Τι είναι αυτό που κάνει μια γειτονιά cool; Είναι οι πιάτσες εξόδου; Είναι η ανθρωπογεωγραφία της; Είναι η ιστορία της; Αλλά πριν καταλήξουμε στις ικανές και αναγκαίες συνθήκες που κάνουν τη γειτονιά κάποιου αγαπημένο template στους προσωπικούς του λογαριασμούς στα social media, ας πάμε μιάμιση δεκαετία πίσω να δούμε πώς ξεκίνησε όλη αυτή η φάση. Γιατί κάποτε δεν υπήρχαν cool γειτονιές.
Πριν τα social media δεν νιώθαμε την ανάγκη να αποδώσουμε τον τίτλο της cool γειτονιάς, γιατί πολύ απλά δεν φωτογραφίζαμε το πρωινό μας ούτε νιώθαμε κάποια ανάγκη να δείξουμε το πόσο πρώτοι ανακαλύψαμε ένα νέο μπαρ. Δεν είναι μπουμερίστικη ή ακόμα χειρότερα γεροντομιλένιαλ αυτή η εκτίμηση, απλά αποτίμηση της εξέλιξης. Κάποτε οι πιάτσες ήταν δεδομένες και αυστηρά καθορισμένες. Τα μπαρ στα Εξάρχεια ήταν αυτά που ήταν με όλη τη μυθολογία της πρώτης φοιτητικής γειτονιάς της χώρας. Το Κολωνάκι είχε τα πιο «κυριλάτα» και μετά μία πανσπερμία τοπικών και συνοικιακών πιατσών. Αν υπήρχε ένα και μόνο cool σημείο της πόλης, αν και δεν τολμούσε κανείς να το πει έτσι, ήταν τα «Κολωνάρχεια» το σημείο εκείνο μεταξύ Εξαρχείων και Κολωνακίου που είχε ισόποσες δόσεις ελιτισμού και μποέμ για να μπορεί να λειτουργήσει σαν melting pot της πόλης.
Όλοι ήθελαν να λένε ότι είναι μέρος του σύμπαντος του Ντόλτσε, ακόμα κι αν αυτό δεν ήταν απολύτως αληθές. Το ο,τι δηλώσεις είσαι είναι παλιότερο του Instagram, είναι παλιότερο και του lifestyle των 90s, ίσως τότε να ήταν ακόμα πιο ψεύτικο. Τα social μας έκαναν να νιώσουμε την ανάγκη να είμαστε περήφανοι και για τη γειτονιά που μένουμε, όχι μόνο για το πού βγαίνουμε. Το gentrification του Γκαζιού απέτυχε γιατί ήταν μπροστά από την εποχή του. Περιορίστηκε στη ζώνη διασκέδασης και όταν πέρασε η μόδα του κατέρρευσε. Κάποιες άλλες γειτονιές αποδείχθηκαν πιο ανθεκτικές.
Κουκάκι, Παγκράτι Πετράλωνα και Κυψέλη ήταν αυτές που πήραν σειρά στο πείραμα. Κοινό χαρακτηριστικό των γειτονιών αυτών είναι το ότι είναι κομμάτι της επικράτειας του Δήμου Αθηναίων, είναι στα άκρα του δήμου και είχαν χαμηλά νοίκια λόγω του κενού που άφησε πίσω της η μεγάλη έξοδος των μεσοαστών προς τα προάστια. Είτε μιλάμε για το πρώην Ανατολικό Βερολίνο, είτε για το Μπρούκλιν, είτε για το Παγκράτι, έχει προηγηθεί ένα κύμα φυγής μεσοαστών. Το Παγκράτι δεν πλυμμήρισε από κόσμο γιατί κάποιος το έκανε μόδα, ούτε γιατί υπήρξε κάποιο σκοτεινό σχέδιο gentrification, αυτο ήρθε μετά.
Πριν γίνει cool το Παγκράτι ήταν απλά η επιλογή όσων έψαχναν ένα σπίτι σε νορμάλ τιμή, κοντά στο κέντρο. Η παλαιότητα των πολυκατοικιών του Παγκρατίου, έχει χτιστεί σχεδόν ολόκληρο το ‘60, και η έλλειψη μετρό και θέσεων στάθμευσης κρατούσε χαμηλά τις τιμές. Ένα ιδανικό προσκλητήριο για άτεκνα ζευγάρια και νέους εργαζόμενους που έφυγαν για πρώτη φορά από το σπίτι τους ή τη φοιτητική τους στέγη. Ο δρόμος για το coolness έχει ακόμα πολλά χιλιόμετρα μπροστά του.
Σταδιακά το Παγκράτι άρχισε να φτιάχνει τις πιάτσες του γύρω από τις γνωστές πλατείες, Προσκόπων, Βαρνάβα, Πλαστήρα, Μεσολογγίου και την Αρχελάου. Τα μαγαζιά αυτά, τα πρώτα τουλάχιστον, έπαιξαν έναν πολύ πρακτικό ρόλο, αυτόν της αναγκαίας ζώνης διασκέδασης. Με τους νέους Παγκρατιώτες να έχουν σημαντικά χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας, τα νέα μπαρ και καφέ ήταν ζωτικής σημασίας. Μετά ήρθαν οι επισκέπτες, από την υπόλοιπη Αθήνα, και κυρίως το εξωτερικό. Το Παγκράτι άρχισε να γίνεται cool, αλλά κυρίως για τους απ’έξω.
Η ανάπτυξη άρχισε να ανεβάζει τα ενοίκια, η βραχυχρόνια μίσθωση έδιωξε όσους millennials δεν κατάφεραν να ανεβάσουν το κασέ τους ώστε να φανούν αντάξιοι της περιοχής και έμειναν μόνο τα ωραία μαγαζιά, αυτά μάλιστα αυξήθηκαν και έγιναν ακόμα πιο ωραία. Η αναγνώριση από το Time Out και από άλλους οδηγούς του εξωτερικού φέρνει στο προσκήνιο την ψεύτικη εικόνα που έχει αρχίσει να αποκτά το Παγκράτι.
Με ακόμα μία φυγή μονίμων κατοίκων, που αυτή τη φορά κράτησε ακόμα λιγότερο, το Παγκράτι οδεύει προς μια πορεία που θυμίζει Γκάζι πασπαλισμένη με μία εσάνς από εκείνο το παλιό μικροαστικό Παγκράτι που δεν υπάρχει πια. Μια ψεύτικη εικόνα μέσα σε μια ψεύτικη εικόνα σαν κούκλα μπαμπούσκα, πόσο cool μπορει να είναι ή για πόσο μπορεί να την παριστάνει ακόμα;
Οι ξένοι οδηγοί βλέπουν μόνο την επφάνεια, γιατί αυτό μπορούν κι αυτό πρέπει να κάνουν. Ο ιστός των αξιοθέατων και της διαμονής που αφορά τον επισκέπτη δεν τον αφήνει να δει ότι μια περιοχή σαν το Παγκράτι στενάζει από το υψηλό κόστος διαβίωσης ενώ ταυτόχρονα δεν προσφέρει τίποτα στους κατοίκους του. Μπορεί κάποιοι να είναι διατεθειμένοι να δώσουν κάτι παραπάνω για να λένε ότι μένουν στο Παγκράτι, αλλά μειώνονται συνέχεια. Πλέον η φάση αρχίζει να μετακομίζει προς τον Νέο Κόσμο, κάτι που οι τουρίστες έχουν αρχίσει ήδη να το παίρνουν χαμπάρι, γιατί και οι οδηγοί πλέον τα μαθαίνουν με διαφορά φάσης.
Το Παγκράτι δεν είναι πια cool και είναι αμφίβολο αν το coolness του κράτησε όσο νομίζαμε. Ζει με μια εικόνα που ήταν κάποτε όμορφη και το ερώτημα είναι πόσο καιρό θα μπορεί να το συντηρήσει αυτό. Η Πλάκα και το Κουκάκι μπορούν γιατί έχουν και μια θέα στην Ακρόπολη, μια γραφικότητα και μια αντικειμενική ομορφιά να τα περιβάλλει. Το Παγκράτι δεν έχει τίποτα από όλα αυτά και αν μείνει μόνο η ζώνη διασκέδασης, ο πάταγος θα είναι πιο εκκωφαντικός από του Γκαζιού γιατί εδώ υπάρχει και ένα σοβαρό οικιστικό θέμα. Κάποιες φούσκες είναι καλό να ξεφουσκώνουν πριν σκάσουν.