Άκου Καθαρά Δευτέρα: σε τιμώ από τα χρόνια που πήγαινα σχολείο, διότι υπήρξες μια ανάσα ξεκούρασης και καθισιού στην κατά τα άλλα στείρα περίοδο ανάμεσα στο δεεκαπενθήμερο καθισιό των Χριστουγέννων και το δεκαπενθήμαρο καθισιό του Πάσχα. Τι υπάρχει εκεί ανάμεσα; Εσύ, των Τριών Ιεραρχών και μια 25η Μαρτίου.
Οπότε σε τιμώ γι' αυτό και σε τιμώ για τον χαρταετό και όλο το σασπένς που ένιωσα από μικρό παιδί: θα σηκωθεί; Δεν θα σηκωθεί; Θα ανέβει ψηλά; Θα πέσει; Θα μπλεχτεί στα σύρματα; Θα γίνουμε κάρβουνο; Γιατί σιχτιρίζει ο πατέρας μου; Ποιος μαλάκας έβαλε ξυράφια στον αετό του και κόβει τις καλούμπες των άλλων αετών; Τέτοια πράγματα, που μας βοηθούσαν να περνάμε όμορφα.
Μόνο που, καλή μου Καθαρά Δευτέρα, πρέπει να σου πω ότι ανέκαθεν τα φαγητά σου είναι για κλωτσές! Με εξαίρεση τη λαγάνα, που μπορεί να είναι ελαφρώς υπερεκτιμημένη και σχετικά ακριβή αλλά τουλάχιστον είναι νόστιμη και τον χαλβά με ταχίνι, που παίζει μεγάλη μπάλα, όλα τα υπόλοιπα σαρακοστιανά δεν τρώγονται ή τρώγονται με δυσκολία διότι δεν υπάρχει κάτι άλλο να φας. Προσοχή: μην αρχίσει κανείς τα «γιατί; η γαριδομακαρονάδα τι έχει; σε χαλάει;», διότι θα του απαντήσω ότι δεν με χαλάει καθόλου, μόνο που δεν είναι από τα κλασσικά φαγητά της Καθαράς Δευτέρας - είναι all time clasic και all weather. Το ίδιο και τα καλαμαράκια. Και οι πατάτες τηγανητές, που είναι για μικρά και μεγάλα παιδιά.
Πάμε να μιλήσουμε με δεδομένα, τεκμηριωμένα και νηφάλια. Διότι το Πάσχα έχει αρνί, κατσίκι και κοκορέτσι. Η Τσικνοπέμπτη έχει παϊδάκια και πανσέτες. Η 25η Μαρτίου έχει μπακαλιάρο με σκορδαλιά. Κι εσύ κακομοίρα Καθαρά Δευτέρα, «κοριτσάκι με τα σπίρτα» των γιορτών, έχεις να προσφέρεις στην ανθρωπότητα τα κάτωθι:
Την ταραμοσαλάτα
Ίσως η πιο άχρηστη «σαλάτα» ή «αλοιφή» της παγκόσμιας ιστορίας. Έκανε καριέρα μόνο από κάτι παροιμίες της κακιάς ώρας, του τύπου «μασάει η κατσίκα ταραμά; Φτύνει και τα κουκούτσια» και βγαίνει σε διάφορα χρώματα (ροζέ, μπεζ, εκρού, ασπρουλιάρικο) σαν να είναι μεταχειρισμένο σεντάν. Αν θέλω πάνω στη λαγάνα μου να βάλω αλοιφή σώνει και ντε, καλύτερα να βάλω Voltaren παρά ταραμοσαλάτα - μπορεί να μου περάσει και ο πόνος στη μέση.
Τις σουπιές κρασάτες/ με μάραθο/ με σπανάκι/ με σκατάκι
Γιατί να φάω ένα πράγμα που στην κανονική του καριέρα αμολάει μελάνι; Τρώω και ένα BIC αν είναι έτσι. Και γιατί να συνδυάσω κάτι που είναι άνοστο (όπως οι σουπιές) με κάτι που επίσης είναι άνοστο (όπως είναι το σπανάκι) και να το βάλω να κολυμπάει σε μια σάλτσα σβησμένη με κρασί; Με άλλα λόγια γιατί να μην πιω το κρασί, να πετάξω τη σουπιά στην τουαλέτα και να αφήσω το σπανάκι στην ησυχία του;
Τρόποι για να παλέψεις τα 6 πιο ΑΠΑΛΕΥΤΑ φαγητά της ελληνικής κουζίνας
Ντολμαδάκια γιαλαντζί
Όχι το χειρότερο έδεσμα της καθαράς Δευτέρας, όχι το καλύτερο. Ψιλο-αδιάφορο, απ' αυτά που τρώγονται διότι δεν υπάρχουν και πολλές επιλογές στο τραπέζι όπως είπαμε. Βέβαια, λέγεται «γιαλαντζί», που σημαίνει στα τουρκικά «ψεύτικο», μια λέξη που όταν τη χρησιμοποιούμε, δεν είναι για καλό. Δηλαδή λέμε «γιαλαντζί μάγκας» ή «γιαλαντζί άντρας». Γιατί λοιπόν να φας κάτι που λέγεται «γιαλαντζί»;
Χταπόδι ξιδάτο
Έχεις ένα υπέροχο πράγμα σαν το χταπόδι, που το τρως ψητό, πλακώνεσαι στα ούζα ή τις μπύρες και γίνεσαι άρχοντας. Και το καταστρέφεις κάνοντάς το ξιδάτο; Έγκλημα ανάλογο με κάτι γκουρμεδιές που μπλέκουν κρέας με φρούτα και βγάζουν ένα αποτέλεσμα που κανονικά το τρως μόνο αν είσαι στο Survivor και έχεις να φας δέκα μέρες ή είσαι ο Ευτύχης Μπλέτσας και δοκιμάζεις τα πάντα στο ταξίδι σου. Γιατί μπορείς.
Ρεβιθάδα
Θέλω να βρίσω αλλά κρατιέμαι. Μα ρεβιθάδα μωρέ; Δηλαδή η ρεβιθάδα είναι ένα επιφανές μέλος του σαρακοστιανού τραπεζιού, ένας πρέσβης της Καθαράς Δευτέρας, ένα πιάτο που το παρουσιάζεις με καμάρι στην οικογένεια ή την παρέα, λέγοντας «τι σας έφτιαξα εγώ; Ε; Εεεε; Ρεβιθάδα σας έφτιαξα!» και δεν σου τη φέρνουν στο κεφάλι; Ρεβιθάδα = Αίσχος, Προδοσία, Φασισμός. Ή με απλά μαθηματικά, Φασολάδα > Φακές > Σπανακόρυζο > Αρακάς > Τζιτζίκια σταυροπόδι > Βότσαλα Γιαχνί > Μπάμιες > Ρεβιθάδα. Ξεκάθαρα.
Λαχανόρυζο, σούπα με φακές και ρύζι, κρεμμυδόπιτα και λοιπές γκουρμεδο-σαρακοστιανο-αηδίες
Θα βρείτε και διάφορα τέτοια, αναλόγως ποιος μαγειρεύει: αν μαγειρεύει η γιαγιά ή η θεία, θα φάτε τα παραδοσιακά σαρακοστιανά, θα έχει καλαμαράκια στο τραπέζι, πατάτες τηγανητές, θα στουμπωθείτε με λαγάνα, θα πιείτε άφθονο ούζο ή μπύρα, θα μπουκώσετε και χαλβά στο τέλος και θα γίνει δουλίτσα. Αν όμως μαγειρεύει καμιά αδελφή ή ξαδέλφη ή η μαμά πάσχει από κανένα σύνδρομο «Άκης Πετρετζίκης», θα δείτε διάφορα νεοφιλελέ νηστίσιμα, απ' αυτά που τα τρως και τα φτύνεις όταν δεν σε βλέπουν, αλλά η μαγείρισσα για κάποιο λόγο νιώθει τρομερά περήφανη που τα έφτιαξε. Ίσως διότι διάφοροι λακέδες και γλύφτες της κάνουν φοβερά αποθεωτικά κοπλιμέντα, ίσως διότι έχουν να φάνε μαγειρεμένο φαγητό από πέρυσι τέτοια μέρα, ίσως διότι οι «γευστικοί τους κάλυκες» έχουν χαλάσει και ανταλλακτικό δεν υπάρχει πουθενά.