Στην κλασική ταινία «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» του Luis Buñuel, ανάμεσα στα όσα τραγελαφικά διαδραματίζονται εκτυλίσσεται κι ένα τεστ ευζωίας. Οι εκπρόσωποι της καλής κοινωνίας προσφέρουν στον σωφέρ ένα martini και παρακολουθούν τον τρόπο με τον οποίο το πίνει. Το γεγονός ότι το πίνει πολύ γρήγορα και δεν το απολαμβάνει γουλιά-γουλιά όπως αυτοί, επιβεβαιώνει την αρχική τους εκτίμηση ότι οι κοινοί θνητοί δεν έχουν την απαιτούμενη παιδεία ώστε να εκτιμήσουν το μεγαλείο αυτού του cocktail. Η ξιπασιά των συνδαιτυμόνων τους εμπόδισε να δουν την αντίδραση του σωφέρ όταν ήπιε το martini του και το πραγματικό συμπέρασμα του τεστ. O εκπρόσωπος της εργατικής τάξης το ήπιε γρήγορα γιατί είχε δουλειά, και κυρίως, γιατί το βρήκε εξόχως απολαυστικό. Το συμπέρασμα του τεστ είναι ότι επιβεβαίωσε αυτό που ξέραμε, το martini είναι ένα ποτό που απολαμβάνεται από όλους.
Στις αρετές που συγκεντρώνει συγκαταλέγονται η λιτότητα, η καθαρότητα και μία αδιόρατη αίσθηση coolness να διαχέεται στην ατμόσφαιρα όταν το παραγγέλνεις. Οι αντικειμενικές του αρετές εξηγούνται εύκολα μέσω τη χημείας των συστατικών και της τεχνικής με τα οποία συσσωματώνονται, Tο coolness όμως, πώς προέκυψε; Η καταγωγή του είναι μάλλον ομιχλώδης, όπως συμβαίνει με κάθε success story από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Υπάρχουν τρεις επικρατούσες θεωρίες, το ίδιο πιθανές, και το ίδιο απίθανες. Η μία θέλει έναν χρυσορύχο που άκουγε στο όνομα Martinez να βρίσκει μια σημαντική φλέβα χρυσού στην Άγρια Δύση κάπου του 19ου αίωνα και να το γιορτάζει με ένα cocktail που θα του θύμιζε τη δυσεύρετη, για εκείνη την περιοχή και εποχή, σαμπάνια. Μία άλλη θέλει να εφευρίσκεται από έναν ταξιδιώτη που έκανε το δρομολόγιο San Francisco-Martinez και μία τρίτη που το θέλει να ονομάζεται έτσι εξαιτίας του γνωστού ιταλικού βερμούτ Martini. Μικρή σημασία έχει για το ποιά από τις τρεις θεωρίες είναι η σωστή ή αν η σωστή είναι κάποια που δεν έχουμε ακούσει ακόμα.
Ο μύθος του martini άρχιζε να χτίζεται πολύ αργότερα και η άγνωστη καταγωγή του απλά έδωσε προστιθέμενη αξία στον μύθο. Όπως όλα τα κλασικά cocktail άρχισαν να κάνουν δυναμική εμφάνιση την περίοδο της Ποτοαπαγόρευσης, σε μία προσπάθεια των barmen να γίνουν λίγο πιο εύγευστα τα κακής ποιότητας ποτά που προμηθέυονταν από αμφιβόλου προέλευσης παραγωγούς. Εκείνη την εποχή ο, σοβαρός πότης, Ernest Hemingway το χαρακτήρισε ως το ποτό που τον κάνει να νιώθει πολιτισμένος. Η τελική καταξιώση ήρθε λίγο αργότερα όταν το martini ήρθε λίγο πιο κοντά στο φως της ημέρας. H οικονομική και κοινωνική άνθηση των ‘50s και των ‘60s έπρεπε να κάνει τα lunch break αντάξια της δυναμικής της εποχής. Τα σάντουιτς με ζαμπόν στο γραφείο ήταν παρελθόν, τα “three martini lunch” ήταν το μέλλον. Δεν χρειαζόταν πια να δύσει ο ήλιος για να απολαύσει κανείς ένα ωραίο ποτό. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πολύ μακριά και ένας Ψυχρός Πόλεμος που ανά πάσα στιγμή μπορούσε να γίνει ένας Γ’ και μάλιστα πυρηνικός έκανε τους πάντες να ζουν κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία τους. Ίσως γι’αυτό ήταν και το αγαπημένο ποτό του κινηματογραφικού James Bond. Ποτέ δεν είδαμε τον 007 να δίνει εντολές στον μηχανικό του για το πως να ρυθμίσει τις βαλβίδες στην Aston Martin του, ποτέ δεν ζήτησε κάποιο συγκεκριμένο gadget στο ρολόι του από τον Q, όμως πάντα εξηγούσε πολύ αναλυτικά πως θέλει το martini του. Γιατί το martini έφτασε σε τέτοια επίπεδα θέωσης που αυτονομήθηκε από τον κατάλογο των cocktail κι έκανε ένα ολόκληρο δικό του franchise.
Από την κλασική συνταγή που θέλει το τζιν και το βερμούτ να αναμιγνύονται σε αναλογία 1:1, φτάσαμε σε μία κάρτα με παραλλαγές που μπορεί να ικανοποιήσουν όλα τα γούστα. Το dry martini με σημαντικά πιο ετεροβαρή αναλογία τζιν έγινε ο νέος χρυσός κανόνας. Η ελαχιστότητα, του πλήθους και όχι της ποιότητας, των υλικών έβαλε στο παιχνίδι ακόμα και την άλμη της ελιάς, η οποία μετατρέπει σε dirty ένα κατα τα άλλα άσπιλο ποτό. Μπορεί να γίνει και filthy, αν το παρακάνει κανείς με την άλμη, αμέτρητοι οι ρόλοι που μπορεί να υποδυθεί ένα, σχεδόν, διαυγές υγρό που σερβίρεται σε κωνικό ποτήρι. Το κωνικό ποτήρι είναι και ο λόγος που είδαμε στη συνέχεια ευφάνταστα portmanteau με την κατάληξη -tini. Μη σας ξεγελούν όμως, τα κάθε λογής appletini και lycheetini ουδεμία σχέση έχουν με τον ευγενή χαρακτήρα ενός martini. Κάποιοι θα πουν ότι το martini είναι τόσο αντρικό ποτό, που χρειαζόταν και μερικές γυναικείες παραλλαγές. Αηδίες, εκτός από το ότι εμπεριέχεται πούρος σεξισμός σε μία τέτοια υποδήλωση, κανείς δεν πρέπει να πίνει appletini, ανεξάρτητα από το φύλο του.
Επανερχόμενοι στον Bond, πάντα υπάρχει μια καλή αφορμή να επανερχόμαστε εκεί, θυμόμαστε τη συνταγή που εκφώνησε στον σερβιτόρο στο Casino Royale, μάλλον την απήγγειλε γιατί οι οδηγίες του μπορούν να εκληφθούν και σαν ποίημα: «Τρία μέρη τζιν, ένα βοτκα, μισό Kina Lillet και μία φλούδα λεμονιού για το γαρνίρισμα. Α και χτυπημένο, όχι κουνημένο».