Ο Χρήστος Καλαϊτζής δεν ήταν σε καμία περίπτωση κάποιος άγνωστος τύπος που ξέμεινε πίσω από μία μπάρα φτιάχνοντας κοκτέιλ. Προτού αποφασίσει να μετοικήσει στη Βόρειο Αμερική, είχε χτίσει ήδη το όνομα του στην αθηναϊκή νύχτα και τα avant garde μαγαζιά της, ενώ το βιογραφικό του περιλάμβανε συνεργασίες με μερικούς από τους πιο γνωστούς bartenders στην Ελλάδα, καθώς και διακρίσεις σε διαγωνισμούς γύρω από το ποτό και τον καφέ.
Η επιχειρηματικότητα, όσο καιρό γνωρίζω τον Χρήστο, ήταν κάτι που πάντα τον απασχολούσε. Δεν ήθελε απλά να φτιάξει κάτι δικό του, αλλά να χρησιμοποιήσει την κατάλληλη μεθοδολογία και να εκμεταλλευτεί χρόνο και εφόδια για να μπορέσει να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Η δημιουργία του Opus, του κοκτέιλ σε κουτάκι, ενδεχομένως να μην ήταν το πρώτο πράγμα που πέρασε από το μυαλό του. Γνωρίζω όμως ότι ο Χρήστος, όταν πήρε την απόφαση να φύγει από την Ελλάδα με μία βαλίτσα στο χέρι, δούλεψε σκληρά για να βλέπει σήμερα το Opus να φιγουράρει στον πασίγνωστο διαγωνισμό ποτοποιίας του San Diego το 2021. Έχει ξεκινήσει με δύο πρώτα κοκτέιλ, με Gin & Tonic και με Aperitivo Spritz, τα οποία είναι gluten-free, δεν περιέχουν ζάχαρη και είναι από 100% φυσικά συστατικά. Επίσης για το κάθε κοκτέιλ έχει και μη-αλκοολούχα έκδοση.
«Η αλήθεια είναι πως όταν έφυγα απ’ την Ελλάδα το 2015, ήταν ακριβώς όταν είχε ξεκινήσει ήδη η κάτω βόλτα με την οικονομία και την πτώση του τουρισμού. Μου δόθηκε ότε μία πάρα πολύ μεγάλη ευκαιρία να έρθω στην Βόρεια Αμερική, να γνωρίσω και να μάθω νέα πράγματα όπου η κουλτούρα του ποτού και γενικά τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης αλκοόλ, συνοδεύει μία από τις μεγαλύτερες αγορές τον κόσμο. Δυστυχώς η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια που είμαι στο εξωτερικό, ποτέ δεν με ρώτησε ‘‘Χρήστο γιατί έφυγες από την Ελλάδα, τι είναι αυτό που κάνεις εκεί το οποίο θα μπορούσαμε να κάνουμε και εδώ για να αναπτύξουμε την οικονομία μας και να κρατήσουμε νέα παιδιά και μυαλά στη χώρα;’’. Aν είχα επιχειρήσει το πλάνο αυτό στην Ελλάδα και δεν είχε περπατήσει, το ελληνικό κράτος θα με είχε στον Τειρεσία και θα χρωστούσα μία ζωή. Πώς να κάνει κάποιος κινήσεις; Έτσι στηρίζεις την επιχειρηματικότητα; Είναι μεγάλο θέμα ότι ο Καναδάς έχει πλάνο για τους νέους επιχειρηματίες».
Τα πράγματα ωστόσο πήραν το δρόμο τους. Ο Χρήστος κυνήγησε την ευκαιρία, ανέπτυξε την ιδέα στο μυαλό του και παρότι εργάστηκε στην αρχή και σε μπαρ στη Βόρειο Αμερική για να καλύπτει τα έξοδα του, κατέληξε δημιουργός μίας νέας εταιρείας αλλά και ενός κοκτέιλ μέσα στην καρδιά της πανδημίας και του κορωνοϊού.
«Με την άλλη εταιρεία που εργάζομαι, την Speakeasy & Co., κάνουμε beverage development and innovation για αλλά μεγάλα brands στις Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδά. Σκέφτηκα από τη στιγμή που το κάνω αυτό για άλλες εταιρείες, αυτό σημαίνει το ότι μπορώ να το κάνω και για ένα δικό μου brand που έχει κάτι να πει. Επίσης τα τελευταία χρόνια πίσω από το μπαρ, παρατήρησα ότι αρκετός κόσμος ζητούσε μία σόδα ή κάποιο αναψυκτικό αλλά να το σερβίρω με τέτοιο τρόπου που να φαίνεται σαν κοκτέιλ - δηλαδή με τις κατάλληλες γαρνιτούρες να έχεις και το κατάλληλο ποτήρι σερβιρίσματος. Είδα επίσης ότι δεν υπήρχαν και πάρα πολλά έτοιμα -και υψηλής ποιότητας- χειροποίητα κοκτέιλ σε κουτάκι έτοιμα για κατανάλωση. Είπα πως θα το δοκιμάσω και ό,τι γίνει. Και έγινε».
Ο Χρήστος Καλαϊτζής ωστόσο, αναγνωρίζει πως το παραπάνω project, όχι μόνο θα ήταν δύσκολο να στηθεί στην Ελλάδα, αλλά και ότι σε μία περίπτωση που η επιχείρηση θα έπεφτε έξω, δεν θα υπήρχε η ανάλογη στήριξη – κάτι το οποίο το είδε να συμβαίνει στην Βόρειο Αμερική. Αυτή η σκέψη ήταν αρκετή για να τον οδηγήσει στην απόφαση να υλοποιήσει το όνειρο του σε άλλη χώρα και όχι στη δική μας.
«Στην Ελλάδα, αυτό το οποίο πρέπει να καταλάβουμε, είναι ότι αν δε στηρίξουμε την τοπική μας αγορά και αν δε στηρίξουμε το μαγαζί στην απέναντι γωνία και πάμε όλοι και στηρίζουμε τα μεγάλα mall και τις μεγάλες εταιρίες και τα τεράστια brands, αυτό σημαίνει ότι τα λεφτά τα οποία χαλάμε εκεί φεύγουν από την Ελλάδα και πάνε στις μεγάλες πολυεθνικές. Άρα λοιπόν αν εγώ ξεκινούσα κάτι τέτοιο στην Ελλάδα πιστεύω ότι θα ήτανε τρομερά δύσκολο το να ξεκινήσει. Βλέπεις όμως άλλα παιδιά όπως ο Γιώργος Μπάκος και η ομάδα του που έχουν ξεκινήσει το ‘‘3 cents’’ και είμαι τρομερά χαρούμενος που βλέπω ένα ελληνικό προϊόν να μεγαλώνει και σε ξένες αγορές. Είναι ευτύχημα να βλέπεις παιδιά τα οποία ήσουν μαζί πίσω από το ίδιο μπαρ, να ξεκινούν με το ίδιο όνειρο και την ίδια δίψα για μάθηση και για επιτυχία να κάνουν κάτι μεγάλο. Όπως και έχουν κάνει».
«To ότι κερδίσαμε την δεύτερη θέση στο San Diego International Spirits and Cocktails Competition το 2021, είναι μία μεγάλη ικανοποίηση και ευτυχία για μένα. Διαγωνιστήκαμε με περισσότερα από 650 brands από όλο τον κόσμο. Ο νούμερο ένα λόγος που πιστεύω ότι το Opus πέτυχε, είναι η ποιότητα και ότι πραγματικά χρησιμοποιούμε τα δικά μας μπαχαρικά, τα δικά μας bitters, τις δικές μας χειροποίητες βάσεις για τα ποτά. Και επίσης ότι είναι κάτι καινούργιο και είμαστε on top οf the trend.
Αναγνωρίζει ωστόσο, πως το γεγονός ότι με τον κορωνοϊό ξεκινήσαμε να πίνουμε ένα ποτό παραπάνω στο σπίτι, όχι μόνο βοήθησε στην επέκταση του OPUS, αλλά και της επιχειρηματικότητας γενικότερα.
«Όλες οι κρίσεις και οι δυσκολίες κάπου θα σε βγάλουν. Αν κοιτάξεις καλά μέσα στο πρόβλημα κάπου εκεί υπάρχει και η λύση, η ευκαιρία για να δημιουργήσεις καινούργια πράγματα και το Opus είναι ένα από αυτά. Πιστεύω πως αυτή η κατάσταση με την πανδημία μας έδωσε ένα δυνατό μάθημα. Για το πόσο ευάλωτοι είμαστε και επίσης μας έκανε να εκτιμήσουμε ακόμη περισσότερο τα πράγματα τα οποία έχουμε σε καθημερινή βάση, τα οποία καμιά φορά μας φαίνονται μηδαμινά».
Τέλος, έχει μόνο καλά λόγια να πει για την ελληνική σκηνή του bartending και για ανθρώπους που πέρασαν και άφησαν το δικό τους σημάδι στη νύχτα και στο κοκτέιλ δημιουργώντας, σε τέτοιο επίπεδο μάλιστα που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους bartenders του εξωτερικού.
«Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης παράγει βότανα, μπαχαρικά και μυρωδικά τα οποία δεν υπάρχουν άλλο στον κόσμο. Όταν τα χρησιμοποιεί σωστά, τις δημιουργίες αυτές δεν μπορείς να τις βρεις πουθενά αλλού. Η αλήθεια είναι πως το ελληνικό Bartending είναι ήδη διεθνές και βραβευμένο βραβευμένο. Αν κοιτάξεις Έλληνες bartenderς όπως ο Γιάννης Πετρής, ο Βασίλης Κυρίτσης, ο Νίκος ο Μπάρκουλης, ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, άνθρωποι με επιτυχία σε Ευρώπη και Αμερική, θα καταλάβεις πως το ελληνικό bar scene είναι εδώ και δεν έχει να πάει πουθενά».
Για τον Χρήστο Καλαϊτζή ωστόσο, sky is the limit.