Είσαι ο Σωκράτης Διούδης. Περίμενες καρτερικά τη σειρά σου, πίσω από τον Οδυσσέα Βλαχοδήμο, για να πάρεις φανέλα βασικού. Και τώρα που ο Βλαχοδήμος είναι κάτοικος Πορτογαλίας, έγινες το «νούμερο 1» της ομάδας – μιας ομάδας «πειραματικής», υπό διαμόρφωση, «αρχηγός» μιας άμυνας γεμάτης νιάτα και ενθουσιασμό αλλά και γεμάτης απειρία που χρειάζεται καθοδήγηση. Και έχεις τέτοια προσωπικότητα, τόσο τσαγανό που δεν «μασάς» από τις δυσκολίες, που παίζεις σαν να είσαι στην ομάδα 10 χρόνια, που δείχνεις από την day one από τι μέταλλο είσαι καμωμένος. Τι κι αν τσάκισες το κεφάλι σου στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό; Γύρισες πιο «ξεροκέφαλος» από ποτέ, έπιασες πέναλτι στο «Βικελίδης», έπιασες πέναλτι με τον Ατρόμητο, έχεις κάνει μια υπέροχη χρονιά ως τώρα, αποδεικνύοντας στην πράξη ότι οι καλές ομάδες ξεκινούν από τον καλό τερματοφύλακα.
Είσαι ο Φεντερίκο Μακέντα. Κι όταν ήρθες στον Παναθηναϊκό στις «καθυστερήσεις» της μεταγραφικής περιόδου, κάποιοι γέλασαν, άλλοι ειρωνεύτηκαν, αρκετοί εξέφρασαν προβληματισμό, μίλησαν για «πανέρια», «καλάθια» και «ψώνια από τη λαϊκή». Εσύ αποφάσισες να παραμείνεις σιωπηλός, να δουλέψεις σκληρά για να βρεθείς σε καλό επίπεδο φυσικής κατάστασης, κάθισες στο «θρανίο» και διάβασες τα συστήματα του Δώνη. Κι όταν ήσουν έτοιμος, είπες να μιλήσεις στο γήπεδο. Και αυτό ακριβώς κάνεις από την αρχή της χρονιάς: παίζεις για την αγωνιστική σου αναγέννηση, για το προσωπικό σου restart, αλλά παίζεις και για την ομάδα. Και πλέον οι τυφλοί, είδαν και οι μουγγοί, μίλησαν και όλοι κατάλαβαν για ποιους λόγους σε διάλεξαν ο Δώνης με τον Νταμπίζα.
Αν δεν είδες τι έγινε χτες στο ΟΑΚΑ στο Παναθηναϊκός-Ατρόμητος το παρακάτω άλμπουμ θα σε κατατοπίσει:
Είσαι ο Έργκους Κάτσε. Βολοδέρνεις τα τελευταία χρόνια δεξιά κι αριστερά, αφού στον ΠΑΟΚ δεν «χωράς» - ούτε ποδοσφαιρικά, ούτε «πολιτικά». Και ψάχνεις μια ομάδα να ξαναπαίξεις μπάλα, να δείξεις ότι δεν είσαι απλά ένας φιλότιμος τρεχαλατζής στο κέντρο που μπορεί να κάνει συγκεκριμένα και περιορισμένα πράγματα, αλλά ένα «εξάρι» που κόβει και ράβει, αλλά μπορεί να εκτελεί και τα στημένα, να απειλήσει με μακρινά σουτ, να δοκιμάσει μια κάθετη μπαλιά. Η αλήθεια είναι ότι σε είχαμε χάσει στην αρχή της χρονιάς, απορούσαμε για ποιο λόγο ο Νταμπίζας έδωσε μάχη για να σε φέρει και φέτος στην ομάδα αλλά ο Δώνης δεν σε έβαζε να παίζεις – ίσως να μην δούλευες τόσο σκληρά όσο έπρεπε, ίσως να μην είχες καταλάβει απόλυτα τι ζητούσε η ομάδα από εσένα. Τον τελευταίο καιρό όμως είσαι ένας Κάτσε κομβικός για το παιχνίδι της ομάδας, έβαλες τη γκολάρα στο «Καραϊσκάκης», οι κάθετες μπαλιές σου όλο και πληθαίνουν και έχουν ολοένα και περισσότερη ακρίβεια – η μπαλιά στον Μακέντα για το γκολ κόντρα στον Ατρόμητο, ήταν «ζωγραφιά».
Είσαι ο Γιώργος Δώνης. Και από την αρχή της χρονιάς, παλεύεις με τα κύματα: παίκτες έφυγαν, παίκτες δεν έρχονταν, οι πιτσιρικάδες έπρεπε να «ωριμάσουν» μέσα σε μια μέρα, το μείον έξι ήταν σαν μια θηλιά στο λαιμό, οι επιθετικοί ήρθαν αργά και ήταν ανέτοιμοι για τα πρώτα παιχνίδια. Μέσα σε όλα, οι τραυματισμοί και οι ατυχίες δεν σταμάτησαν να σου χτυπούν την πόρτα: ο Άλτμαν ακόμα δεν έχει γυρίσει, ο Μουνιέ έπαιξε ελάχιστα και μετά μπήκε στα πιτς, έξω τη μια ο Γιόχανσον, την άλλη ο Κουλιμπαλί και την παράλλη και οι δυο μαζί, έξω ο Διούδης και μετά έξω ο Κότσαρης, έχασες πριν το τελευταίο ματς τον Κουρμπέλη και στο ημίχρονο και το Μακέντα. Άλλος θα είχε «τσακίσει». Άλλη ομάδα, θα είχε «λυγίσει» - όχι εσύ, όχι η δική σου Ομάδα. Σαν μπασκετικός προπονητής κοουτσάρεις κατά τη διάρκεια του αγώνα, αλλάζεις πρόσωπα και συστήματα, διατάξεις και γραμμές, για να μπορέσεις να πάρεις και την τελευταία σταγόνα «χυμού» στο ποτήρι. Κι αφού η ομάδα στάθηκε όρθια στα τρία συνεχόμενα ντέρμπι, με δυο ισοπαλίες και μια ήττα αλλά θετικό πρόσημο για την εικόνα και την αγωνιστικότητά της, σημείωσες μια μεγάλη νίκη επί του εξαιρετικού Ατρόμητου. Με πάθος, με πλάνο, με τύχη, με πείσμα.
Είσαι ο Τάσος Σιδηρόπουλος. Στο πρόσωπό σου καθρεφτίζεται ο «ραγιαδισμός» του Έλληνα διαιτητή, που σαλιώνει το δάχτυλο, το υψώνει και βλέπει προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Προφανώς, δεν φυσάει από την μεριά του Παναθηναϊκού, όπως δεν φυσάει εδώ και πολλά χρόνια απ’ αυτή την κατεύθυνση. Οπότε σφυρίζεις ανάλογα κι εσύ και οι συνάδελφοί σου: χωρίς σεβασμό στην ομάδα με τα πράσινα, χωρίς σεβασμό στον κόπο και την προσπάθειά τους, χωρίς καν να κρατάς τις ισορροπίες ή να σφυρίζεις με τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά και στις δυο περιοχές. Το έκανες στην πρεμιέρα στην Ξάνθη, το έκανες και στο ΟΑΚΑ με τον Ατρόμητο, όπως το έκανε στο «Βικελίδης» ο Τζοβάρας, όπως το έχουμε δει να γίνεται από την αρχή της χρονιάς σε διάφορα γήπεδα. Ο Παναθηναϊκός δεν έχει πάρει μισό σφύριγμα από την αρχή της χρονιάς, δεν έχει κριθεί ούτε ένα παιχνίδι από σφύριγμα υπέρ του. Και συνεχίζει να απαντάει στο γήπεδο με την προσπάθεια και την αξία του σε όλους αυτούς που του φέρονται με απρέπεια, ταπεινώνει αυτούς που του φέρονται σαν να είναι καμιά «ομαδούλα» της σειράς. Όπως συμβαίνει παραδοσιακά όμως, ο καιρός έχει γυρίσματα…