Στο κείμενο που ακολουθεί υπάρχουν spoilers.
Τελείωσε και ο τρίτος κύκλος του «Narcos: Mexico» - και ήταν και ο τελευταίος κύκλος της ιστορίας του Μεξικό, που μαζί με το πρώτο «Narcos» που διαδραματίστηκε στην Κολομβία και είχε να κάνει κυρίως με τον Πάμπλο Εσκομπάρ και δευτερευόντως με το «Καρτέλ του Κάλι», ολοκληρώνουν μια μεγάλη ιστορία. Ιστορία γεμάτη ναρκωτικά, καρτέλ, δολοφονίες, δισεκατομμύρια δολάρια, διαφθορά, προδοσία και έρωτες καταδικασμένους σε θάνατο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Το τέλος της ιστορίας του «Narcos: Mexico», εστιάζει περισσότερο στη ζωή του Αμάδο Καρίγιο Φουέντες. Και είναι η αλήθεια πως από όλους τους μεγαλέμπορους ναρκωτικών, Κολομβιανούς και Μεξικανούς, που παρέλασαν τηλεοπτικά μέσα από τις δυο σειρές, δηλαδή από τον Εσκομπάρ, το Καρτέλ του Κάλι, τον «Πάτσο», τον Φέλιξ, τον «Τσάπο», τον Μάγιο ή τους Αρεγιάνο, ο Αμάδο ήταν ο πιο συμπαθής. Ο πιο «ανθρώπινος». Ο λιγότερο αδίστακτος και ο περισσότερο τεχνοκράτης, αυτός που λειτούργησε σαν επιχειρηματίας και όχι σαν γκάνγκστερ.
Βοήθησε στο χτίσιμο του συμπαθούς προφίλ του και το γεγονός, ότι ανάμεσα στις μπίζνες του, προέκυψε και ένας έρωτας. Και είναι αλήθεια, ότι η Κουβανή σύντροφός του, η τραγουδίστρια Μάρτα, την οποία υποδύεται η πανέμορφη Γιέσικα Μπορότο, έκλεψε την παράσταση:
Μόνο που το θέμα δεν είναι (ή δεν θα έπρεπε να είναι) αυτό. Μιλάμε για έναν έμπορο ναρκωτικών, που κάποια στιγμή της «καριέρας του» έφτασε να γίνει ο πιο πλούσιος διακινητής κοκαϊνης στον κόσμο, πάνω κι από τους Κολομβιανούς από τους οποίους αγόραζε το προϊόν. Μιλάμε για κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά μιλάμε παράλληλα για έναν άνθρωπο που όσο «γλυκός» ή «ερωτιάρης» ή «ανθρώπινος» κι αν προβάλλεται στη σειρά, είναι υπεύθυνος για ένα σωρό θανάτους (που διέπραξε ο ίδιος ή διέταξε να γίνουν), που τροφοδότησε επί σειρά ετών την Αμερική με κοκαϊνη, που δωροδόκησε τη μισή Αστυνομία και Στρατό του Μεξικού και φυσικά που πιθανότατα «σκότωσε» ένα σωρό ανθρώπους με το προϊόν του. Ανθρώπους που μπορεί να πέθαναν από υπερβολική δόση ή που μπορεί να σκότωσαν σε κάποιον δρόμο ή ένα σοκάκι για δυο γραμμάρια.
Ο Αμάδο στο τέλος της σειράς πεθαίνει σε μια κλινική, όπου πηγαίνει για να κάνει πλαστική και να αλλάξει την εμφάνισή του, ώστε να πάει να βρει τη Μάρτα στη Χιλή. Έχει αποφασίσει να τα αφήσει όλα πίσω, να αλλάξει ζωή, να ξεκόψει από το εμπόριο, να πάψει να είναι ο «Βασιλιάς των Αιθέρων» και να ζήσει σαν «κανονικός άνθρωπος». Πάμπλουτος βέβαια, αλλά κανονικός. Πέθανε όμως; Οι γιατροί είπαν ότι η καρδιά του τον πρόδωσε πάνω στην επέμβαση και η σωρός του ταυτοποιήθηκε. Αλλά το πτώμα του εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, οι γιατροί που έκαναν την επέμβαση βρέθηκαν νεκροί μέσα σε κάτι βαρέλια και ο μύθος λέει ότι μπορεί και να το σκηνοθέτησε τόσο καλά, που έζησε τελικά τη ζωή που επιθυμούσε στη Χιλή αγκαλιά με τη Μάρτα – άλλωστε και το τελευταίο πλάνο της σειράς, με το αγαπημένο του αεροπλανάκι – μινιατούρα που δεν αποχωριζόταν ποτέ, πάνω σε ένα τραπεζάκι στη βίλα στη Χιλή, την ώρα που η Μάρτα επιστρέφει από τη βόλτα της στην παραλία, αυτό υπονοεί.
Η ιστορία του «Narcos», σε Κολομβία και Μεξικό, σίγουρα δεν είναι μια ιστορία αγάπης – είναι «αγάπη» για το χρήμα, για την εξουσία, για τον έλεγχο του εμπορίου ναρκωτικών, αλλά ιστορία αγάπης με την κλασσική έννοια δεν είναι. Και μπορεί ο μεγάλος αυτός έρωτας να ήταν μια ενδιαφέρουσα πινελιά σε μια πραγματικά καλή σειρά, που σε «κρατάει» από την αρχή μέχρι το τέλος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο αυτός ο έρωτας ουσιαστικά κυριαρχεί στο τέλος και «σκεπάζει» την ιστορία, ο τρόπος που τελειώνει και σε βάζει να σκεφτείς αν τελικά ο Αμάδο ξεγέλασε τους πάντες, έζησε και αντάμωσε με την καλή του, σώζοντας την ψυχή του έστω και στις «καθυστερήσεις του αγώνα», αδικεί όλη την υπόλοιπη πλοκή. Που είναι πραγματική, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, με στοιχεία μυθοπλασίας για χάρη της τηλεόρασης αλλά σε κάθε περίπτωση βουτηγμένη στο θάνατο, τη δυστυχία και την απώλεια.