Το καλοκαίρι του 2011 ο Anders Breivik πάγωσε τη νορβηγική, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη. Μέσα σε μία ώρα πυροδότησε ένα παγιδευμένο αυτοκίνητο με ANFO και σκόρπισε τον θάνατο στο νησί της Utoya με ένα ημιαυτόματο όπλο κι ένα πιστόλι. Ο τελικός απολογισμός ήταν 77 νεκροί και 319 τραυματίες, ένας αριθμός που η Νορβηγία είχε να δει από το τέλος της ναζιστικής κατοχής. Παρά το αρχικό σοκ από το μέγεθος της τραγωδίας, μια νέα συζήτηση ήρθε να επισκιάσει την ίδια τη μαζική δολοφονία, μια συζήτηση που έγινε κυρίως εκτός Νορβηγίας.
Ήταν η τραγική αφορμή για να μάθει η παγκόσμια κοινότητα ότι ο Anders Breivik, παρά την έκταση του εγκλήματός του, δεν θα καταδικαζόταν ούτε σε θάνατο, αλλά ούτε καν σε ισόβια κάθειρξη. Από το 2001 η ποινή της ισόβιας κάθειρξης στη Νορβηγία περιορίστηκε στον στρατιωτικό ποινικό κώδικα και αφορά το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας σε καιρό πολέμου. Ανάλογη πρόνοια υπάρχει και στο δικό μας ποινικό σύστημα για τη θανατική ποινή η οποία ενεργοποιείται μόνο σε καιρό πολέμου, όπως άλλωστε γίνεται και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Η μέγιστη ποινή στη Νορβηγία είναι τα 21 χρόνια φυλακής, με δικαίωμα για αίτηση αποφυλάκισης στα 14 χρόνια και μετά τη συμπλήρωση των 21 ετών ο κρατούμενος αξιολογείται ως προς τον σωφρονισμό του και μπορεί να αποφασιστεί η παράταση για 5 ακόμα χρόνια του εγκλεισμού του.
Το νόημα μιας ποινής φυλάκισης ως προς τη διάρκεια είναι η αρχή της αναλογικότητας; Όσο πιο βαρύ είναι ένα έγκλημα, όσο περισσότερο σοκάρει και σκανδαλίζει την κοινή γνώμη και στρεσάρει το κοινό περί δικαίου αίσθημα, τόσο μεγαλύτερη πρέπει να είναι και η ποινή. Η κλιμάκωση των ποινών είναι και ένα εσωτερικό σύστημα δικαίου, δεν μπορούν να μένουν για το ίδιο διάστημα στη φυλακή δύο καταδικασμένοι με τον έναν από αυτούς να έχει διαπράξει ένα ειδεχθές έγκλημα και ο άλλος όχι. Όμως σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένα άνω όριο φρίκης που κανένα ποινικό σύστημα δεν μπορεί να ξεπεράσει, ούτε καν αυτό που έχουν οι πολιτείες των ΗΠΑ που διατηρούν ακόμα τη θανατική ποινή.
Από τη στιγμή που κάποιος διαπράττει ένα έγκλημα που τιμωρείται με την εσχάτη των ποινών, είτε αυτή είναι τα 21 έτη της Νορβηγίας, είτε η θανατική ποινή, όσο μεγαλύτερο ένα άλλο έγκλημα από αυτού που έχει οριστεί ως το κατώφλι αυτής της ποινής, δεν μπορεί να προσμετρηθεί. Ο Μπρέιβικ θα τιμωρούνταν με 21 χρόνια φυλακής ακόμα κι αν είχε εκτελέσει μόλις ένα παιδί στην κατασκήνωση της Utoya, και όχι 77 όπως σκότωσε τελικά. Οι θιασώτες της διατήρησης των ισοβίων ή της επαναφοράς της θανατικής ποινής ανέδειξαν την αδικία αυτή των θυμάτων που δεν θα βρουν πραγματική δικαίωση με μια τόσο «μικρή» ποινή.
Γιώργος Λάγιος: Για περιπτώσεις όπως της Ρούλας Πισπιρίγκου δεν υπάρχει σωφρονισμός
Αλλά το παράδειγμα του φρικτού εγκλήματος της μαζικής δολοφονίας των 77 ανθρώπων δείχνει τα όρια της οποιασδήποτε μέγιστης ποινής. Ούτε τα ισόβια, αλλά ούτε και η θανατική ποινή ως έσχατη ποινή θα μπορούσε να δικαιώσει σε κάποιο βαθμό τόσα πολλά θύματα. Και αυτό το παράδειγμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν υπενθύμιση ότι τα πραγματικά ειδεχθή εγκλήματα δεν μπορούν να έχουν την αντίστοιχη αναλογικότητα στις ποινές. Είναι ένα δομικό «λάθος» κάθε ποινικού συστήματος πολιτισμένης χώρας.
Ένα αρρωστημένο μυαλό δεν έχει όρια στη φρίκη, μπορεί να σκοτώσει, να βιάσει και να βασανίσει από ένα μέχρι όσα θύματα προλαβαίνει μέχρι να βρεθεί υπό κράτηση. Το ότι δεν υπάρχει αναλογικότητα στην ποινή αυτών των εγκλημάτων είναι μια ομολογία μιας οργανωμένης κοινωνίας ότι δεν έχει σημασία η έκταση του εγκλήματός σου από τη στιγμή που διάλεξε κάποιος να τεθεί εκτός των ορίων της κανόνων της ηθικής που την ορίζουν ως οργανωμένη κοινωνία, πόσο μάλλον εκτός των νόμων.
Είναι απολύτως λογικό τέτοια εγκλήματα να μας δοκιμάζουν σαν κοινωνία, η διαβρωτική τους δράση στα θεμέλιά της είναι μερικές φορές προεκτάσεις που ξεπερνούν το ανυπέρβλητο κακό που έχουν ήδη προκαλέσει στα θύματά τους. Ίσως τελικά αυτό που έχουμε ανάγκη ως άνθρωποι σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να παραμείνουμε άνθρωποι και να βρούμε τη δύναμη να προχωρήσουμε. Όχι, με τον όρο «προχωρήσουμε» δεν εννοούμε να πάμε παρακάτω σαν να μη συνέβη τίποτα, αλλά να δούμε ποιος ήταν ο μηχανισμός που προκάλεσε ένα έγκλημα που δεν χωράει στη μέγιστη των ποινών.
Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να πούμε ότι κάνουμε κάτι ουσιαστικό για να μην ξανασυμβεί κάτι παρόμοια φρικιαστικό στο μέλλον. Αν δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική απονομή δικαιοσύνης και σωφρονισμός, ας προσπαθήσουμε όλοι να μην ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο, είναι κάτι που μας αφορά όλους μας και όχι μόνο τους θύτες.