Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Ας συμφωνήσουμε πως ο μέσος χρήστης του Facebook ποστάρει μία είδηση που του αρέσει και επιβεβαιώνει την υπεροχή των απόψεών του έναντι της θεωρίας των αντιπάλων. Για παράδειγμα, ένας οπαδός της Χρυσής Αυγής με καμάρι ποστάρει την είδηση «Απίστευτο: Μετανάστες ξήλωσαν κεραμίδια της Ιεράς Μονής Πέτρας Ολύμπου για να ζεσταθούν!», αδιαφορώντας αν η ακρίβεια του συγκεκριμένου άρθρου συναγωνίζεται αυτή μιας μαϊμού Tag Heueur.
Πέρα από την επιβεβαίωση της ανυπέρβλητης βλακείας του χρήστη που ποστάρει μια «είδηση» για να επιβεβαιώσει το μικρό εγώ του (το «εγώ» είναι μεταβλητή, μπορεί να αντικατασταθεί με όποιο όργανο του ανθρώπινου σώματος κρίνει ο καθένας πιο σωστό), υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα αίσθημα ανασφάλειας σε εκείνους που δεν μπορούν να τσεκάρουν την ορθότητα μιας είδησης. Φυσικά δεν χρειάζεται μια είδηση να είναι εντελώς ψεύτικη. Μπορεί σε ένα άρθρο να γράφεται η μισή αλήθεια ή το σχόλιο που τη συνοδεύει να είναι εντελώς παραπλανητικό.
Ευτυχώς, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να διεκδικεί και αυτήν την θλιβερή πρωτιά –είπαμε ταλαντούχοι, αλλά όλοι έχουν και ένα ταβάνι. Μπορεί η πρακτική να είναι παρόμοια παντού, μόνο που στην περίπτωση των πρόσφατων εκλογών στις ΗΠΑ, οι επιπτώσεις ήταν ασύμμετρα σημαντικές. Το φαινόμενο του ποσταρίσματος ψεύτικων ειδήσεων στο Facebook γιγαντώθηκε κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ από τους οπαδούς του ιδιόρρυθμου υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων. Υπερβολικό; Καθόλου, αν αναλογιστεί κανείς πως το ίδιο το Facebook εφοδιάζει τους ίδιους τους χρήστες με υλικό hoax που οδηγεί στην παραπληροφόρηση.