Το ζιβάγκο ως στολή και ομολογία πίστης, το γνωρίζουμε πολύ καλά στην Ελλάδα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου το λάνσαρε ως δηλωτικό αντικομφορμισμού απέναντι στην αυστηρή ετικέτα του κατεστημένου, ωστόσο δεν ήταν δική του ιδέα. Πιθανότατα το έμαθε από τα ακαδημαϊκά του χρόνια στο Μπέρκλεϊ, εκεί όπου οι προοδευτικοί καθηγητές είχαν βρει έναν ευφάνταστο τρόπο για να σπάσουν τους ενδυματολογικούς κανόνες των πανεπιστημίων τους. Οι κανόνες μερικές φορές έχουν κενά γιατί θέτουν ως αυτονόητες κάποιες αρχές και μερικές φορές αυτές οι αυτονόητες αρχές είναι στο στόχαστρο.
Ναι μεν η γραβάτα ήταν υποχρεωτική, αλλά δεν ήταν υποχρεωτικό το πουκάμισο, το θεωρούσαν δεδομένο. Το ζιβάγκο έκανε αδύνατη την εφαρμογή της γραβάτα χωρίς να παραβιαστεί τεχνικά κάποιος κανόνας και κάπως έτσι ξεκίνησε η επανάσταση του ζιβάγκο. Μια επανάσταση που μπήκε τελικά κι αυτή σε μουσείο, όπως όλες οι επαναστάσεις, πετυχημένες ή αποτυχημένες. Κάποιες επαναστάσεις, ειδικά αυτές που παραμένουν ιστορικά αδικαίωτες επιμένουν να μπαίνουν από το παράθυρο της ιστορίας, κάποιες φορές σαν φάρσα. Το ζιβάγκο επιστρέφει σαν πολιτική δήλωση, αλλά αυτή τη φορά δεν έρχεται να γκρεμίσει κάποιο κατεστημένο, έρχεται να το στηρίξει.
Μια σειρά από Γάλλους αξιωματούχους, με μπροστάρηδες τον πρόεδρο Μακρόν και τον υπουργό οικονομικών Λε Μερ άρχισαν να εμφανίζονται με ζιβάγκο σε δημόσιες εμφανίσεις και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το σύνθημα που συνόδευσε αυτές τις εμφανίσεις είναι το “Sobriété Énergétique” κάτι σαν ενεργειακή αυτοσυγκράτηση. Θεωρητικά πάντα, αν ντυνόμαστε ζεστά έχουμε λιγότερες ενεργειακές ανάγκες μέσω της οικονομίας στη θέρμανση, αλλά δεν χρειάζεται πτυχίο στα μακροοικονομικά για να καταλάβει κανείς ότι όλο αυτό είναι περισσότερο ζήτημα επικοινωνίας, παρά ουσίας.
Κατά βάση οι ενεργειακές μας ανάγκες είναι ανελαστικές και όσο κήρυγμα κι αν γίνει για οικονομία, ξέρουμε ότι η σπατάλη είναι περισσότερο ένας ανεμόμυλος του Δον Κιχώτη. Γνωρίζουμε ότι αν κρυώσουμε φέτος, θα είναι από ανάγκη και όχι από επιλογή και η εικόνα ανθρώπων που ξέρουμε ότι δεν θα κρυώσουν, ελάχιστα μας συγκινεί.
Στην εποχή που η εικόνα υπερισχύει της ουσίας, τέτοια photo ops έχουν γίνει κανόνας, τι είδαμε πολύ πρόσφατα και με τους αξύριστους ηγέτες τις πρώτες μέρες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, κάτι μεταξύ ένδειξης αλληλεγγύης και απόδειξης σκληρής δουλειάς. Αλλά στο ενεργειακό κομμάτι η εικόνα μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ.
Η οικειοποίηση της εικόνας του Ζελένσκι, όσο κι αν μοιάζει ενοχλητική είναι κάτι μεταξύ ηγετών και δεν μας πέφτει πολύς λόγος, όμως είναι και εντελώς διαφορετικό από την οικειοποίηση της δικής μας εικόνας και τότε είναι που το επικοινωνιακό τρικ μπαίνει στα χωράφια ένος άλλου γαλλικού προσώπου, όχι και τόσο δημοφιλούς, της Μαρίας Αντουανέτας. Επειδή τον φετινό χειμώνα θα χρειαστούμε κάτι παραπάνω από ένα ζιβάγκο, καλό θα ήταν να παραμείνει σαν ένα σύμβολο βολονταρισμού και όχι να πλασαριστεί σαν λύση.