Το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν βρήκε τα δύο στρατόπεδα στον ίδιο βαθμό ετοιμότητας. Οι δυνάμεις του Άξονα εξύφαναν τα επεκτατικά τους σχέδια αρκετά χρόνια νωρίτερα πριν το 1939 και την εισβολή στην Πολωνία που σηματοδότησε το επίσημο ξέσπασμα του νέου μεγάλου πολέμου. Ο σχεδιασμός αυτός σε μεγάλο βαθμό είχε στηριχθεί σε ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα που έκανε κουρέλι κάθε άρθρο της συνθήκης των Βερσαλλιών. Οι Σύμμαχοι έκαναν όλα αυτά τα χρόνια τα στραβά μάτια προκειμένου να εξευμενίσουν το κτήνος με αποτέλεσμα να τους βρει ελλιπώς προετοιμασμένους η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Ευτυχώς για την Αγγλία, αλλά και για την ανθρωπότητα τελικά, ό,τι έλειπε από τους Άγγλους σε προετοιμασία και οπλισμό, αναπληρώθηκε και με το παραπάνω στο εξίσου ουσιώδες πεδίο της μάχης των πληροφοριών. Οι Βρετανοί διέθεταν ένα ευρύτατο δίκτυο συλλογής πληροφοριών, αντάξιο της φήμης μιας αυτοκρατορίας που έφτανε και στην τελευταία γωνία της υφηλίου. Μπορούσαν να συλλέγουν πληροφορίες ακόμα και πίσω από τις γραμμές του εχθρού με τη βοήθεια ενός εργαλείου από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τους αιχμαλώτους πολέμου.
Εκτός από τις ήδη γνωστές ΜΙ5 και ΜΙ6, το βρετανικό διευθυντήριο των Στρατιωτικών Πληροφοριών διέθετε έναν ακόμα τομέα, τον 9ο. Θεσμοθετήθηκε τον Δεκέμβριο του 1939 και είχε διπλή αποστολή. Πρώτη ήταν η παροχή βοήθειας και η οργάνωση αποδράσεων των αιχμαλώτων πολέμου, στα πρότυπα της Μεγάλης Απόδρασης με τον Steve McQueen. H επικοινωνία όμως με τους αιχμαλώτους πίσω από τις γραμμές του εχθρού έφερε και ένα πολύ σημαντικό παράπλευρο κέρδος. Οι αιχμάλωτοι ήταν μια πλούσια πηγή πληροφοριών και η αξιοποίησή τους έδινε σημαντικό πλεονέκτημα κάτω από τη μύτη του εχθρού.
Ο εγκέφαλος πίσω από τις δραπετεύσεις ήταν ο ταγματάρχης Norman Crockatt και η ΜΙ9 κατάφερε στη διάρκεια του πολέμου να βοηθήσει πάνω από 35.000 αιχμαλώτους πολέμου να περάσουν με ασφάλεια τις γραμμές του εχθρού και να σμίξουν ελεύθεροι με τους συμπολεμιστές τους και τις οικογένειές τους.
Κάθε στρατιώτης που πιανόταν αιχμάλωτος είχε σαφείς οδηγίες από πριν για το πώς θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις καταστάσεις και να δραπετεύσει, οδηγίες που παρέχονταν από την ΜΙ9. Η ίδια η υπηρεσία έχει χωριστεί σε επιμέρους τομείς, οι οποίοι ήταν γνωστοί με γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Για παράδειγμα ο Τομέας W συνέλεγε πληροφορίες από τις συνεντεύξεις όσων δραπετών τα κατάφερναν. Ο Τομέας Χ οργάνωνε τις δραπετεύσεις και φρόντιζε για την προμήθεια εργαλείων. Ο Τομέας Υ έφτιαχνε τους κώδικες επικοινωνίας με τα στρατόπεδα κράτησης, ενώ ο Ζ ήταν αυτός που έφτιαχνε όλα τα εργαλεία, τα όπλα και τα διάφορα “gadgets” που ήταν απαραίτητα για τις επιχειρήσεις. Τα εργαλεία αυτά έπρεπε να είναι καμουφλαρισμένα, να μην κινούν υποψίες ακόμα κι αν έπεφταν στα χέρια των Γερμανών και ήταν γνωστά μεταξύ των πρακτόρων της ΜΙ9 και των αιχμαλώτων ως αντικείμενα Q. Αυτή ήταν και η έμπνευση για το Q Brunch του James Bond, αφού ο Ian Fleming γνώριζε την ύπαρξη αυτών των gadgets από τη θητεία του στην υπηρεσία πληροφοριών του Βασιλικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Όλα τα ηγετικά στελέχη της ΜΙ9 ήταν βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν καταφέρει να αποδράσουν από γερμανικά στρατόπεδα, όπως ο Johnny Evans, ο Jimmy Langley και άλλοι που είχαν χτίσει τον δικό τους μύθο και κατάφερναν να περνάνε τεχνογνωσία, αλλά και να εμψυχώνουν τους φυλακισμένους συμπατριώτες τους της επόμενης γενιάς.
Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης της Γενεύης, κάθε αιχμάλωτος πολέμου είχε δικαίωμα να λαμβάνει δύο γράμματα και τέσσερις κάρτες κάθε μήνα. Αυτό το δικαίωμα εκμεταλλεύτηκε η ΜΙ9 για να στήσει έναν μόνιμο μηχανισμό επικοινωνίας πίσω από τις γραμμές του εχθρού. Άντρες της MI9 είχαν ήδη κάνει σεμινάρια σε ναυστάθμους, αεροπορικές βάσεις και στρατόπεδα σε όσους ήταν πιο κοντά στο ενδεχόμενο να βρεθούν αιχμάλωτοι. Ήξεραν από πριν πώς να στείλουν κωδικοποιημένα μηνύματα στις οικογένειες τους χωρίς να τραβήξουν την προσοχή της γερμανικής λογοκρισίας και από την άλλη μπορούσαν να λαμβάνουν πληροφορίες και οδηγίες για την απόδρασή τους.
Προκειμένου να μην προδωθεί ο μηχανισμός που είχε στήσει η ΜΙ9 και να μην φαίνεται ότι κάνει κατάχρηση των δικαιωμάτων που έδινε η Συνθήκη της Γενεύης, είχαν φτιαχτεί διάφορες ανύπαρκτες φιλανθρωπικές οργανώσεις που αναλάμβαναν ως ενδιάμεσος κρίκος τα γράμματα γιατί Γερμανοί πράκτορες υπήρχαν και κοντά στους συγγενείς των αιχμαλώτων.
Μία από αυτές τις «μαϊμού» οργανώσεις αναλάμβανε να στέλνει δέματα στους αιχμαλώτους που θα τους ανακούφιζαν κάπως από τις συνθήκες κράτησης. Βιβλία επιτραπέζια παιχνίδια, μουσικά όργανα, κλπ ήταν στην πραγματικότητα καμουφλαρισμένα όπλα και εργαλεία από τον Τομέα Ζ. Ανάμεσα σε τράπουλες και άλλα αντικείμενα οι κρατούμενοι μπορούσαν να «ανακαλύψουν» σχέδια απόδρασης, μαχαίρια, πυξίδες, λεφτά, πλαστές ταυτότητες, τρόφιμα κλπ.
Τα “gadget” της MI9 γνώρισαν τέτοια επιτυχία που η χρήση τους δεν άργησε να επεκταθεί σε όλους τους στρατιώτες. Ίσως η πιο γνωστή περίπτωση είναι η εκτύπωση χαρτών πάνω σε μεταξωτά μαντήλια. Αυτοί οι χαρτές μπορούσαν να κρατούν ζεστούς τους στρατιώτες, αλλά πάνω από όλα ήταν πάρα πολύ ανθεκτικοί στις κακουχίες του πολέμου. Συνολικά εκτυπώθηκαν σε μετάξι 245 διαφορετικοί χάρτες και μοιράστηκαν σε περίπου 2 εκατομμύρια στρατιώτες που έλαβαν μέρος στην απόβαση στη Νορμανδία. To τέλος του πολέμου βρισκόταν κοντά.