Ένας παλιός κανόνας της μπάρας λέει ότι ένα καλό ουίσκι, ένα καλό ρούμι και γενικά ένα καλό ποτό, δεν το βάζεις σε κοκτέιλ. Πρέπει να πίνεται ως έχει, με μοναδική ελάχιστη παρασπονδία, ελάχιστο νερό ή ένα παγάκι. Ο κανόνας αυτός, όπως πολλές άλλες βεβαιότητες της ζωής έχει τεθεί υπό σοβαρή αμφισβήτηση και από τη στιγμή που τα κοκτέιλ δεν είναι πια ένας τρόπος για να αναβαθμίσεις μέτρια ποτά, αλλά μια ολοκληρωμένη γαστρονομική εμπειρία, βλέπουμε εκλεκτά αποστάγματα να τσαλακώνονται θυσιάζοντας κάτι από τον χαρακτήρα τους για να προσφέρουν τον υπόλοιπο στο συνολικό αποτέλεσμα.
Ακόμα και όταν αυτός ο κανόνας ίσχυε, υπήρχε μια σπουδαία εξαίρεση, αυτή του πραγματικού βασιλιά των ποτών, ο οποίος δεν είναι το ουίσκι. Η σαμπάνια παρά την πάρα πολύ ευγενική καταγωγή της, δεν δίσταζε να ανακατευτεί με άλλα ποτά, πιο λαϊκά, ακόμα και χυμούς. Ένα ποτό με τόσο βαρύ όνομα δεν μπορεί να χάσει από τον συγχρωτισμό του με ευτελή υλικά και η μιμόζα είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους για να ξεκινήσει κανείς μια μη εργάσιμη μέρα. Έχοντας ξεδιαλύνει τις όποιες δεύτερες σκέψεις γύρω από τα κοκτέιλ σαμπάνιας, ας ρίξουμε μια ματιά στο σπουδαιότερο όλων, το French 75.
O μυθιστορία των κοκτέιλ αναφέρει πως ο συνδυασμός σαμπάνιας και τζιν είναι παλαιότερος από την πρώτη αναφορά του French 75. Υπάρχει μια ιστορία που θέλει τον Charles Dickens να επισκέπτεται τη Βοστώνη το 1967. Εκεί πρόσθεσε στο Champagne Cup του, ένα πρώιμο κοκτέιλ με σαμπάνια, χυμό λεμονιού και ζάχαρη, μια δόση τζιν, άρα ο συνδυασμός υπήρχε και αν δεν κατάφερε να τον κάνει διάσημο ο Dickens θα τον έκανε η Ποτοαπαγόρευση.
Ο καλύτερος τρόπος για να απολάυσεις το ουίσκι το καλοκαίρι
Η πρώτη εμφάνιση του κοκτέιλ με το γαλλικό όνομα έγινε το 1927, στην κορύφωση της Ποτοαπαγόρευσης και μάλλον ήταν ένας τρόπος για να γίνει κάπως αξιοπρεπής η πόση του τζιν που έφτιαχναν τότε στις μπανιέρες. Σύμφωνα με εκείνες τις πρώτες αναφορές, το όνομά του οφείλεται στο πυροβόλο των 75 χιλιοστών του γαλλικού στρατού, ένα πυροβόλο με φήμη που το ήθελε να παίζει καθοριστικό ρόλο στη νίκη της Γαλλίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με αποτέλεσμα να χτίσει έναν μύθο γύρω του, αντίστοιχο με αυτόν του Spitfire ή του Τ-34. Για να γίνει ακόμα πιο ωραία η ιστορία ο μύθος λέει ότι έτσι το βάφτισαν οι Αμερικανοί πολεμικοί ανταποκριτές στο Παρίσι την εποχή του πολέμου, δίνοντας και μια νότα Hemingway στον χαρακτήρα του, έστω και έμμεσα.
Καμία από όλες αυτές τις πληροφορίες δεν επαληθεύτηκε, και μάλλον η γαλλικότητα αυτού του κοκτέιλ είναι όσο επιφανειακή ήταν η γνώση της γαλλικής γλώσσας του Monsieur Candie στο Django, άλλωστε αν οι Γάλλοι έφτιαχναν ένα κοκτέιλ σαμπάνιας, θα προτιμούσαν το κονιάκ, αντί του τζιν, μια βερσιόν που υπάρχει, αλλά ζει στη σκιά της πιο ανοιχτόχρωμης εκδοχής του. Όλα αυτά βέβαια μικρή σημασία έχουν γιατί το French 75 είναι πολλά περισσότερα από την ψεύτικη καταγωγή του.
Αν έχει καρύδα και ανανά, γιατί να ψάχνεις αλλού το πιο καλοκαιρινό κοκτέιλ;
Σε μια εποχή που οι φυσαλίδες του τόνικ και της σόδας λαμβάνουν περισσότερη προσοχή από ποτέ η σαμπάνια, όπως και οποιοσδήποτε άλλος καλός αφρώδης οίνος, προσφέρει ασύγκριτη στιβαρότητα φυσαλίδων σε μακρόσυρτα μαργαριταρένια κολιέ στο ποτήρι. Αντί να ψάχνετε τρόπους για να κάνετε λίγο πιο ενδιαφέρον το spritz σας, δοκιμάστε σε ένα shaker 30ml τζιν, 15 ml χυμό λεμονιού και 15ml σιροπιού ζάχαρης. Χτυπήστε καλά με άφθονο πάγο μέχρι να παγώσει και στραγγίξτε σε ένα flute, απογεμίστε το κομψό ποτήρι με περίπου 100ml σαμπάνιας, προσέκο ή όποιο άλλο αφρώδες κρασί σας αρέσει, και γαρνίρετε μια μια φλούδα λεμονιού. Το χτύπημα του βλήματος των 75 χιλιοστών δεν θα αργήσει.