Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες. Ίσως σου έχει μείνει ο τίτλος της γνωστής ταινίας του Σόντερμπεργκ, αλλά μάλλον για τον λάθος λόγο. Ναι την έχεις κι αυτήν σε βιντεοκασέτα.
Ίσως ν’ ακούγεται εντελώς παράδοξο και παράταιρο στα μοντέρνα ώτα σου. Το δέχομαι. Μαζί σου. Αλλά πρέπει να πω την ιστορία μου.
Οι βιντεοκασέτες είναι είδος προς εξαφάνιση κι αν ένα νέο παιδί έρθει σ' οπτική επαφή μ' ένα μικρό πλαστικό και χρωματιστό λοφίσκο από δαύτες σε κάποιο τυχαίο παζάρι ή και παλαιοπωλείο, τότε μπορεί να αναφωνήσει ειλικρινά έκπληκτος: Τι είναι αυτό;
Οι διασημότερες ταινίες και σειρές σε έκδοση VHS
Εμείς της παλιότερης γενιάς του ’80 και του ’90 ξέρουμε πολύ καλά πως χωρίς τις βιντεοκασέτες δεν θα ‘μασταν αυτοί που τώρα λέμε ότι είμαστε.
Στο σπίτι μου, στο πατρικό στη Κρήτη, μέσα σε τρία ντουλάπια κάτω απ’ το σκρίνιο της μάνας μου με την τηλεόραση, υπάρχει η δική μου άρτια συλλογή από βιντεοκασέτες.
Εκεί μπορεί κανείς να βρει έναν ολόκληρο θησαυρό από την δεκαετία που μας γαλούχησε, δηλαδή τα ‘90’ς. Οι μισές είναι αγορασμένες από βίντεο κλαμπ και οι άλλες μισές είναι γραμμένες απ’ την τηλεόραση.
Ηλεκτρικός: Ο καθημερινός βιοπαλαιστής στα Βαγόνια του Καρχαρία
Θυμάμαι τον εαυτό μου να κάθεται στα μαύρα πουφ του σαλονιού (τότε ήτανε της μόδας και μάλλον και σήμερα λόγω διαρκούς αναχρονισμού), δίπλα απ’ το σβηστό τζάκι τα καλοκαίρια, και να βλέπω για 100στη φορά το Grease ή το Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή.
Τότε που ακόμη η τηλεόραση είχε κάποιο νόημα, μιας και το ίντερνετ ήταν ακόμη σε νηπιακό στάδιο, έπαιρνα το έντυπο πρόγραμμα απ' το περίπτερο του Μουστάκια κι υπολόγιζα πόσες βιντεοκασέτες χρειαζόταν να αγοράσω απ’ το σούπερ μάρκετ για να ‘χω να γράφω τις ταινίες που θα προβάλλονταν μέσα στη βδομάδα.
Είχα πρόγραμμα όχι αστεία. Ήμουν επαγγελματίας βιντεάκιας.
Προλετάριος: Οι 5 χειρότερες δουλειές που έχω κάνει ποτέ
Μ’ αυτό τον τρόπο είχα αποκτήσει ένα αξιέπαινο αριθμό βιντεοκασετών που τώρα μπορεί να θαυμάσει ο κάθε τρελαμένος συλλέκτης.
Τα τότε βίντεο κλαμπ ήταν αυτό που πραγματικά διαλαλούσε και ο τίτλος τους: Ενοικίαζαν και πουλούσαν αληθινές βιντεοκασέτες.
Στη γειτονιά μου είχα τουλάχιστον δύο που πήγαινα σχεδόν κάθε μέρα και με είχαν μάθει και οι πέτρες εκεί μέσα. Εγώ τους έκανα σεφτέ το πρωί κι εγώ το έκλεινα το βράδυ, κρεμασμένος σαν πιθηκοειδές από κάποιο ράφι.
Κάπως έτσι απόκτησα όλες τις ταινίες του Κόναν, του Terminator, του Rambo, του Chuck Norris.
Ποιος δεν έχει πορωθεί μόνο και μόνο κοιτώντας τα εξώφυλλα αυτών των αισθητικών θαυμάτων;
Ποιος δεν έχει γαλουχηθεί πολιτισμικά μ’ όλους εκείνους του περίεργους τίτλους;
Ο έρωτας στα χρόνια της καραντίνας.
Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που είδα στο βίντεο τον Κυνηγό με τον Σβατζενέγκερ. Δεν μπορούσα να το πιστέψω πως μία τέτοια ταινιάρα είχε υπάρξει.
Τι να πω για την πρώτη φορά που τα ματάκια μου αντίκρυσαν το εξώφυλλο του Hellraiser;
Μετά κάθομαι και συγκρίνω τα σημερινά χρόνια με το Netflix και γελάω. Κανένα συναίσθημα, όλα έχουν γίνει ένα χοντρό, λιπαρό εμπόριο, ένα κακόγουστο αστείο, μία σχεδόν ανυπόφορη διαδικασία που κάνει κάποιος διότι είναι κουρασμένος κι επιθυμεί κάπως να νανουρίσει την ανυπαρξία του.
Τότε η βιντεοκασέτα είχε κάποιο συμβολικό νόημα, ήταν ένα έπαθλο άθλου ή μόχθου, ήταν μία κατάκτηση. Είχε ένα ανάστημα μπροστά σου. Ήταν ένα ατόφιο αντικείμενο λατρείας, κάποιας καταδικής σου θρησκείας στην οποία ήσουν και ο μόνος πιστός αλλά και Θεός ταυτοχρόνως.
Τι να πρωτοθυμηθώ από τις αγαπημένες μου βιντεοκασέτες: Ένα ψάρι που το λέγανε Γουάντα, Πόλεμος των Άστρων, Κροκοδειλάκιας, Back to the Future, Goonies, Indiana Jones, Κυνηγώντας το Πράσινο Διαμάντι και η λίστα είναι πραγματικά ατελείωτη.
Πλέον το να παρακολουθήσεις μία σειρά ή μία ταινία στο ίντερνετ είναι τόσο αδιάφορο όσο το να πέσει μία κατσαρή τρίχα μέσα στον ωκεανό του τίποτα. Δεν υπάρχει καμία φλόγα για καινούριες ανακαλύψεις, δεν υπάρχει κανένα μεράκι για το ίδιο το αντικείμενο, δεν υπάρχει θρίαμβος ή καταβαράθρωση.
Όλα είναι ουδέτερα, ρηχά, ξαναειπωμένα, σχεδόν ανύπαρκτα.
Όλα έχουν μετατραπεί σ’ ένα αέναο επίπεδο διασκέδασμα της βαρεμάρας μας, ένα ξεγέλασμα του γεγονότος πως πλέον ο πολιτισμός ανακυκλώνεται μόνος σου, σαν ένα καλοκουρδισμένο ρομπότ.
Ζούμε πλέον αυτό που λέγαμε κάποτε για πλάκα: Τα έχουμε δει όλα.
Το ίδιο το βίντεο το ‘χω ακόμη κι εννοείται πως λειτουργεί όπως τότε, ένα παλιό ασημί JVC, σκυλί των σκυλιών, κάτι σαν τη βέσπα των VHS ένα πράμα.
Τώρα κάθε φορά που επισκέπτομαι το πατρικό μου, κουρασμένος και κυφός μέσα στην πολιτισμική μου απελπισία, κάθομαι και βλέπω ξανά όλες εκείνες τις βιντεοκασέτες κι αν ακόμη δεν υπάρχει χρόνος να τις δω πραγματικά, σίγουρα αυτό που κάνω είναι ν’ ανοίξω το ντουλάπι, να πάρω βαθιά ανάσα και να κάτσω να χαζέψω τις ράχες τους, να τις πιάσω στα χέρια μου και να κοιτάξω τις εικόνες από πίσω.
Η μνήμη είναι σκληρό κι άκαρδο πράγμα αλλά μπορεί κανείς να βρει απάγκιο μέσα της. Λάβδανο της ψυχής.
Αφού χορτάσω τότε παίρνω τον ανήφορο για το δωμάτιο μου και σειρά παίρνουν οι κασέτες, τα CD και οι δίσκοι που έχω στοιβαγμένους στο παιδικό μου καταφύγιο, στη σπηλιά μου.
Αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία.
Δες το παρακάτω άλμπουμ για να δεις μερικές από τις αγαπημένες μου βιντεοκασέτες που έχουν μείνει για πάντα χαραγμένες στη μνήμη: