Η «ποδοσφαιροποίηση» της πολιτικής θα είχε μια κάποια πλάκα και ένα δεδομένο ενδιαφέρον, αν συνοδευόταν από καμμιά «μεταγραφή αεροδρομίου»: να κατέβαινε στην πολιτική σκηνή της χώρας κανένα βαρβάτο όνομα επιπέδου Ριβάλντο ή Μπεργκ ή Βιεϊρίνια ή Αραούχο, να έχουμε να συζητάμε για «πολιτική μπαλίτσα». Αλλά με εξαίρεση τον Αντώνη Πανούτσο, που κυριολεκτικά και μεταφορικά παίζει «μεγάλη μπάλα», η πολιτική απλά έχει δανειστεί τα χειρότερα στοιχεία του ποδοσφαίρου: καφρίλα, άθλιες εκφράσεις, χυδαιότητα, «εσείς που κάνατε τότε αυτό», τραμπουκισμοί και άνθρωποι που δεν είναι ικανοί να γράψουν ούτε το όνομά τους σωστά και να βάλουν δυο προτάσεις σε σωστή σειρά.
Από τους Γιακουμάτους στους Πολλάκηδες, είναι μισό τσιγάρο δρόμος. Και κάπου στα μισά της διαδρομής, θα δεις τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, τη Δούρου, τον Άδωνι με το Βορίδη, τον Πάνο και το Δημήτρη Καμμένο, Δημάρχους και πάσης φύσεως συμβούλους, όλους με κοινό παρανομαστή άλλοτε τη χυδαιότητα, άλλοτε τις «κορόνες», τις ειρωνείες και εκφράσεις πεζοδρομίου.
Πολιτικοί που καθρεφτίζουν τα χειρότερα ένστικτα της ελληνικής κοινωνίας, πολιτική της πλάκας, κουβέντες για «κανίς» και «Μαρίες Αντουανέττες», πλακίτσα επιπέδου δημοτικού για τους νεκρούς στο Μάτι και την Καλιφόρνια, ανταλλαγές απειλών για μηνύσεις, αναφορές σε Θωμά Μάτσιο – τον λατρεμένο εκείνον Αντιπρόεδρο Εδεσσαϊκού.
Θα μπορούσαμε να γελάμε με όλα αυτά, αν φυσικά ζούσαμε σε άλλη χώρα. Δυστυχώς ζούμε στην Ελλάδα. Και έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν – κάποιος τους ψήφισε όλους αυτούς και θα τους ξαναψηφίσει. Μην κάνεις τον ανήξερο: εσύ τους ψήφισες, εγώ, οι συγγενείς σου, οι φίλοι σου. Και όσο κι αν «τους σιχάθηκες», όσο κι αν «τους βρίζεις», αυτούς πάνω – κάτω θα ξαναψηφίσεις στις επόμενες εκλογές.
Τον ποδοσφαιριστή που έπαιξε στην ομαδάρα και τον ηθοποιό που έπαιζε στην αγαπημένη σου σειρά. Τη μοντέλα και τον σεξολόγο. Τον μάνατζερ καλλιτεχνών και τον τηλεοπτικό μαϊντανό. Τον παίκτη του reality και τον αθλητή που «σε έκανε περήφανο». Εκεί φτάνει το μυαλό μας, «αυτόν ξέρεις – αυτόν εμπιστεύεσαι» που λέει κι η διαφήμιση της χλωρίνης, οπότε μέχρι εκεί φτάνει το χέρι στην κάλπη όταν κλείνει το παραβάν κι εσύ καλείσαι να «σταυρώσεις». Γκρίνιαζε όσο θες μετά: ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω. Ακόμα κι αν ανακαλύψεις ότι άλλο να παίρνεις κεφαλιές κι άλλο σοβαρές αποφάσεις για το μέλλον της χώρας, άλλο να υποδύεσαι τον πολιτικό σε σαπουνόπερα κι άλλο να είσαι πολιτικός στην πραγματική ζωή, άλλο να φωνάζεις στα τηλεοπτικά παράθυρα κι άλλο να αρθρώσεις άρτιο πολιτικό λόγο στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Όσο για εσάς που αναρωτιέστε ή «διαπιστώνετε με λύπη» ότι η νεολαία έχει γυρίσει την πλάτη στην πολιτική, ότι η νέα γενιά γίνεται ολοένα και περισσότερο «απολιτίκ», ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο μέσος Έλληνας εμπιστεύεται όλο και λιγότερο τους εκπροσώπους των κομμάτων κι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών πιστεύει πως οι πολιτικοί είναι επαγγελματίες ψεύτες, μην αναρωτιέστε άλλο και μην παριστάνετε τις κλαίουσες ιτιές: σαν τα μούτρα σας έχετε καταντήσει την πολιτική, οι ίδιοι οι πολιτικοί έχετε απαξιώσει το ρόλο του πολιτικού, κατρακυλάτε κάθε μέρα και πιο χαμηλά για να απευθυνθείτε στα χαμηλότερα ένστικτα του εν δυνάμει ψηφοφόρου σας, τάζοντας, βρίζοντας, χυδαιολογώντας, λαϊκίζοντας.
Ο κόσμος σάς γυρίζει την πλάτη, διότι δεν θέλει άλλη «ποδοσφαιροποίηση» της πολιτικής ζωής – προτιμάει το ορίτζιναλ ποδόσφαιρο, εκεί όπου τουλάχιστον πέρα από καφρίλες, μπινελίκια, εμετικά συνθήματα και μια περιρρέουσα καχυποψία και οσμή διαφθοράς, τουλάχιστον θα δει και κανένα γκολ, μια ντρίπλα, μια ωραία φάση, μια απόκρουση. Σε αντίθεση με τη πολιτική, που είναι γεμάτη αυτογκόλ…
Για το αληθές όλων των παραπάνω, ετοιμάσαμε και ένα φωτογραφικό άλμπουμ με την καλύτερη 11άδα ποδοσφαιροποιημένων πολιτικών: