Μου έχει ζαλίσει τα πρέκια ρε σεις. Δεν την αντέχω. Πήρα χθες τηλέφωνο ένα φίλο δικηγόρο, του λέω «Μαλάκα σκέφτομαι να πνίξω την μάνα μου» και εκεί που περίμενα να μου πει για ποινές και να με βρίσει, γυρνάει και μου αποκρίνεται «Άμα πνίξουμε και τη δικιά μου, σου έρχομαι συνεργός». Εντάξει, πάντα υπήρχαν εντάσεις με την μάνα μου, αλλά τώρα έχει ξεκινήσει ένα τροπάριο ζόρικο, εκνευριστικό και απάλευτο: θυμήθηκε πως θέλει να γίνει γιαγιά.
Δεν ξέρω αν το έχετε προσέξει, αλλά οι μανάδες σου περνούν το μήνυμα πολύ ύπουλα. Εκεί δηλαδή που έχεις αράξει στο τραπέζι και είσαι έτοιμος και πεινασμένος για να βάλεις τον κεφτέ στο στόμα, πετάγεται η άλλη από το σαλόνι «Είδα τον φίλο σου τον Ανέστη με το αγοράκι του. Πανέμορφο. Χαρές που έκανε η μάνα του. Αλλά λίγα είναι τα τυχερά». Σου πέφτει ο κεφτές κάτω και θες να την καρφώσεις στα μάτια. Δεν μιλάς, απλά σου κόβεται η όρεξη και φεύγεις ρίχνοντας μπινελίκια.
Αυτή είναι η ήρεμη εκδοχή. Η πιο ζόρικη έχει κάτι κλαψομουνιάσματα από συνδυασμό «Τόλμη & Γοητεία», «Σάντα Μπάρμπαρα» και «Τρίτο Στεφάνι» μαζί, όπου πετάει κάτι βαρύγδουπα του τύπου «Δεν θα σε δω ποτέ γαμπρό!» και κλάμα σαν την Παξινού όταν έπαιζε στο Ηρώδειο. Λες και μου ήρθε φύλλο πορείας για το Μογκαντίσου στη Σομαλία και θα γυρίσω σουρωτήρι σε φέρετρο.
Μη μουτζώνετε. Προσπάθησα. Δοκίμασα. Ήμουν τίμιος. Την έκατσα στον καναπέ και της λέω «Ρε μάνα δεν γίνονται έτσι αυτά». Της εξηγούσα δύο ώρες για την κατάσταση, για την κρίση, για το ότι δεν πας να ανοίξεις σπίτι και να το κλείσεις μέσα στο μήνα σαν να είσαι γυράδικο που σερβίρει γάτες. Τίποτα, σαν να μιλάει ο Τσακαλώτος στον Σόιμπλε. Καμιά επαφή. Σε κάποια φάση γυρνάει και μου λέει «Δεν είσαι παιδί μου εσύ, φύγε», είχε φτιάξει και φασολάκια για μεσημεριανό, πώς να μην της αρχίσω εξάψαλμο που έχει αποφασίσει πως εμείς θα λύσουμε το πρόβλημα της υπογεννητικότητας; Και να πούμε και κάτι σωστό; Θέλει κότσια να αναγνωρίσεις ότι δεν είσαι σε θέση να μεγαλώσεις παιδιά.
Δεν λέω, κάποια στιγμή θα θελήσω και εγώ. Αλλά αυτή η στιγμή έρχεται όταν είναι να έρθει. Δεν θέλει βιαστικές κινήσεις και δεν θέλει πίεση. Θέλει να τα έχεις βρει με τον εαυτό σου όχι να κάνεις τα χατίρια των άλλων. Εδώ δεν έχουμε λεφτά για ποτά, θα έχουμε για πάμπερς; Χώρια του ότι, όταν με βλέπει άνθρωπος, δεν του βγάζω και πατρικό πρότυπο. Τις προάλλες το συζητούσα με φίλο μου.
-Ρε συ πιστεύεις θα γινόμουν καλός μπαμπάς;
-Τι λες βρε μαλάκα ψυχοπαθή, είσαι εσύ για παιδιά;
-Ε πες τα στη μάνα μου.
Εκτός αυτού η μάνα μου έχει προσπαθήσει κατά καιρούς να σπρώξει το θέμα διά της βίας. Όποτε πάμε σε βαφτίσια και γάμους, βάζει τις θειάδες και σκάνε μύτη με κάτι υποψήφιες νύφες, που είναι φίλες από ξαδέρφες που απλά ήρθαν να κάνουν τις γλάστρες. Η τελευταία που μου φέρανε προξενιό, ήταν στο γάμο ενός ξαδέρφου. Την βλέπω να πλησιάζει και μου έρχεται η σκηνή από το Γκοτζίλα που πέφτουν τα κτίρια. Φίλη του ξάδερφου από το σχολείο. Υπάλληλος της ΔΕΗ, 1,77 ύψος και με είχε και στα κιλά. Μιλάμε όχι παντόφλα θα έπεφτε, αλλά θα γελούσαν οι μπάτσοι στο τμήμα κάθε φορά που θα πήγαινα να κάνω μήνυση για ξυλοδαρμό.
Αυτό που συμβαίνει τελευταία είναι να φωνάζει τις φίλες της με τα εγγόνια για να παίρνω μάτι τα μωρά. Ξέρω γω γιατί; Μάλλον για να συγκινηθώ. Να μπαίνεις στο σπίτι και να υπάρχει τσιρίδα σε συνδυασμό με σκατίλα. Ε όχι ρε φίλε. Όταν έρθει η ώρα να το κάνω για τα παιδιά μου. Τα πάντα θα κάνω. Αλλά τι τα έχετε φέρει τα μωρά ρε νυχτερίδες λες και είναι έκθεμα; Της λέω την τελευταία φορά «Μάζεψε τα οστεοφυλάκια και τα μωρά από δω και στείλτους όλους σπίτια τους, γιατί θα πάρω ψαλίδι να μου τα κόψω και θα βλέπεις παιδιά μόνο στο Καρουζέλ στις επαναλήψεις το διάολο μου μέσα». Αγχώθηκε και συμμαζεύτηκε. Έχεις και τον πατέρα σου που ψάχνεις λίγη υποστήριξη και λέει συνέχεια σαν καραμέλα «Μην μασάς όλα καλά». Τι καλά ρε μπαμπα, θέλω να τους σκοτώσω όλους.
Και συγνώμη αν σας έπρηξα, αλλά κάπου έπρεπε να πω και εγώ τον πόνο μου. Και αν περνάτε τα ίδια δηλαδή, στείλτε κάνα μέιλ μπας και συσπειρωθούμε και βρούμε καμιά λύση.
Γιατί με τις μανάδες δεν παίζεις και πόσο μάλλον όταν έχουν πάρει απόφαση ότι πρέπει να γίνουν γιαγιάδες.