Ξεχάστε τις ταινίες τύπου «Ο Μαφιόζος της Διπλανής Πόρτας» και το «Ανάλυσέ το». Ξεχάστε επίσης όλα αυτά που έχετε δει στις σειρές, για τους σκληρούς αλλά μπεσαλήδες μαφιόζους, που έχουν κώδικες τιμής και μπορεί να κάνουν ένα σωρό εγκλήματα, αλλά βαθιά μέσα στην ψυχή τους υπάρχει κάποιο είδος δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, που τους αποτρέπει από το να πειράζουν γυναίκες και παιδιά. Διότι η πραγματικότητα είναι σκληρή και αμείλικτη – σαν τη Μαφία.
Την ιστορία του Δικαστή, Giovanni Falcone, κάπου μπορεί να την έχει πάρει το μάτι σας – έχουν γίνει διάφορες ταινίες και τηλεταινίες για τον άνθρωπο που τόλμησε να τα βάλει με τη Μαφία της Σικελίας. Η μέθοδός του, πολύ συγκεκριμένη: «ακολούθησε το χρήμα», διότι η διαδρομή του χρήματος θα μπορούσε να τον φέρει κοντά στην εξάρθρωση ενός τεράστιου κυκλώματος διακίνησης ηρωίνης. «Η Μαφία είναι ένα ανθρώπινο φαινόμενο και όπως όλα τα ανθρώπινα φαινόμενα, έχει μια αρχή και μια εξέλιξη, και επίσης θα έχει ένα τέλος». Αυτό πρέσβευε και αυτό έκανε, καθώς με μια ολόκληρη ομάδα ερευνητών και Δικαστών, τη «Squadra Antimafia» του Παλέρμο, κάθισαν στο σκαμνί 474 μαφιόζους – 360 απ’ αυτούς τελικά καταδικάστηκαν για σοβαρά εγκλήματα. Είχε και ένα άλλο μότο ο Falcone: «Αυτός που είναι σιωπηρός και σκύβει το κεφάλι πεθαίνει κάθε στιγμή που το κάνει. Αυτός που μιλάει δυνατά και περπατάει με το κεφάλι ψηλά πεθαίνει μόνο μια φορά». Δυστυχώς, ο άνθρωπος αυτός, που μίλησε τόσο δυνατά και περπάτησε με το κεφάλι ψηλά, είχε τραγικό τέλος: μαζί με τη γυναίκα του και τρεις αστυνομικούς που τους φυλούσαν, σκοτώθηκαν στις 23 Μαϊου του 1992, όταν το θωρακισμένο FIAT που μετέφερε το ζευγάρι καθώς και το συνοδευτικό αυτοκίνητο με τους τρεις αστυνομικούς, ανατινάχθηκαν από 350 κιλά εκρηκτικών. Ο άνθρωπος που πυροδότησε τα εκρηκτικά, ήταν ο Giovanni Brusca.
Ο Santino Di Mateo ήταν ένας μαφιόζος που συνελήφθη σε μια έφοδο της «Squadra Antimafia» τον Ιούνιο του 1993 και αποφάσισε να συνεργαστεί με τις Αρχές. Το τίμημα ήταν να απαχθεί το Νοέμβριο του ίδιου έτους από τη Σιτσιλιάνικη Μαφία ο 11χρονος γιος του, ο Giuseppe, ώστε αυτό να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης προς τον πατέρα του και να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Ο μικρός Giuseppe έμεινε αιχμάλωτος για 779 ημέρες, παρά την τεράστια κινητοποίηση του κόσμου και τις εκκλήσεις ακόμα και του Πάπα να αφεθεί ελεύθερος. Το Γενάρη του 1996, ο αρχηγός της Cosa Nostra, ο Matteo Messina Denaro, αποφάσισε ότι ο μικρός δεν του ήταν πια χρήσιμος. Την εντολή για το στραγγαλισμό του Τζουζέπε, την έδωσε ο Τζιοβάνι Μπρούσκα, με την απάνθρωπη φράση «τελειώνετε με το κουτάβι»... Την εντολή αυτή εκτέλεσε ο αδελφός του, ο Ένζο Μπρούσκα, μαζί με δυο ακόμα συνεργάτες τους, οι οποίοι στη συνέχεια «εξαφάνισαν» το σώμα του παιδιού μέσα σε ένα βαρέλι με οξύ...
Ο Giovanni Brusca ήταν πίσω από το μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων το 1993, μια κανονική «Εκστρατεία Τρόμου» σε διάφορα τουριστικά σημεία της Ιταλίας – στη Φλωρεντία, το Μιλάνο και τη Ρώμη. Απολογισμός; Δέκα άνθρωποι νεκροί, πάνω από 100 τραυματίες και μεγάλες ζημιές σε σημεία σπουδαίας πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο στόχος της Μαφίας ήταν να ασκηθεί μεγάλη πίεση στις ιταλικές Αρχές, ώστε να βγουν από την απομόνωση διάφοροι μαφιόζοι που είχαν συλληφθεί, αλλά και να χαλαρώσουν οι επιχειρήσεις και οι διώξεις της «Squadra Antimafia» υπό την απειλή της τρομοκρατίας και την πίεση της κοινής γνώμης.
Ο Giovanni Brusca συνελήφθη το 1996 και σχεδόν με καμάρι παραδέχθηκε ότι είχε διαπράξει δεκάδες δολοφονίες – το νούμερο παραμένει ασαφές, καθώς «παίζει» ανάμεσα στις 100 και τις 200. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη αλλά συνεργάστηκε με τις Αρχές και η ποινή του μειώθηκε στα 26 χρόνια. Λόγω «καλής διαγωγής» και φυσικά λόγω της συνεργασίας του με τις δικαστικές αρχές, αποφυλακίστηκε έναν χρόνο πριν ολοκληρώσει την ποινή που του είχε επιβληθεί. Ο 64χρονος Brusca κυκλοφορεί ελεύθερος από την 1η Ιουνίου και η ιταλική κοινή γνώμη, οι συγγενείς των νεκρών και οι άνθρωποι που αγωνίστηκαν για να μπουν στη φυλακή τόσοι και τόσοι εγκληματίες είναι πραγματικά ανάστατοι και βαθιά απογοητευμένοι: το «τέρας», που έβαψε τα χέρια του με τόσο αίμα, που σκόρπισε τόσο πολύ πόνο και σκότωσε δεκάδες ανθρώπους χωρίς να νιώσει τύψεις, χωρίς να έχει ποτέ δεύτερες σκέψεις ή ηθικές αναστολές, μπορεί να πίνει τον καφέ του εκεί όπου σκόρπισε τον θάνατο και να τρώει τη μακαρονάδα του κοντά στο σημείο που κάποτε τίναξε στον αέρα.
Άραγε, τι είδους δικαιοσύνη είναι αυτή;