Τι κρύβεται πίσω από την έκρηξη της «νοσταλγίας για τα 90s» την τελευταία πενταετία; Ίσως ευθύνεται το γεγονός πως τα πάντα από εκείνα τα χρόνια μοιάζουν να ακτινοβολούνται από μια πιο αθώα και λιγότερη ανήσυχη εποχή. Όλα αυτά βέβαια ισχύουν για τους απλούς ανθρώπους. Τους κοινούς θνητούς. Διότι μια σειρά από πρόσφατα ντοκιμαντέρ, από την Amy Winehouse μέχρι την Britney Spears, μας έχουν αναγκάσει να δούμε μια πιο βίαιη εικόνα για τους celebrities της δεκαετίας του 1990. Μία εποχή όπου τα δημόσια πρόσωπα κυνηγήθηκαν, κακοποιήθηκαν και τελικά καταστράφηκαν από τα tabloids.
Κανείς δεν περικλείει αυτή τη θλιβερή ιστορία καλύτερα από τον Paul Gascoigne. Τον βασικό πρωταγωνιστή ενός νέου ντοκιμαντέρ του BBC που κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα. Το χαμένο αγόρι του αγγλικού ποδοσφαίρου, όπου για δεκαετίες τώρα λειτουργεί κάτι σαν την εθνική ταυτότητα του μέσου Βρετανού, προκαλεί ένα ισχυρό και περίπλοκο σύνολο συναισθημάτων στους περισσότερους ποδοσφαιρόφιλους και οι μεγάλες στιγμές της ζωής και της καριέρας του χρησιμεύουν ως καθρέφτες στις ιστορίες ελπίδας και απογοήτευσης του απλού κόσμου. Αυτό είναι που κάνει τον μύθο του να είναι ακόμη συγκλονιστικός, 20 χρόνια μετά. Έναν μύθο, όπου μάλιστα το ντοκιμαντέρ «Gazza» ξεκινά να εξερευνήσει.
Το πρώτο μέρος είναι μια περιγραφή της πρώιμης ζωής του. Γεννημένος σε μια εργατική περιοχή του Newcastle, το φυσικό ταλέντο του στον ώθησε γρήγορα στις τάξεις της τοπικής του ομάδας και ύστερα σε μια μεγάλη μεταγραφή στην Τότεναμ και στο να φορέσει το εθνόσημο. Κοιτάζοντας τώρα τα πλάνα είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πόσο ευάλωτος ήταν ακόμα και όταν τα πράγματα ήταν καλά. Η λάμψη του -και τα δάκρυά του- στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 τον μετέτρεψαν σε super star και βοήθησαν στην αποκατάσταση του ποδοσφαίρου στην Βρετανία, ακριβώς την ώρα που ξεκίνησε η εποχή της Premier League με τα πολλά χρήματα. Εν τω μεταξύ, ο tabloid Τύπος, με επικεφαλείς του Rupert Murdoch, Rebecca Brooks and Piers Morgan -όσο αφόρητα αυτάρεσκος τότε όσο και τώρα- μόλις άρχισε να πειραματίζεται με μια νέα εργαλειοθήκη, που περιελάμβανε την παραβίαση τηλεφώνων.
Ο Gascoigne περιπλανήθηκε σε όλα αυτά σαν νεογέννητο και έγινε το αντικείμενο της δεκαετίες του πολέμου μεταξύ της Sun και του The News of the World. Το δεύτερο μέρος του ντοκιμαντέρ περιστρέφεται αρκετά απότομα σε κάτι που μοιάζει περισσότερο με την πολιτιστική ιστορία παρά με τη βιογραφία, με μία μοχθηρή δημοσιογράφο, την Brooks, να παρουσιάζεται ως φίλη του Gazza και της συζύγου του Cheryl με σκοπό να τους εκμεταλλευτεί εκ των έσω. Ενώ κάθεται στο σπίτι τους προσφέροντας λίγη συμπόνια κατά τη διάρκεια ενός σκανδάλου που ταλανίζει το ζευγάρι, δίνει εντολή στους δημοσιογράφους να κυνηγούν τον Gazza σε κάθε του βήμα και να τον προκαλούν.
Ωστόσο, η αθωότητα του Gazza δεν πρέπει να υπερεκτιμάται. Το ντοκιμαντέρ κάνει μια αξιοθαύμαστη δουλειά αντιμετωπίζοντας το μέρος της ιστορίας του που συχνά αποσιωπάται. Το 1994, αναφέρθηκε ευρέως ότι είχε κακοποιήσει σωματικά τη Cheryl με την οποία είχε πάντα μια ανασφαλή και ασταθή σχέση. Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις τον τότε προπονητή της Αγγλίας, Γκλεν Χοντλ, να εξηγεί στον Τύπο ότι η παραδοχή του Gazza ότι χτύπησε τη σύζυγό του δεν πρέπει να τον αποκλείει από το εθνικό καθήκον. Σήμερα, ένας ποδοσφαιριστής που κατηγορούνταν για ξυλοδαρμό, δε θα κλωτσούσε ποτέ ξανά μπάλα στη ζωή του. Και δικαίως.
Το φρικτό τσίρκο συνεχίστηκε. Καθώς οι αναφορές για συνομολίες με αγαπημένα του πρόσωπα εμφανίζονται καθημερινά στον Τύπο, ο Γκασκόιν γίνεται όλο και πιο παρανοϊκός, με τα πιο κοντινά του πρόσωπα που τον πρόδιδαν για να πουλήσουν τις ιστορίες τους. Όπως θα αποδείκνυε μια δικαστική υπόθεση χρόνια αργότερα, δεν ήταν καθόλου παρανοϊκός. Οι εφημερίδες είχαν χακάρει τις τηλεφωνικές του συσκευές σε μία υπόθεση υποκλοπής. Ο Γκασκόιν στράφηκε στον αλκοολισμό και το ποτό διέλυσε την καριέρα του. Για έναν άνδρα με τεράστια προβλήματα, χωρίς θεραπεία, ψυχικής υγείας, που αργότερα διαγνώστηκε με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, βουλιμία, κατάθλιψη και σύνδρομο Τουρέτ, ο οποίος ένιωθε πραγματικά ασφαλής στο γήπεδο ποδοσφαίρου, αυτή ήταν μία συντριβή. Μία συντριβή που ποτέ δεν υπήρξε μόνιμη ανάκαμψη.
Η μάχη ενός τρομερά ταλαντούχου αλλά βαθιά προβληματικού ποδοσφαιριστή από το Tyneside μαζί τους, ήταν μία μάχη που δεν μπορούσε να ελπίζει ότι θα κερδίσει. Τα tabloids καταβρόχθισαν τον Gazza και τον έφτυσαν, θέτοντας το πρότυπο για αμέτρητους αστέρες του αθλητισμού, τραγουδιστές της pop σκηνής και διαγωνιζόμενους σε ριάλιτι. Σε αντίθεση με τους σημερινούς παίκτες, ο Γκασκόιν δεν είχε λογαριασμό στο Twitter ώστε να «καταγράψει την ιστορία του», οπότε η ιστορία του ήταν καταδικασμένη να αφορά τόσο τη σκοτεινή πλευρά της εποχής όσο και το ποδοσφαιρικό θαύμα που απολαύσαμε. Το τελευταίο αξίζει να το νοσταλγούμε. Το πρώτο πρέπει να μας θυμίζει ότι η δεκαετία του 1990 δεν ήταν τόσο αθώα όσο θα θέλαμε να θυμόμαστε.