Είναι η Αθήνα μια πόλη για «πέταμα»;

Προσπαθώντας να καταλάβεις αν εξαρτάσαι από εκείνη, φτάνεις στο σημείο να αναρωτηθείς αν την λατρεύεις ή την απεχθάνεσαι.

Η ταχύτητα με την οποία οδηγούσε ο οδηγός του ταξί, με έκανε να σκεφτώ το επόμενο πρωινό. Στην καλύτερη περίπτωση θα υπήρχε ένα τέτοιο, έστω και με σοβαρά κινητικά προβλήματα, στη χειρότερη δεν θα υπήρχε τίποτα, μόνο ένα ακαριαίο σταμάτημα της καρδιάς μου. Ενώ τα ψηλά, κίτρινα και υποτονικά φώτα της Αθήνας καθρεφτίζονταν στους φακούς των γυαλιών μου και ο αέρας από το χαμηλωμένο παράθυρο χτυπούσε στο μουδιασμένο μου πρόσωπο, σκέφτηκα τις αντιδράσεις των δικών μου ανθρώπων, της οικογένειάς μου, των φίλων και των απλών γνωστών μου στο άκουσμα της είδησης πως μου συνέβη κάτι το τρομερό. Η Αθήνα έχει την ικανότητα να σε γεμίζει με κακές σκέψεις. Όλες τους προέρχονται από το άγχος που σου δημιουργεί μέρα με τη μέρα. Το υποσυνείδητό σου, χωρίς να το καταλαβαίνεις, τις αποθηκεύει και όταν εκείνο θεωρήσει πως η κατάλληλη στιγμή έφτασε, τις φέρνει στην επιφάνεια, κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο.

Μέχρι να ολοκληρώσω τη σκέψη μου είχα φτάσει έξω από την πολυκατοικία και ο οδηγός είχε ανοίξει το μικρό φως στην οροφή, περιμένοντας τα χρήματα, προετοιμασμένος να μου δώσει άμεσα τα ρέστα. «Εδώ είμαστε, έτσι;» ρώτησε και μου χαμογέλασε. Αυτή ήταν μία ακόμη κακή ερμηνεία από έναν ακόμα κακό ηθοποιό της καθημερινότητας. Του έδωσα τα χρήματα, μου έδωσε τα ρέστα και είπαμε σχεδόν ταυτόχρονα καληνύχτα ο ένας στον άλλον. Μόλις είχα γίνει και εγώ ένας κακός ηθοποιός της καθημερινότητας. Δεν είχα το παραμικρό ενδιαφέρον για το πώς θα περάσει τη νύχτα του ο λιπόσαρκος οδηγός και αν αυτή ήταν καλή ή όχι. Βγήκα από το αυτοκίνητο και έβαλα μηχανικά το χέρι μου στην τσέπη.

(Φωτογραφίες: Λευτέρης Παρτσάλης)

Όταν ακούμπησα τα κλειδιά, κατάλαβα πως δεν είχα την παραμικρή κινητική βλάβη μετά από κάποιο ατύχημα και πως κανένα δάκρυ δεν θα κυλήσει απόψε από τα πράσινα μάτια της μητέρας μου για τον ξαφνικό χαμό μου. Ανέβηκα τις σκάλες που οδηγούν στο ασανσέρ και κοίταξα τον εαυτό μου στο μεγάλο καθρέφτη της εισόδου. Αυτή η πολυκατοικία σε αναγκάζει να βλέπεις τον εαυτό σου τουλάχιστον τέσσερις φορές την ημέρα. Δύο στην είσοδο και δύο στο ασανσέρ. Το πρωί βλέπεις το πρόσωπό σου πρησμένο από τον ύπνο, το βράδυ, ζαρωμένο από την εξάντληση. Υπάρχει έστω και μία αθηναϊκή πολυκατοικία που να μην σε ξεγυμνώνει μπροστά στα ίδια σου τα μάτια; Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;

Ο αέρας έκανε την παλιά ξύλινη μπαλκονόπορτα να κουνιέται αναποφάσιστη και η βοή από τις βόλτες των ελικοπτέρων στον ουρανό της Αθήνας τρόμαζε το σκυλί στην απέναντι πολυκατοικία, με αποτέλεσμα αυτό να κλαψουρίζει. Ο Υπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α., Μάικ Πομπέο, είχε φτάσει στην πρωτεύουσα και αντάλλαζε τις απόψεις του με τον Έλληνα πρωθυπουργό και η εναέρια εποπτεία, κρίθηκε αναγκαία από τους αρμόδιους. Αυτή ήταν και η αφορμή για να γραφτεί αυτό το κείμενο, στην πορεία, όμως, αυτή μεγάλωσε, διασπάστηκε και δημιουργήθηκαν μικρές αυτοτελείς ιστορίες.

statue

Μαζί με το κλαψούρισμα του σκύλου, τον ήχο του αέρα και τη βοή των ελικοπτέρων, έφταναν στα αφτιά μου διάφορες φωνές από τα γύρω διαμερίσματα. Πόσες ανθρώπινες στιγμές μπορεί να αντέξουν την ίδια στιγμή τα θεμέλια μιας πολυκατοικίας; O καθένας έχει τη δική του ζωή, όμως σε ένα κτίσμα από μπετό, αυτή παύει να είναι κρυφή και γίνεται συλλογική. Ζούμε αυτό που ζουν οι άλλοι, ακούμε αυτό που ακούν οι άλλοι, παρακολουθούμε αυτό που παρακολουθούν οι άλλοι. Οι «άλλοι» είμαστε εμείς οι ίδιοι. Ξέρουμε τον διπλανό μας καλύτερα εντός των τοίχων παρά εκτός αυτών. Αυτή είναι ίσως μία από τις μεγαλύτερες ιδιαιτερότητες της Αθήνας. Είσαι γνωστός με τους απέναντι ή με τους δίπλα όταν η πόρτα είναι κλειστή και είσαι άγνωστος όταν αυτή ανοίγει. Αλήθεια, πόσες φορές δεν μίλησες στο ασανσέρ με τη κυρία της διπλανής πόρτας; Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;

Κάθε πρωινό μοιάζει με το προηγούμενο. Σηκώνεσαι από το κρεβάτι, πας στην τουαλέτα, πλένεις τα χέρια σου, ντύνεσαι, ανοίγεις την πόρτα, κλειδώνεις και βγαίνεις στον δρόμο. Κάθε πρωινό μοιάζει με το προηγούμενο όχι λόγω των αναγκαίων ρουτινιασμένων κινήσεων, αλλά γιατί ο ήχος καθώς πραγματοποιούνται είναι κάθε φορά ο ίδιος. Έχω συνηθίσει να κοιμάμαι με θόρυβο, να ξυπνάω με θόρυβο, να κάνω μπάνιο με θόρυβο, να τρώω με θόρυβο. Η ηχορύπανση στην Αθήνα είναι ένα κεφάλαιο ιδιαίτερο. Ο άντρας που μένει στον πάνω όροφο, αφήνει το κινητό του στο πάτωμα. Κάθε πρωί, στις 5:45, εκείνο δονείται. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά πως πρόκειται για ηχορύπανση ή απλά για μια κίνηση ενός μαλάκα κατακτητή που νομίζει πως η πολυκατοικία του ανήκει. Πατάει σχεδόν δύο με τρεις φορές την αναβολή ώσπου να βρει τη δύναμη να σηκωθεί και όταν το κάνει, ο γδούπος από τα πόδια του που πατούν στο ξύλινο παρκέ, φτάνει στα αφτιά μου.

at5

Σκέφτηκα να του αγοράσω ένα μικρό τραπεζάκι, ή ένα σκαμπό, έτσι, σαν κίνηση καλής θελήσεως ώστε να τοποθετεί εκεί το κινητό του. Πριν φτάσω σε αυτό το σημείο, πριν με καταβάλλει ολοκληρωτικά ο θυμός, το είχα συνηθίσει. Η ζωή μου είναι ένας θόρυβος. Το έχω συνηθίσει όπως έχω συνηθίσει τις κόρνες των αυτοκινήτων καθώς φτάνω στον Ευαγγελισμό και στο ενδιάμεσο έχω δει τον Δημήτρη Καταλειφό να πίνει τον καφέ του. Έχω συνηθίσει τις κραυγές των κοριτσιών από το απέναντι μπαλκόνι όταν τα μάτια μου κλείνουν χωρίς την θέλησή μου. Έχω συνηθίσει τον ήχο που κάνουν τα γυάλινα μπουκάλια μέσα στη σακούλα καθώς πέφτουν με δύναμη στον κάδο και σπάνε. Έχω συνηθίσει το θόρυβο, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνον. Τι θα κάνω αν κάποτε βρεθώ σε απόλυτη απομόνωση; Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;

Μια κυρία έπλενε το μπαλκόνι της στον πέμπτο όροφο μιας πολυκατοικίας, λίγο πιο κάτω από την Κολοκοτρώνη. Τα νερά έπεφταν στο δρόμο, ενώ περνούσαν άνθρωποι. Άνθρωποι κανονικοί, με κόκκαλα, μάτια, χέρια και εγκέφαλο. Σκέψου τι άλλο μπορεί να σου έρθει στο κεφάλι από τον πέμπτο καθώς φεύγεις από ένα αποτυχημένο ραντεβού. Αν η τηλεόρασή της πάψει να λειτουργεί, μπορεί να επιχειρήσει να την πετάξει στον κάδο από το παράθυρό της. Η άγνοια της κυρίας αυτής, ο τρόπος που θέλει να πετύχει το σκοπό της χωρίς να σκέφτεται τις επιπτώσεις ή τους περαστικούς, είναι πιο επικίνδυνη από την ίδια την πράξη.

Η Αθήνα δεν είναι μια πόλη τρελή, είναι μια πόλη που αποτελείται από άτομα τα οποία έχουν ροπή προς τις ακατανόητες πράξεις, όχι λόγω φρενοβλάβειας, αλλά γιατί η κάθε σκέψη που δημιουργείται φτάνει στο στάδιο της εκτέλεσης χωρίς να φιλτράρεται. Το αίσθημα της επιβίωσης είναι ένας μύθος, αυτό που κυριαρχεί είναι το αίσθημα της επιβολής των δικών μας θέλω έναντι των θέλω του άλλου. Θέλω να ρίξω το νερό από τον πέμπτο όροφο στο δρόμο; Θα το κάνω. Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;

Η πόλη είναι ένας κρατήρας ανησυχίας. Τα βήματά μου καλύπτονται γρήγορα από κάποια άλλα. Το ίδιο συνέβη όταν από τον σταθμό της Ομόνοιας περπάτησα μέχρι το Πολυτεχνείο. Ένα παπούτσι μικρότερο ή μεγαλύτερο σε νούμερο από το δικό μου, πάτησε πάνω στο αόρατο αποτύπωμα που άφησα πίσω. Ήταν μια απλή Κυριακή του Νοεμβρίου, μπερδεμένη και άοσμη, όπως συνηθίζεται αυτή την εποχή. Σε ένα φανάρι, κοίταξα πίσω μου και υπήρχε πλήθος κόσμου, σε ένα άλλο, δεν υπήρχε κανείς για να καλύψει τα βήματά μου. Η απόσταση του χάους από την ηρεμία στην Αθήνα είναι μικρή. Μπορεί στο ένα στενό να παίζουν ντραμς και στο επόμενο να χαϊδεύουν τις χορδές μια άρπας.

Αυτή η πόλη είναι πιο τρομακτική το πρωί παρά το βράδυ και όλες οι περιοχές γύρω από την Ομόνοια αποτελούν ένα καλό παράδειγμα. Τα αυτοκίνητα, μετρημένα στα δάχτυλα, περίμεναν το φανάρι και οι οδηγοί τους, να τους δοθεί η εντολή να αφήσουν ξανά τα κινητά ανάμεσα στα πόδια τους, να πατήσουν τον συμπλέκτη, να βάλουν πρώτη και να ξεκινήσουν. Έχεις παρατηρήσει πόσοι οδηγοί ασχολούνται με το κινητό τους όταν τους σταματάει το κόκκινο χρώμα; Η εντολή δόθηκε, τα αυτοκίνητα εξαφανίστηκαν και εγώ πέρασα απέναντι. Καθώς έφτανα στο Πολυτεχνείο, ένας άντρας μεγάλης ηλικίας ξάπλωνε σε εμβρυακή στάση δίπλα από έναν κάδο σκουπιδιών. Δεν υπήρχε κανείς γύρω του, μόνο αυτός, ο κάδος και εγώ. Ήταν, άραγε, ένας άνθρωπος για πέταμα; Αμφιβάλλω. Μήπως είναι μια πόλη για «πέταμα»; Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;

Η Αθήνα με τραυματίζει καθημερινά και με σκοτώνει επιλεκτικά, όποτε εκείνη θελήσει, έχοντας πάντα να επιδείξει έναν νέο, εντυπωσιακό τρόπο για να το καταφέρνει. Εξαρτάται από εμένα και εγώ από αυτή. Με κρατάει κοντά της παρά την απόσταση που θέλω να κρατήσω μακριά της. Την λατρεύω και την απεχθάνομαι. Αν δεν είναι αυτό τρομακτικό, τότε τι είναι;



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved