Είσαι φίλος της Λίβερπουλ. Λίγες μέρες μετά την περιπετειώδη πώληση του Κουτίνιο. Ένα «γαμώτο», το κουβαλάς μέσα σου: είναι ένας ακόμα που ζήτησε να φύγει για να πάει κάπου καλύτερα, κάπου παραπάνω, διότι προφανώς δεν ένιωσε ότι το «κάτι παραπάνω» μπορεί να το φτάσει με τη φανέλα της Λίβερπουλ. Και τα λεφτά από την πώληση Κουτίνιο, τα έχεις ακόμα στο παντελόνι, στη δεξιά τσέπη και δεν έχεις πάρει ακόμα «αντικαταστάτη», αν υποθέσουμε ότι μπορείς να βρεις αντικαταστάτη ενός τόσο σημαντικού παίκτη και μάλιστα Γενάρη μήνα. Και παίζεις με την αήττητη Μάντσεστερ Σίτι. Την σίγουρη φετινή πρωταθλήτρια. Την καλοκουρδισμένη μηχανή του Πεπ Γκουαρδιόλα. Πελάτισσα μεν στο «Άνφιλντ», αλλά άχαστη φέτος. Που σου έριξε και μια ξεγυρισμένη πεντάρα στον πρώτο γύρο.
Πρέπει λοιπόν να μάθεις να ζεις χωρίς Κουτίνιο. Και να κάνεις το σταυρό σου να συνεχίσει να παίζει στα «κόκκινα» η Αιγυπτιακή ηδονή που ακούει στο όνομα Σαλάχ. Και να ανέβει λιγάκι ο Μανέ. Και να συνεχίσει αυτά τα ωραία πράγματα που κάνει ο Φιρμίνο. Να πάρεις όσο καλύτερα πράγματα μπορείς από το Λαλάνα. Και να παραμείνει τραυματίας ως το τέλος της χρονιάς αυτό το τραγί ο Χέντερσον, που παριστάνει με μεγάλη επιτυχία τον ποδοσφαιριστή αλλά και αρχηγό της ομάδας. Και παίζεις με τη Σίτι με τον Κάριους στο τέρμα. Όπου βέβαια η εναλλακτική, είναι ο Μινιολέ. Και ο Λόβρεν, για κάποιο λόγο είναι βασικός, λες και σου κάνει πλάκα ο Θεός, ενώ ο «Μίστερ 85 εκατομμύρια», ο Φαν Ντάικ, είναι εκτός λόγω τραυματισμού.
Κι εγένετο θαύμα!
Πρώτο ημίχρονο, ισορροπημένο και σε χαμηλό τέμπο. Ένα γκολ εμείς με Τσάμπερλεϊν, ένα γκολ αυτοί με Σανέ. Όχι σπουδαία πράγματα, όχι ένα ματς που θα μείνει στην ιστορία, πάμε παλικάρια μου στο δεύτερο ημίχρονο, να τους δείξουμε τι εστί Άνφιλντ. Και ξαφνικά, η απόλυτη ποδοσφαιρική ονείρωξη, αμέσως μετά το δοκάρι του Οταμέντι, που λειτούργησε σαν ξυπνητήρι: Φιρμίνο, Μανέ, Σαλάχ (κι ένα δοκάρι ενδιάμεσα), από 1-1, 4-1. Τρικυμία, καταιγίδα και τυφώνας μαζί. Παράνοια! Μια ομάδα βγαλμένη από τα απόλυτα ποδοσφαιρικά παραμύθια. Κωνσταντινούπολη και τελικός με Μίλαν και Europa και ματς με Ντόρτμουντ, όλα αυτά στριφογυρίζουν στο κεφάλι μέσα στα πανηγύρια, με φωνές και τραγούδια. «Μόνο εσύ μωρή Λίβερπουλ μπορείς να τα κάνεις αυτά! Καμία άλλη ομάδα στον κόσμο».
Ισχύει. Μόνο η Λίβερπουλ μπορεί να τα κάνει αυτά. Και μόνο η Λίβερπουλ μπορεί να κάνει και τα άλλα, αυτά που έκανε πίσω. Γκολ Μπερνάντο Σίλβα, γκολ Γκουντογκάν και 4-3. Και ευκαιρία Αγκουέρο στο 93’, γλιτώσαμε ανακοπές, εμφράγματα και εγκεφαλικά για λίγα εκατοστά. Διότι, Λίβερπουλ είσαι: η πιο σχιζοφρενική, η πιο «όσα πάνε κι όσα έρθουν» ομάδα του πλανήτη. Η μοναδική με διπολική διαταραχή και κυκλοθυμικές τάσεις, ικανή να σου ζωγραφίσει τον ωραιότερο πίνακα και στα καπάκια, με μια αδέξια κίνηση, να σκοντάψει και να ρίξει έναν κουβά μπογιά στον καμβά. Όνειρο και εφιάλτης μαζί. Θύτης και θύμα του εαυτού της. Ζενίθ και ναδίρ σε συσκευασία του ενός.
Χαρούμενος ο Κλοπ στο τέλος. Και οι παίκτες. Και ο κόσμος. Με τη νίκη και τη δεύτερη θέση στον πίνακα. Όχι ιδιαίτερα «χαλασμένοι» ο Γκουαρδιόλα και οι παίκτες του – δεν χάνεται αυτό το πρωτάθλημα ό,τι κι αν κάνουν. Ανεβασμένοι παλμοί. Ένα σφίξιμο στο στομάχι. Μια ζαλάδα στο κεφάλι. Ένα κοντράστ συναισθημάτων που μόνο το ποδόσφαιρο, ειδικά η Πρέμιερ και ειδικότερα η Λίβερπουλ μπορούν να σου χαρίσουν. Όχι η καλύτερη ομάδα του κόσμου, αλλά η πιο απρόβλεπτη. Η πιο ενδιαφέρουσα. Η πιο σχιζοφρενική. Και παράλληλη, η πιο ερωτεύσιμη απ’ όλες. Διότι δεν γίνεται να αγαπάς το ποδόσφαιρο και να μην γουστάρεις, έστω και λίγο, έστω και στα κρυφά, χωρίς να το παραδέχεσαι ούτε στον εαυτό σου, αυτό το τρελοκομείο με τις κόκκινες φανέλες από το λιμάνι του Λίβερπουλ…