Από την ώρα που κατάλαβα πως υπάρχω, περιμένω με αγωνία αυτό το ραντεβού που λέγεται Μουντιάλ . Και το 1978 ήμουν μόλις 2 ετών για να θυμάμαι τι έγινε και πώς έγινε, το 1982 θυμάμαι σαν τώρα, την Ιταλία του Πάολο Ρόσι, του Ντίνο Τζοφ και των άλλων παιδιών να κάνουν πλάκα στη Δυτική Γερμανία στον τελικό και να το σηκώνουν πανηγυρικά μέσα στην Ισπανία. Ηχεί ακόμη στα αυτιά μου η φωνή του σπουδαίου, Γιάννη Διακογιάννη, να περιγράφει την επικράτηση του ποδοσφαίρου της φαντασίας, του μπρίο, της φινέτσας απέναντι στο ποδόσφαιρο του ορθολογισμού και των κομπιούτερ. Και κάπως έτσι, δεν ήθελε και πολύ να γίνει η ζημιά και να δηλώνω από τότε Ιταλία!
Kι ας ήμασταν 9 φορές στις 10 του μισό-μηδέν. Κι ας έπρεπε να περάσουν 24 ολόκληρα χρόνια κι έξι Μουντιάλ για να ξαναφτάσει η squadra azzurra ξανά στην κορυφή. Δεν με ενδιέφερε. Με ένοιαζε μόνο να έρθει ξανά η ώρα της σέντρας και να δω αυτούς τους τύπους με τα μπλε να μπαίνουν στο γήπεδο και να παίζουν ποδόσφαιρο. Τον Βιάλι, τον Σκιλάτσι, τον Ντελ Πιέρο, τον Τότι, τον Μαλντίνι, τον Καναβάρο, τον, τον, τον…
Να τους καμαρώνεις από την ώρα που θα μπουν στο αεροπλάνο και θα βγάλουν την φωτογραφία με τα κοστούμια στη σκάλα, μέχρι την ώρα που θα μπουν στο γήπεδο, φορώντας τις πιο γαμάτες εμφανίσεις από όλες τις Εθνικές. Κι ας μην κρύβαμε ποτέ το τόπι όπως οι Βραζιλιάνοι, ας μην είχαμε ποτέ έναν Ζιντάν ή ακόμη χειρότερο ας είχαμε προπονητές τύπου Τραπατόνι που στα δύσκολα ράντιζαν το γκαζόν με αγιασμό… Ήμασταν όμως Η ΙΤΑΛΙΑ. Μια ομάδα που από το 1958 και μετά έδινε πάντα το «παρών» στα Μουντιάλ και ως επί το πλείστον τρύπαγε το ταβάνι της.
Από τη στιγμή λοιπόν που η Ιταλία (μου) δεν θα είναι στο Μουντιάλ, για μένα αυτό το Μουντιάλ είναι ως μη γενόμενο… Θα το παρακολουθήσω, όπως το «Μπρούσκο». Με μηδενικό δείκτη συγκίνησης. Για την ακρίβεια θα είναι απλά μια καλή αφορμή για να πιω παγωμένη μπύρα και να φάω κάνα σουβλάκι. Μέχρι εκεί. Έτερον ουδέν. Παίξτε μόνοι σας ρε, παλιό Βραζιλιάνοι/Γάλλοι/Αργεντίνοι/ Πορτογάλοι κοκ...