Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 o Ροζ Πάνθηρας είχε σταματήσει να είναι αστείος και ο Peter Sellers έψαχνε μανιωδώς τον ρόλο εκείνο που θα βγάλει από πάνω του το πετσί του Επιθεωρητή Κλουζώ. Οι επιλογές του δεν ήταν και οι καλύτερες δυνατές, ούτε και η ψυχική του υγεία άλλωστε. Τα προσωπικά του προβλήματα ήταν ορατά στις επαγγελματικές του επιλογές και όσο καλός ηθοποιός κι αν ήταν, δεν μπορούσε να κρύψει εύκολα τη δύσκολη φάση που περνούσε.
Το σενάριο του Being There κέρδισε αμέσως το μυαλό και την καρδιά του Άγγλου κωμικού. Επίσημα ήταν μια μαύρη κωμωδία, μια πολιτική σάτιρα που ήθελε να δείξει πόσο εύκολο είναι να ανέλθει κανείς τα σκαλιά της πολιτικής ιεραρχίας με μοναδικό εφόδιο τη συγκυρία. Ο ίδιος ο ρόλος που υποδύθηκε ο Sellers, αυτός του κηπουρού που άκουγε στο όνομα Chance ή οποιοδήποτε άλλο σαρδάμ έμοιαζε ηχητικά, δεν ήταν καθόλου αστείος.
Ένας εσώκλειστος κηπουρός σε μια έπαυλη στα περίχωρα της αμερικανικής πρωτεύουσας που δεν είχε καμία ιδέα από τον έξω κόσμο. Αναφέρεται συχνά ο όρος «χρυσό κλουβί» για κάποιον που έχει μεγαλώσει σε ένα απόλυτα υπερπροστατευτικό περιβάλλον, όμως για κανέναν άλλον δεν είναι τόσο ταιριαστός όσο για τον κηπουρό. Η γνώσεις του για τον έξω κόσμο προέρχονται μόνο από την τηλεόραση, η οποία ήταν και μοναδική του συντροφιά όλα αυτά τα χρόνια του εγκλεισμού. Με τον θάνατο του αφεντικού του η μοίρα του κηπουρού μοιάζει με αυτή ενός κατοικίδιου που δεν το θέλουν οι υπόλοιποι συγγενείς και αυτό δεν είναι ικανό να αυτοσυντηρηθεί.
Πόσες συμπτώσεις χρειάζονται για να φτάσεις δίπλα στον Πρόεδρο των ΗΠΑ;
Μέσα από μια αλληλουχία συμπτώσεων και συγκυριών, ο κηπουρός με την απλοϊκή σκέψη και το σχεδόν άδειο μυαλό θα βρεθεί δίπλα στις πιο ισχυρές φιγούρες της αμερικάνικης πολιτικής. Θα φτάσει μέχρι το σημείο που θα επηρεάσει τη σχέση μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ παίζοντας με την ισορροπία του τρόμου με τον ίδιο τρόπο που μια γάτα απολαμβάνει να ρίχνει πορσελάνες από ένα ράφι.
Η κενότητα της ύπαρξης του Chauncey Gardiner, όπως μετέφρασαν οι πολύ ισχυροί φίλοι του το όνομά του μαγνήτισε το καλλιτεχνικό αδιέξοδο του Peter Sellers και τον ώθησε στο να το γεμίσει. Αθροίζοντας δύο κενά, προέκυψε μια γεμάτη ερμηνεία που θυμίζει σε πολλά σημεία Forrest Gump με παρόμοια διδάγματα στο τέλος.
Ο Peter Sellers απαγγέλει με απάθεια ατάκες που έχει αποστηθίσει μέσα από όλα αυτά τα χρόνια ατελείωτης τηλεθέασης και οι σοβαροί συνομιλητές του νομίζουν ότι είναι αποστάγματα σοφίας. Το ομώνυμο βιβλίο πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία ήθελε να είναι μια δηκτική σάτιρα γύρω από την επιρροή της τηλεόρασης στην αμερικανική πολιτική και ο Sellers το αποτύπωσε τόσο καλά που τελικά εξελίχθηκε σε κάτι παραπάνω από αυτό.
Χρονικά η ταινία συνέπεσε με την άνοδο του νεοσυντηρητισμού στις ΗΠΑ, το 1979 η Αμερική ετοιμαζόταν να κάνει μια πολιτική μανούβρα με τον Reagan που θα καθόριζε για τις επόμενες δεκαετίες το μέλλον του πλανήτη. Το εργαλείο για αυτή την αλλαγή πορείας δεν ήταν άλλο από την τηλεόραση. Σε ένα άλλο διδακτικό φιλμ, το Vice το οποίο περιγράφει την ανέλιξη του Dick Cheney κυρίως μέσα από το πολιτικό παρασκήνιο, αυτή η πορεία φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού.
Ο καλύτερος τρόπος για να πείσεις κάποιον για τις ιδέες σου είναι να τον αποβλακώσεις πρώτα. Γιατί να μπεις στην εργώδη και χρονοβόρα διαδικασία να εξηγήσεις τις ιδέες σου μέσα από λογικά επιχειρήματα; Διαλύοντας την κριτική σκέψη του πολίτη-τηλεθεατή είναι πολύ πιο εύκολο στη συνέχεια να τον ταΐσεις τον εύπεπτο ιδεολογικό πολτό που θέλεις να του σερβίρεις.
Η επαλήθευση της προφητείας
Ένα έθνος γεμάτο Chauncey Gardiner είναι έτοιμο να πιστέψει τα πάντα, ακόμα και τα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ. Μάλιστα η ταινία υπήρξε πολλαπλώς προφητική αφού δεν είδε μόνο τις επόμενες γενιές πολιτικών-τηλεθεατών, αλλά και τον κηπουρό μέσα στον Λευκό Οίκο.
Πώς λέει η φράση «Αυτό, αλλά όχι ειρωνικά»; Ε, αυτό ακριβώς έγινε με την προεδρία του Bush του νεότερου. Κανείς δεν περίμενε ένα υπερφυσικό μωρό να καταλαμβάνει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της πιο ισχυρής χώρας του κόσμου. Η πρόσφατη ιστορία έδειξε ότι κάτι τέτοιο μπορεί πολύ εύκολα να επαναληφθεί με τη σκυτάλη από την τηλεόραση να την παίρνει το ίντερνετ.
Στο ερώτημα για το τι μπορεί να γίνει στο μέλλον, η τελευταία σκηνή του Being There είναι η ιδιοφυώς αινιγματική. Μια λεπτή γραμμή χωρίζει τον πνιγμό από την αφύπνιση, το θέμα είναι πιο από τα δύο θα προλάβει να κερδίσει.