίνη και πιεσόμετρο και ο γιατρός που κάνει το αγροτικό του θα δει ξαφνικά να αρρωσταίνει όλο το χωριό και δεν θα ξέρει τι να τους κάνει…
Ας κάνουμε εμείς το κέφι μας, τη βόλτα μας, να περάσουμε κι από το καφενείο του χωριού να χαιρετίσουμε το Δήμαρχο, τον παπά, το δάσκαλο. Όπως πάντα, όπως παλιά. Λες και η ζωή μας είναι όπως πάντα και όπως παλιά… Ας πάμε να πάρουμε καθαρό αέρα, κουβαλώντας στην εξοχή «βρώμικο αέρα», γεμάτο μικρόβια. Ας ξαμολήσουμε τα πιτσιρίκια να τρέξουν όλα μαζί, να ανταμώσουν με τα ξαδέλφια τους, διότι είναι κλεισμένα τόσες μέρες σπίτι τα καημένα και δεν την παλεύουν.
Αλλά μετά, λίγες ή πολλές μέρες μετά, που θα έχουμε γυρίσει σπίτια μας με τις μπαταρίες γεμάτες, θα συνειδητοποιήσουμε πως οι μπαταρίες των αγαπημένων μας γερόντων άδειασαν μια και καλή… Κι όταν θα λάβουμε τα δυσάρεστα μαντάτα από το χωριό, τότε θα ξανακάνουμε την ίδια διαδρομή, θα ξαναπεράσουμε τα διόδια ή θα μπούμε στο ίδιο καράβι για το νησί, μόνο που αυτή τη φορά δεν θα είναι για να ξεσκάσουμε, αλλά για να αποχαιρετίσουμε για τελευταία φορά αυτούς τους οποίους εμείς «σκοτώσαμε».
Και τότε θα βροντοφωνάζουμε «πού είναι το κράτος; Τι έκανε η πολιτεία; Γιατί πέθαναν αβοήθητοι τόσοι άνθρωποι;» Και θα έχουμε δίκιο: η πολιτεία, το κράτος, η κυβέρνηση, έπρεπε να είχε κλείσει τα διόδια και τα λιμάνια και να τους γυρίζει όλους με το ζόρι πίσω. Κι ας φωνάζει όποιος θέλει για «χούντες» και «παραβίαση των προσωπικών ελευθεριών» και «φασισμούς» και άλλα παρόμοια. Για όποιον δεν το έχει πάρει χαμπάρι ακόμα, υπάρχει «πόλεμος» και στον πόλεμο παίρνεις δραστικά μέτρα - ακόμα και στρατιωτικό νόμο ή απαγόρευση κυκλοφορίας.
Ένα χαλαρό τριημεράκι λοιπόν ξεκίνησε. Με ήλιο, με χαμόγελα, με εξοχή, χωριό ή εξοχικό. Καλό σου ταξίδι και οίτα να περάσεις πολύ καλά και να ευχαριστηθείς τη μικρή σου εκδρομή. Και να «χορτάσεις» τους αγαπημένους σου συγγενείς. Κάποιους, ίσως τους βλέπεις για τελευταία φορά….