Το 1999 πέρασε την πόρτα της Παιανίας ένας λιπόσαρκος, ψιλόλιγνος τύπος. Συστήθηκε ως Ρενέ. Το παρουσιαστικό του θύμιζε τουρίστα που θα του χρεώναμε 20 ευρώ τη χωριάτικη (έχω ξεχάσει σε πόσες δραχμές αντιστοιχούσαν) και δε γέμιζε το μάτι κανενός. Ήταν επιλογή του Γιάννη Κυράστα για το κέντρο της άμυνας, εκεί που υπήρχαν ήδη οι Βλάνταν Μιλόγεβιτς, Γιάννης Γκούμας, Λεωνίδας Βόκολος, Γιώργος Αλεξόπουλος. Στην Ελλάδα είχαμε ακόμη τις αναμνήσεις του Γιάννη Καλιτζάκη. Αν δεν είσαι «νίντζα», τότε δεν είσαι στόπερ. «Ή ο παίκτης ή η μπάλα», ήταν το μότο της εποχής. Ωστόσο ο Γιάννης Κυράστας έβλεπε μπροστά. Παρουσίασε την πιο όμορφη ελληνική ομάδα παίζοντας το καλύτερο ποδόσφαιρο εκείνη την εποχή. Ήταν προάγγελος της ομάδας που έκανε τον Παναθηναϊκό «πρέσβη» στην Ευρώπη και ο Ρενέ αποτέλεσε ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες αυτού του ποδοσφαιρικού οικοδομήματος.
Ο διεθνής Δανός που πήρε την επαγγελματική απόφαση να αφήσει για μία και μοναδική φορά την ιδιαίτερη πατρίδα του έγινε συνώνυμο του σύγχρονου στόπερ. Δεν ήταν ο πιο σκληρός αμυντικός. Δεν ήταν πιο γρήγορος. Αλλά η ποδοσφαιρική ευφυΐα του και το ταλέντο του να διαβάζει τις επιθέσεις του αντιπάλου ήταν το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του. Ο Ντέμης Νικολαΐδης τον έχει χαρακτηρίσει ως τον πιο καθαρό και συνάμα καλύτερο στόπερ που έχει αντιμετωπίσει. Ο Ρενέ δεν χρειαζόταν να σου κάνει το βρόμικο τάκλιν ώστε να σου κλέψει την μπάλα. Μπορούσε να το κάνει όρθιος, χωρίς πανικό και με δαντελένια ευκολία.
Σε αυτές τις 6 σεζόν που έκατσε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό, ο Ρενέ Χένρικσεν έγινε ο αγαπητός της «πράσινης» εξέδρας. Ήταν αντι-σταρ αλλά το σημαντικό είναι πως έμαθε στον μέσο άμαθο Έλληνα φίλαθλο τι σημαίνει «σύγχρονο» στόπερ. Κέρδισε τη συμπάθεια από τους αντίπαλους. Πρέπει να ήσουν αρρωστημένα κολλημένος και κομπλεξικός ώστε να μην τον παραδεχτείς. Φυσικά υπάρχει κι αυτοί, ελπίζοντας πως είναι μειοψηφία. Ο Ρενέ αποφάσισε να κρεμάσει τα παπούτσια μία χρονιά μετά την αποχώρησή του από το «τριφύλλι». Γύρισε στην πατρίδα του, έβαλε την υπογραφή του σε συμβόλαιο συνεργασίας με την Ακαντέμισκ (ομάδα που τον ανέδειξε) και έριξε τους τίτλους τέλους.
Ωστόσο τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής του θα έπρεπε να τη δώσει 13 χρόνια αργότερα. Το 2018 διαγνώστηκε με καρκίνο. Ύπουλη ασθένεια. Δεν την εύχεσαι ούτε στον χειρότερο εχθρό σου. Κανείς δεν πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με αυτό το ανάλγητο τέρας. Σε διαλύει σωματικά και ψυχολογικά. Το σοκ ήταν τεράστιο. Όσα ευχολόγια και να γραφτούν, είναι μία ζόρικη μάχη. Μία άνιση μάχη. Ένας βρόμικος πόλεμος στον οργανισμό σου. Ο Ρενέ αποφάσισε να κάνει ό,τι και την εποχή που φορούσε τα αθλητικά του. Να δώσει τη δική του καθαρή μάχη. Άτρωτος και αλύγιστος και με την ηρεμία που τον διέπει, πίστεψε στο πλάνο των γιατρών. Μετά τις αρχικές χημειοθεραπείες, προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα της ζωής του και εμπιστεύτηκε τους γιατρούς του. Άφησε στην άκρη της χημειοθεραπείες και συνέχισε με την ανοσοθεραπεία που πλέον τον θέλει μια φορά τον μήνα βρίσκεται στο νοσοκομείο κάνοντας μια ένεση στο στομάχι.
«Είμαι πραγματικά χαρούμενος και έκπληκτος από τη νέα μορφή θεραπείας. Δεν έχω καμία παρενέργεια και μπορώ να πάω κατευθείαν στο σπίτι και να δουλέψω μετά την επίσκεψη στο νοσοκομείο. Έχω αποκτήσει ξανά την παλιά μου ζωή και πριν από μερικά χρόνια δεν πίστευα ότι αυτό θα ήταν δυνατόν να ξαναγίνει. Θα μπορούσα λοιπόν να πω πω νιώθω ότι ξαναγεννήθηκα. Είμαι ένας από τους Δανούς που παίρνει βοήθεια και επωφελείται από την έρευνα που διεξάγεται στον τομέα αυτό. Μπορώ να πω γνωρίζοντας το σώμα μου ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της μορφής της θεραπείας που λαμβάνω τώρα και αυτής που λάμβανα πριν από πέντε χρόνια. Πάντα συμβαίνει κάτι καινούργιο και πάντα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Επομένως, η υποστήριξη της έρευνας για τον καρκίνο βοηθάει πραγματικά. Κι εγώ ο ίδιος αποτελώ τη ζωντανή απόδειξη γι' αυτό», ανέφερε κατά τη διάρκεια του φιλανθρωπικού τουρνουά γκολφ στο οποίο συμμετείχε μαζί με άλλους θρύλους του ποδοσφαίρου της Δανίας. Τα έσοδα του τουρνουά θα πάνε στο ερευνητικό κέντρο «Knæk Cancer».
«Τα προηγούμενα χρόνια ήμουν κάπως εξαντλημένος όταν παίζαμε. Τώρα όμως νιώθω ότι μπορώ και να χτυπήσω δυνατά και να περπατήσω και να κάνω άλμα. Να λειτουργήσω όπως πριν μάθω ότι έχω καρκίνο», κατέληξε ο Δανός παλαίμαχος άσος.
Προσπαθώντας να αποφύγουμε όλα τα κλισέ του κόσμου, πέφτουμε πάντα στην παγίδα. Αυτή τη φορά, τουλάχιστον, έχει νόημα. Ο Ρενέ Χένρικσεν κατάφερε να κάνει τάκλιν στον καρκίνο και να τον αφήσει εκτός τελικής εστίας.