9 χρονών… Κοριτσάκι. Λουλούδι. Ψέματα. Μπουμπούκι. Τι έχεις προλάβει να ζήσεις στα 9 χρόνια σου; Τι αμαρτίες κουβαλάς; Τι έχεις κάνει; Τίποτα. Μόνο παιχνίδι. Παιχνίδι και χαμόγελα. Ακόμη και τον θάνατο σαν παιχνίδι τον βλέπεις. Και την αρρώστια. Αυτή την αρρώστια που λέγεται καρκίνος. Αυτή που έχει χτυπήσει πια όλες τις πόρτες. Όλες. Δεν υπάρχει, θαρρώ, σπιτικό που να μην έχει μία τέτοια ιστορία. Έναν θάνατο από καρκίνο. Αλλά όταν φεύγει ένα παιδί, οποιοδήποτε παιδί, τραντάζεσαι. Χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου. Θες να κοιτάξεις τον ουρανό, εκεί που μας έμαθαν να κοιτάμε για να δούμε τον Θεό και να φωνάξεις: «Ρε Μεγάλε, τι κάνεις;»
Τον Luis Enrique τον έχω δει ως ποδοσφαιριστή. Μετά ως προπονητή. Δεν τον είχα δει ως πατέρα. Ποτέ. Ποτέ μέχρι χθες. Που γέμισαν τα social media και τα site από φωτογραφίες με την κόρη του. Το κορίτσι που χάθηκε νικημένο από τον καρκίνο. 9 χρονών… Τρέλα.
Από την στιγμή που έγινα πατέρας, ένα πράγμα δεν μπορώ να διαχειριστώ. Τον φόβο μήπως πάθουν κάτι τα παιδιά. Έχω λιποθυμήσει επειδή όταν η μικρή ανέβασε πυρετό και είχε σπασμούς. Κοπάναγα το κεφάλι μου στον τοίχο όταν άκουγα τη μεγάλη (τότε μικρή) να κλαίει επειδή της έκαναν εξέταση αίματος. Με νικάει πάντα, ο πόνος τους. Γι΄αυτό και υποκλίνομαι βαθιά, γονατίζω σε όλους τους γονείς που πολεμάνε με θηρία. Και συντρίβομαι όταν ακούω «ειδήσεις» σαν και κι αυτή με την κόρη του Εnrique. Κάθε φορά το ίδιο συναίσθημα. Κομμάτια.
Δεν ξέρω τι άνθρωπος είναι ο Ισπανός προπονητής. Αν πιστεύει ακόμη στον Θεό ή αν- όπως έλεγε ο Νίτσε- για εκείνον πια ο Θεός πέθανε. Δεν ξέρω πώς αντιδράς σε τέτοιες περιπτώσεις και δεν θέλω να μάθω ποτέ. Μακάρι να μην μάθαινε και να μην μάθει κανένας γονιός. Λένε ότι η ενέργεια μεταφέρεται. Πως φτάνει εκεί που την στέλνεις… Δεν ξέρω πού βρίσκεται ο Luis Enrique. Ξέρω όμως ότι θέλω να του στείλω όσο κουράγιο και δύναμη έχω μέσα μου. Κι ας μην είναι πολύ. Είναι όμως μεγάλος, τεράστιος ο θαυμασμός μου, που άντεξε όλο αυτό το διάστημα να είναι όρθιος, δίπλα στην κόρη του. Που τα παράτησε όλα για να δώσει τη μάχη μαζί της.
Που άφησε δουλειές, υποχρεώσεις, όλες αυτές τις παπαριές που βάζουμε… μπροστά από τα παιδιά μας κάθε μέρα, για να ζήσει μαζί της μέχρι τον θάνατο της. Τι περίεργο… Να καταλαβαίνεις ότι πρέπει να ζεις με το παιδί σου, ότι δεν έχει τίποτα άλλο σημασία όταν φοβάσαι μήπως το χάσεις… Και να έχεις πείσει τον εαυτό σου πως ό,τι κάνεις, ό,τι δουλεύεις νυχθημερόν, το κάνεις για αυτό… Παπάρια.