Μια Ελλάδα γεμάτη φως, μια Ελλάδα γεμάτη τένις

O Κώστας Βαϊμάκης γράφει για την μεγάλη τενισομάνα, Ελλάδα και για τα χρόνια που η γενιά του έτρωγε ξύλο για να μάθει να κρατάει σωστά τη ρακέτα.

Η Ελλάδα παραληρεί από τους αλλεπάλληλους θριάμβους του Στέφανου Τσιτσιπά. Λογικό. Δεν λέγεται τυχαία η Ελλάδα «τενισομάνα», δεν είναι τυχαία το τένις το εθνικό μας σπορ, πολύ μπροστά από το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Κι αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά τις ζωγραφιές πάνω σε αμφορείς της Αρχαίας Ελλάδας, θα δει να απεικονίζονται άντρες που παίζουν τένις στα ξερά χωμάτινα γήπεδα κάτω από τον Παρθενώνα. Διότι όταν εμείς ανταλλάσσαμε μπαλιές, οι ξένοι έτρωγαν βελανίδια.

Η δική μου γενιά, των 40+, είχε το τένις στα γονίδιά της από την πρώτη στιγμή που αντίκρυσε τον κόσμο. Οι πρώτες μου λεξούλες, όπως μου αποκάλυψαν οι γονείς μου καθώς μεγάλωσα, ήταν «φόρχαντ» και «ρεβέρ», ενώ όταν η μανούλα μου μου είπε «σ’ αγαπώ», εγώ της αποκρίθηκα «φιφτίν λοβ!».

Θυμάμαι πόσο ξύλο τρώγαμε για να μάθουμε να κρατάμε σωστά τη ρακέτα. Ξύλο, όχι αστεία – καμιά φορά με την ίδια τη ρακέτα. Φοράγαμε τα φθαρμένα Fred Perry μας, βάζαμε μια κορδέλα στα μαλλιά οι μακρυμάλληδες ωσάν τον Μπιον Μποργκ και μέναμε στα courts μέχρι που έδυε ο ήλιος και τρώγαμε το μπαλάκι στο Δόξα Πατρί, επειδή πια δεν το βλέπαμε.

 

 

Και τότε, κουρασμένοι αλλά γεμάτοι μέσα μας, με γρατζουνισμένα γόνατα και χέρια που πονούσαν από τους κάλους, με λερωμένα τα λευκά σορτσάκια από χώματα και ποτισμένα τα μπλουζάκια μας από τον τίμιο ίδρωτα, επιστρέφαμε σπίτι μας και πέφταμε στην αγκαλιά της μάνας. «Πόσους άσους σημείωσες σήμερα γιόκα μου»; - «14 μαμά. Δυο περισσότερους από χθες». – «Μπράβο το αγόρι μου! Και τι μάξιμουμ ταχύτητα έπιασες;» - «132 χιλιόμετρα μαμά! Χθες είχα πιάσει 128!» - «Μπράβο το αστέρι μου! Βρε, θα μας κόψει κλήση η Αστυνομία σε λίγες μέρες, για υπερβολική ταχύτητα! Χαχαχαχαχα!» Και τότε έστρωνε τραπέζι για να «φάει ο πρωταθλητής μου!», με ό,τι είχε ετοιμάσει το τσουκάλι: λίγο πατέ, λίγο φουα-γκρα, μερικές καραβίδες, λίγο ζυμωτό ψωμί με χαβιάρι.

 

2062588

 

Με ατέλειωτες προπονήσεις, χαρές, λύπες, τραυματισμούς και φίλους καλούς πέρναγαν οι χειμώνες. Με βροχές, με κρύα, με χαλάζια, με ακραία καιρικά φαινόμενα, εμείς πάντα ήμασταν πιστοί στο ραντεβού μας με το κίτρινο μπαλάκι, πεισματάρηδες, δουλευταράδες, γεμάτοι όνειρα και φιλοδοξίες, διψασμένοι για να σαρώσουμε τα Γκραν Σλαμ. Αλλά και τα καλοκαίρια, ποτέ δεν αποχωριζόμασταν τις ρακέτες μας – ξεχυνόμασταν στις παραλίες, σαν να ήταν όλη η Ελλάδα συνεννοημένη, «συντονισμένη» σχεδόν, αλειφόμασταν με αντιηλιακό και παίζαμε ρακέτες στην ακροθαλασσιά, σαν να μην υπάρχει αύριο. «Τακ», «τουκ» το μπαλάκι στην ξύλινη ρακέτα, κλείναμε τα μάτια και ονειρευόμασταν ότι παίζαμε στον τελικό του US Open ή του Ουίμπλετον. Ότι μας αποθέωνε ο κόσμος, ότι ανεβαίναμε στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης, ότι συνεχίζαμε την παράδοση τόσων πολλών ετών που δημιούργησαν οι Έλληνες τενίστες, ο Μπαβέλας κι ο Καλοβελώνης, η Αγγελική Κανελλοπούλου, τόσοι και τόσοι άλλοι που έγραψαν Ιστορία με χρυσά και γαλανόλευκα γράμματα.

Θυμάμαι ακόμα κάτι βράδια, στο μικρό εξοχικό μας στο Μόντε Κάρλο, να καθόμαστε 3-4 φίλοι στο μπαλκόνι και να χαζεύουμε από ψηλά αγώνες τένις στα courts του Μόντε Κάρλο, τσιμπολογώντας λίγο χθεσινό σολομό και ψεκάζοντας τα μούτρα μας με Εβιάν για να δροσιστούμε. Και να κάνουμε όνειρα, ότι μια μέρα δεν θα ήμασταν θεατές από το μπαλκόνι του φτωχικού μας τριαριού, αλλά θα είμαστε εκεί κάτω, λουσμένοι υπό το φως των προβολέων και θα κάνουμε τον έναν άσο πίσω από τον άλλον, θα κάνουμε break με απίθανη διαγώνια μπαλιά, θα διατηρούμε την ψυχραιμία μας στο tie-break και θα θριαμβεύουμε.

 

 

Εμείς δεν τα καταφέραμε τελικά, αλλά τα κατάφερε ο Στέφανος Τσιτσιπάς. Κράτησε ψηλά την τεράστια τενιστική παράδοση της Ελλάδας, έκανε τα όνειρα ολωνών μας πραγματικότητα. Ένας για όλους και όλοι για έναν, σαν σύγχρονοι Σωματοφύλακες του Δουμά, που αντί να κρατούν σπαθιά, κρατούν ρακέτες και επιβάλουν δικαιοσύνη ανεβαίνοντας στο φιλέ. Ας μην απορεί λοιπόν κανείς που 10 εκατομμύρια Έλληνες ήταν ξύπνιοι τα ξημερώματα της Τρίτης παρακολουθώντας τον θρίαμβο του Στέφανου στον προημιτελικό, που τον έφερε στους «4» κόντρα στο Ναδάλ. Ούτε να απορεί κανείς που τα social media κατακλύστηκαν από σχόλια και συζητήσεις για την τεχνική του Τσιτσιπά, για τα δυνατά του σημεία, για τις λιγοστές ατέλειες που πρέπει να διορθώσει και τι πρέπει να κάνει από δω και πέρα για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου – αν δεν ξέρει ο Έλληνας από τένις, ποιος άλλος μπορεί να ξέρει;

Στέφανε, θα είμαστε όλοι εκεί πάλι, στον ημιτελικό – κι αν πάνε όλα καλά και στον τελικό. Παντού και πάντα δίπλα σου. Στις χαρές και στις λύπες, μαζί.



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved