Δεν ξέρουμε αν το διαβάσατε, αλλά πριν λίγες ημέρες εκδηλώθηκε η πρώτη δολοφονική πράξη στην Ανταρκτική. Μπράβο ανθρωπότητα, τα κατάφερες και εκεί. Ο λόγος ωστόσο, είναι από εκείνους που -μάλλον- το δικαστήριο θα γυρνούσε και θα έλεγε «Οκ, να αφεθεί ο κύριος ελεύθερος».
Το στόρι έχει ως εξής:
Δύο απομονωμένοι επιστήμονες στο ρωσικό ερευνητικό κέντρο Bellingshausen, είχαν ως μόνη τους συντροφιά τα βιβλία. Ο ένας εκ των δύο έκανε μόνιμο σπάσιμο στον συνάδελφο του, μαρτυρώντας του ΣΥΝΕΧΕΙΑ το τέλος του κάθε βιβλίου. Ώσπου έφαγε μία μαχαιριά στο στήθος. Ευτυχώς, μάθαμε πως φτηνά την γλίτωσε και είναι ζωντανός.
Ναι ΟΚ, έγκλημα είναι και να πληρώσει ο κύριος καθηγητής, αλλά για σκεφτείτε το ρε παιδιά: δύο τύποι απομονωμένοι, ψυχικά κουρασμένοι και με περιορισμένα ενδιαφέροντα. Πόσο θέλεις για να φλιπάρεις όταν σου σκάει ένας ΣΠΑΣΑΡΧΙΔΗΣ σαν αυτόν εδώ;
Έχουμε άλλες 7 τέτοιες περιπτώσεις καθημερινού σπασοπουλέματος, που δικαιολογούν το γεγονός ότι κάνουμε δολοφονικά σχέδια.
ΥΓ: Να λένε ευχαριστώ που δεν είμαστε στην Ανταρκτική.
1. Αυτός που μαρτυράει την σκηνή ή το τέλος της σειράς
Θέλεις επειδή το κάνει επίτηδες; Θέλεις επειδή του ξεφεύγει; Θέλεις επειδή έχει αμνησία και νομίζει πως γνωρίζεις την κατάληξη; Η κατάληξη είναι ίδια. Νιώθεις πως κάποιος σου τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια. Όλα εκείνα τα σενάρια που έπαιζαν στο μυαλό σου, οι προβληματισμοί, το τι βγάζει και τι δεν βγάζει νόημα, καταρρίφθηκαν με μόλις μία ατάκα.
«Έλα ο κοντός είναι ο δολοφόνος, κλείστο να τελειώνουμε».
«Τι χαίρεσαι με τον Robb Stark, αφού τον σκοτώνουν ρε».
Αυτά και άλλα πολλά, από μία κατηγορία ανθρώπων που απλά δεν θέλουν να δεχτούν πως ο καθένας βλέπεις τις σειρές και τις ταινίες στον δικό του χρόνο. Για όλους αυτούς τους τύπους των spoilers, υπάρχει σίγουρα νεοσύστατο καζάνι στην Κόλαση που τους περιμένει αχνιστούς.
2. Αυτός που σου βουτάει φαγητό από το πιάτο
Όλοι το έχουμε δει το εργάκι. Που σου λέει για παράδειγμα «Θέλω μπέργκερ αλλά παρ’ το μου χωρίς πατάτες». Μόλις σκάνε μύτη, απλώνει το κουλό του στο πιάτο σου και με ένα πειραχτικό χαμογελάκι του τύπου «Ωωωπ!» σου βουτάει δυο-τρεις. Στο λαιμό να σου κάτσουνε ρε. Τι χαμογελάς; Με βλέπεις να το βρίσκω αστείο που σε κοιτάζω και στάζω αίμα; Που τσιγκουνεύτηκες, ΡΕ ΓΥΦΤΟ, 2.20 ευρώ για να φας από τις δικές μου; Εν τω μεταξύ αυτοί οι φαγητοβούχτες, το κάνουν μονίμως και με φοβερή απάθεια. Δηλαδή, αν μπορούσαν να βουτάνε από τα πιάτα όλων, θα το έκαναν. Άλλο με πιάνει λιγουρίτσα και άλλο στηρίζομαι μονίμως στα ΚΟΡΟΪΔΑ που θα πάρουν ορεκτικά. Ουστ! Να φας τα χέρια σου.
3. Αυτός που παρκάρει στη θέση σου
Θα έλεγε κανείς πως αυτά τα σκηνικά συμβαίνουν μόνο στα πάρκινγκ που έχουν οι εταιρείες. Πως κανείς δεν είναι αρκετά τσόγλανος για να παρκάρει σπίτι σου, στη θέση σου, ΣΤΟ ΠΑΡΚΙΝΓΚ ΣΟΥ, με ένα σήμα κοτσονάτο που το βλέπει και 80χρονος με καταρράκτη. Και όμως υπάρχουν. Το πατρικό μου βρίσκεται στο ίδιο στενό με μία γνωστή ταβέρνα. Ξέρουμε πως τα βράδια που ο κόσμος έρχεται να παρκάρει και δεν μένει κανένα σποτ κενό. Αλλά ρε φίλε έρχονται, παρκάρουν μπροστά και πάνε και τρώνε! Τι δηλαδή, επειδή είναι 21.30; Αν κάτι συμβεί τι θα κάνουμε, θα τηλεμεταφερθούμε; Μία τύπισσα όχι μόνο είχε κλείσει το πάρκινγκ, αλλά είχε βάλει σχεδόν ΜΕΣΑ το αυτοκίνητο με την μούρη. Ήρθε μετά από μιάμιση ώρα και όταν της παραπονέθηκα, η απάντηση ήταν «Πώς κάνετε έτσι; Θα πατούσατε την κόρνα και θα ερχόμουν». Δεν ξέρω αν με εξόργισε περισσότερο η κίνηση ή η απάντηση. Συμβαίνει πάντως. Και η συνηθέστερη απάντηση είναι: «Πέντε λεπτάκια έκανα!».
4. Αυτή που κλειδώνει μονίμως την εξώπορτα της πολυκατοικίας
Ρε γαμώτο, τι ψύχωση είναι αυτή; Καταλαβαίνω να κατεβαίνει ένας Χριστιανός και να κλειδώνει την πόρτα στις 12 τη νύχτα. Αλλά 2 το μεσημέρι; 11 το πρωί;;; Αν έχει φοβίες να νοικιάσει σεκιουριτά για το διαμέρισμά του. Τι φταίνε όλοι οι υπόλοιποι να ψάχνουν κλειδιά μέσα σε τσάντες και τσέπες; Να σου χτυπάει ο ντελιβεράς στις 9 το βράδυ και να ψάχνεις παντόφλες και κλειδιά για να κατέβεις να του ξεκλειδώσεις; Και αν τυχόν τύχει και ξεχάσεις την πόρτα, αρχίζουν και χτυπάνε κουδούνια και ουρλιάζουν στα θυροτηλέφωνα. «ΘΑ ΜΠΟΥΝ ΚΑΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΦΑΞΟΥΝ ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ». Θα γίνει κανένας σεισμός και πάνω στον πανικό θα ψάχνουμε κλειδιά και θα περνάμε μέσα από τις τζαμαρίες. Λίγη λογική δεν βλάπτει.
5. Αυτός που ξεκινάει να βρίζει από το πρώτο λεπτό στο γήπεδο
Να έχεις αράξει, να είσαι έτοιμος να δεις ματσάρα και πριν καλά-καλά τραβήξεις την πρώτη ρουφηξιά τσιγάρο να ξεκινάει ο μπάρμπας το μπινελίκι. Ναι ΟΚ, όλοι βρίζουμε, αλλά όταν έχεις ξεκινήσει τις μάνες και τις αδερφές από το 3ο λεπτό του αγώνα, πού θα πάει η φάση ρε φίλε και πού την βρίσκεις -αλήθεια- τόση όρεξη. Σε κάθε φάση, έχει πέσει επικό μπινελίκι, σε σημείο που τσαντίζεσαι, χάνεις την υπομονή σου και αν γυρίσεις και του πεις και κανένα «Εντάξει ρε μπάρμπα χαλάρωσε, καλά παίζουν τα παιδιά», παίζει να ακούσεις και εσύ κάτι για την μανούλα σου και να γίνει πανικός. Ο τύπος αυτός, ο μία κερκίδα μόνος του που όλοι εύχονται να πάθει λαρυγγίτιδα, συνήθως έχει γίνει μπουχός στο ’85 για να μην κολλήσει στην κίνηση.
6. Ο τύπος που χρειάζεσαι manual για την παραγγελία του
«Θέλω ένα φρέντο καπουτσίνο με 2 ζαχαρίνες, ελάχιστο γάλα -από αμύγδαλο αν υπάρχει- και λίγη κανέλα». Εκτός του ότι κανονικά ο μπαρίστα πρέπει να του ταΐσει γυαλιά στο στόμα, πρέπει να πάρεις χαρτί και στυλό ΜΟΝΟ για την παραγγελία αυτού του τύπου. Πρέπει να κάνει μονίμως τα πράγματα πιο δύσκολα κάθε φορά που παίζει ντελίβερι. Το ίδιο και στα σουβλάκια. Δεν ξέρει τι θέλει, ρωτάει άκυρα πράγματα για το μαγαζί και μπορεί να σε κάψει την ώρα που δίνεις την παραγγελία στο τηλέφωνο.
-Η σως είναι μαγιονέζας ή η άλλη η κοκτέιλ;
-Μαγιονέζας.
-Το τζατζίκι είναι δικό τους;
-Που να ξέρω ρε Μάκη, εκεί είμαι;
-Ωραία θα του πεις με σως, καλαμάκι κοτόπουλο και μόνο μαρούλι.
-Οκ
-Λες να μην το πλένουν το μαρούλι; Άστο άστο, πάρε με 2 πίτα γύρο απ’ όλα.
- …
7. Αυτός που λέει συνέχεια καμένα ανέκδοτα
Μιλάμε από εμπειρία. Υπάρχουν στιγμές που απλά θες να τον καρυδώσεις τον τύπο. Όχι απλά επειδή αυτά που λέει μπορούν να σου κάψουν από το τύμπανο μέχρι τον εγκέφαλο, αλλά επειδή κάποιες στιγμές είναι τόσο δύσκολες που το τελευταίο πράγμα που θέλεις, είναι να ακούσεις ακόμα μία κρυάδα από τον συνάδελφο στο γραφείο που έρχεται πάνω από το κεφάλι σου για να το κάψει ΑΚΟΜΑ περισσότερο. Κλωτσιά στην καρωτίδα. Και εδώ έχουμε έναν τέτοιο, τον Βαγγέλη τον Δαφνομίλη, αλλά ονόματα δε λέμε, υπολείψεις δεν θίγουμε.