Ήταν το κύριο όπλο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων για τέσσερις δεκαετίες. Σκέψου πόσα άτομα είχαν την χαρά ή την ατυχία (όπως το πάρει κανείς) να το κρατήσουν στα χέρια τους. Μιλάμε για σαράντα ολόκληρα χρόνια. Για να είμαστε ακριβείς, το τιμημένο τυφέκιο G3A3, δεν εξαφανίζεται, αλλά αναβαθμίζεται. Σταδιακά, αφού περάσει από τους ανώτερους, το νέο τροποποιημένο τυφέκιο θα φτάσει και στους απλούς φαντάρους, αυτούς που το κουβαλούν μαζί τους στη σκοπιά και στο περίπολο. Όμως, δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο.
Δεν ξέρουμε αν όλοι έχουν μια σχετικά καλή εμπειρία από αυτό, αλλά σίγουρα, η σχέση μεταξύ σας, ήταν αναπόσπαστη. Άλλωστε, εσύ και οι σειρούλες σου, δεν μπορούσατε να κάνετε διαφορετικά. Θυμάσαι τι σου έλεγαν στο σχολείο οι δάσκαλοι όταν ήσουν μικρός και ξεχνούσες το μολύβι σου; «Είναι σαν να πηγαίνεις στον πόλεμο χωρίς όπλο». Και μπορεί να μην πήγες ποτέ σε πόλεμο, αλλά το G3A3 το είχες πάντα μαζί σου. Οι αλλαγές στο τυφέκιο- πρώην φίλο σου, πραγματοποιούνται για να γίνει πιο εύχρηστο σε συνθήκες μάχης. Συγκεκριμένα, θα υπάρξει αντικατάσταση του πλαστικού χειροφυλακτήρα (σειρά, θυμάμαι ακόμα όταν το είπες προφυλακτήρα) με έναν αλουμινένιο, τοποθέτηση ράγας picatinny με σκοπό την προσαρμογή οπτικού σκοπευτικού και άλλα τα οποία μπορεί να μην σε ενδιαφέρουν αυτή τη στιγμή γιατί τα μάτια σου έχουν θολώσει από τα δάκρυα.
Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε σαν πρώην στρατιώτες, είναι να γράψουμε μερικά επικήδεια λόγια, μερικές σκέψεις για το δικό μας G3A3, αυτό που μας έκανε άντρες στην πρώτη μας βολή και αυτό που για πάντα, θα είναι μέσα στην καρδιά μας. Μπορεί και όχι.
Δύο φαντάροι και δύο... βύσματα θυμούνται την εμπειρία τους. Μην μας ρωτήσεις ποια είναι τα βύσματα, θα τα καταλάβεις αμέσως.
Κωνσταντίνος Δέδες: Από τη βολή... στην κράτηση
Το είδα για πρώτη φορά στη Σπάρτη, λίγες μέρες αφότου είχα πατήσει το πόδι μου για πρώτη φορά στο στρατόπεδο. Οι πρώτες μέρες στο στρατό είναι πάντα κάπως περίεργες. Δεν ξέρεις τι σε περιμένει, έχει πάντα περισσότερο κρύο από αυτό που έχεις συνηθίσει και περισσότερη ζέστη από αυτή που μπορείς να αντέξεις. Γενικότερα, τα κέφι σου είναι διασκορπισμένο στον θάλαμο, στον προαύλιο χώρο, στις «τούρκικες» ή στις πολύωρες και ανώφελες συζητήσεις καθώς στέκεσαι προσοχή. Είσαι παντού, λες και έχεις χωριστεί σε κομμάτια. Και τότε εμφανίζεται το G3A3 και όλα αλλάζουν. Εντάξει, τίποτα δεν αλλάζει.
Το πρωινό που θα ρίχναμε την πρώτη μας βολή ήταν ιδιαίτερο. Πήγαμε, πέσαμε κάτω, ρίξαμε, αστοχήσαμε, γυρίσαμε. Τρομερή εμπειρία. Έριξα άλλες δύο φορές με το αγαπημένο και ιστορικό τυφέκιο. Την επόμενη μέρα της τελευταίας βολής με αυτό, «έφαγα» κράτηση γιατί δεν ήταν αρκετά καθαρό και δεν πέρασε τον –σχεδόν- καθημερινό έλεγχο του διοικητή. Είναι κανόνας: Όσο και αν καθάριζες το G3A3, ποτέ δεν έβγαζες τη μαυρίλα από μέσα. Μέχρι πρόσφατα, θυμόμουν και τον αριθμό του όπλου μου. Πάει και αυτή η ανάμνηση, ξεθώριασε. Σε αποχαιρετώ, λοιπόν, αγαπημένο μου τυφέκιο και ελπίζω τα επόμενα, τα «αναβαθμισμένα», να μην έχουν στραβή κάνη.
Ο Μάριος Βλαβιανός θυμάται τη μία και μόνο βολή του
Σε κάθε παρέα αγοριών/αντρών που θα συναντήσεις θα υπάρχουν δυο κατηγορίες. Οι λεγόμενοι… αφάνταροι και αυτοί που φόρεσαν τα χακί (ή τα μπλε ή τα γκρι, όπου βολεύτηκε ο καθένας). Αυτοί που έκαναν στρατό πραγματικό και αυτοί που έκαναν περίπου.
Κάτι όμως ενώνει τους παραπάνω. Η εμπειρία τους με το πλέον διάσημο όπλο ανάμεσα στους φαντάρους. Το G3. Για πολλούς αποτελεί η πρώτη επαφή με ένα αληθινό όπλο, μια πρώτη προσπάθεια να ζήσεις και λίγο σαν άλλος Ράμπο ή τέλος πάντων να νιώσεις πως βρίσκεσαι σε κάποια αποστολή στο Call of Duty.
Εγώ ανήκω στην κατηγορία αυτών που είχαν μια και μόνο επαφή με το G3. Δεν το κρύβω, ήμουν απ’ αυτούς που ούτε χρεώθηκαν όπλο στη μονάδα, όταν υπηρεσίες και σκοπιές έκανα, καθώς έτυχε να είμαι κάτι σαν τον Ντάλας στο έπος «Της Ελλάδος τα παιδιά».
Ομολογώ πως η στιγμή της βολής στην Αυλώνα όμως, υπάρχει ακόμα μέσα στο μυαλό μου. Πρώτη μου επαφή με όπλο. Αληθινό όπλο. Και εκεί που είσαι χαλαρός και λες «σιγά το πράμα», ξάφνου βρίσκεσαι σε στάση πρηνηδόν και πριν το καταλάβεις αρχίζεις και γαζώνεις έναν στόχο. Τρέμουλο; Αδρεναλίνη; Πείτε όπως θέλετε. Αλλά μέχρι εκεί έφτασε η χάρη μου. Ούτε τους κάλυκες δεν μάζεψα… Ντροπή μου, ξέρω. Αλλά έμαθα να το λύνω το G3. Μάλλον…
Ο Κων/νος Σκορδούλης αισθανόταν Sniper με το G3A3
Με έπιασε μια νοσταλγία μόλις διάβασα την είδηση περί αντικατάστασης του θρυλικού G3A3. Ναι μπορεί να έκανα βολές στο στρατό και με G3A4 και με ΗΚ11, αλλά το «εθνικό τουφέκι» ήταν εκείνο που μου έκανε παρέα σε όλη τη θητεία.
Μπορεί να ήταν στραβό, χτυπημένο και ξεθωριασμένο, αλλά όπως και να το κάνεις ήξερες τον αριθμό του (αναγκαστικά) και αυτό μόνο εσένα. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη μου βολή στο κέντρο για Γιάννενα. Στρατόκ@@@@ς δεν ήμουν ποτέ, αλλά όταν πήρα το όπλο στα χέρια, ένιωσα σαν Terrorist στην Dust 2 (αν έχεις παίξει Counter Strike ξέρεις).
Όταν ξεκινήσαμε τις βολές, ένιωθα σαν να είχα μείνει μόνος στην πίστα και μετά έρχεται ένα στέλεχος να μας πει τα αποτελέσματα των βολών. «Εσένα θα κοιτάξουμε μήπως σε πάρουμε για ελεύθερο σκοπευτή», ανέφερε. Τότε είπα από μέσα μου: «Ή είμαι Sniper ή οι διπλανοί πετύχαιναν τον στόχο μου και εγώ τα βουνά». Από ότι φάνηκε στις άλλες βολές τελικά ήταν το δεύτερο…
Ο Χρήστος Κάβουρας... καταζητείται για φόνο (;)
Κάθε άντρας στην Ελλάδα έχει να λέει για τη στρατιωτική του θητεία. Άλλος την περιγράφει περήφανα γιατί άντεξε στις κακουχίες των συνόρων, άλλος κάνει ότι πέρασε δύσκολα παρότι ήταν σε ένα γραφείο, κοιμόταν κάθε μέρα σπίτι του ή έπινε καφέ 24/7 και προφανώς υπάρχει και ο τύπος που δεν αρνείται ότι πέρασε ζάχαρη. Το ίδιο συμβαίνει και με την πρώτη βολή με το θρυλικό G3A3. Ακόμα και αν έχεις βγει άοπλος.
Προσωπικά δεν θα ξεχάσω ποτέ την ημέρα που ήρθαν οι ΟYΚάδες για να μας μάθουν να «κομματιάζουμε», να επανασυναρμολογούμε και να πηγαίνουμε στη μάχη λες και παίζουμε «Rainbow Six» και «Splinter Cell» του Tom Clancy. Η μεγάλη βέβαια στιγμή ήταν ότι έφτασε η ώρα των βολών. Εκεί που σταθήκαμε όλοι ξάπλα με τους στόχους απέναντί μας και ένα βουνό να στέκεται σαν όρθιο χιλιόμετρο μπροστά μας, μην τύχει και πετύχουμε καμιά μπεκάτσα ή κάποιον κακόμοιρο που πήρε έκανε βόλτα με το «Παρά Πέντε» του. Ήμουν τόσο σίγουρος ότι είχα σφηνώσει το όπλο στον ώμο μου, όσο θυμάμαι τον πόνο από το άπερκατ που έφαγα από το κοντάκιο του τουφεκιού και βγήκα νοκ άουτ για λίγα δεύτερα.
Μην ρωτήσεις πού πήγε η σφαίρα, θα σου πω απλά ότι έκανα ρεκόρ. Μου το είπε και ο ΟYΚάς που με πρόσεχε. Πάνω από το βουνό. Δόξα τω Θεώ ακόμα δεν έχω ακούσει αν είχαμε θανάσιμο ατύχημα πάνω από το στρατόπεδο του Σκαραμαγκά.