Ο Τζέιμς Γκιστ ανήκει στο κλειστό κλαμπ των Αμερικανών που ήρθαν στην Ελλάδα και ταυτίστηκαν με την ομάδα και τον κόσμο της. Τρανή απόδειξη το «Γκιστόπουλος» που έχει βάλει για nickname στο Instagram. Ή το «Γκιστ, Γκιστ, Γκιστ» που δονεί το ΟΑΚΑ κάθε φορά που πατά το παρκέ και μετά από κάθε φορά όπου έχει χαρίσει στο κοινό του μερικά ηδονικά καρφώματα ή κοψίματα.
Ο δυναμικός φόργουορντ του Παναθηναϊκού Superfoods επιστρέφει για να βρεθεί στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή και να αποτελέσει την καλύτερη μεταγραφή του «τριφυλλιού» μέσα στη χρονιά. Για αγωνιστικούς λόγους και μη. Και μάλιστα, τούτη τη στιγμή, που θεωρείται αυτονόητο και λογικό να μην είναι στο 100%, οι εξωαγωνιστικοί λόγοι είναι πιο σημαντικοί. Η επιστροφή του συμπίπτει με την πιο κομβική περίοδο, στην οποία η παρουσία ενός παίκτη που θα κρατήσει δεμένα τα αποδυτήρια είναι πιο σημαντική κι από την προσθήκη ενός αμυντικού και επιθετικού υπερόπλου.
Ο Γκιστ είναι από τους πιο παλιούς στον Παναθηναϊκό, είναι ένας παίκτης που έχει δεθεί με τον σύλλογο, που έχει ασπαστεί τις αρχές και τις αξίες του, που έχει διδαχθεί από τα λάθη του, που έχει ζήσει καλά την εποχή «Διαμαντίδη» και που νιώθει ευλογία και για την ομάδα που τον αγκάλιασε και για την ίδια τη ζωή που κόντρα στο άσχημο παιχνίδι που του έπαιξε τον φέρνει πάλι υγιή και δυνατό στα παρκέ. Ο ρόλος του μέσα στα αποδυτήρια είναι κάτι παραπάνω από πολύτιμος. Είναι «ιερός». Ένας πολύ δυναμικός χαρακτήρας που έχει «χαλυβδώσει» την προσωπικότητά του τα τελευταία χρόνια και έχει βγει δυνατός μέσα από λάθη και πάθη. Όλα αυτά, μαζί με τη σύνδεση που έχει αναπτύξει με την ομάδα και τον κόσμο της αλλά και την… υποχρέωση που νιώθει απέναντι σε όλους αυτούς, θα τα φέρει στα πράσινα αποδυτήρια για να τα κρατήσει ακμαία και ενωμένα.
Στο αποψινό παιχνίδι με τη Ρεάλ υπάρχουν δύο τρομακτικές συγκυρίες, που θα μπορούσαν να δημιουργούν από δισταγμό μέχρι και φόβο για έναν παίκτη που καλείται να παίξει κόντρα στην ομάδα που τραυματίστηκε (στη Μαδρίτη) ΑΚΡΙΒΩΣ τέσσερις μήνες πριν (16 Νοεμβρίου-16 Μαρτίου). Κι όμως, στο μυαλό, στην ψυχή και στην καρδιά του Γκιστ υπάρχει μόνο λύσσα. Να μπει στο παρκέ και να αρχίσει να καταβροχθίζει μπάλες κι αντιπάλους, να κατεδαφίζει μπασκέτες και να δίνει το σύνθημα σε ένα ασφυκτικά γεμάτο ΟΑΚΑ.
Έναν μεγάλο εκπρόσωπο του post game, αφού όταν αγωνίζεται στο «5» επιλέγει να παίξει με πλάτη στο καλάθι, δείχνοντας τρομερή βελτίωση σε μία θέση και σε έναν τρόπο επίθεσης που δεν είχε συνηθίσει και που δεν τον βρίσκεις εύκολα σε αθλητικό ψηλό της κοψιάς του.
Αλλά και μία… γεννήτρια που θα ανεβάσει την τάση του ρεύματος στο ΟΑΚΑ με την ενέργεια που θα φέρει στο παρκέ και το οποίο ρεύμα ενίοτε θα κόβεται όταν θα επιλέγει να κατεβάζει τους διακόπτες στους αντιπάλους του. Η όψη του και μόνο στο παρκέ και στα αποδυτήρια φέρνει ψυχολογία και αυτοπεποίθηση σε συμπαίκτες, προπονητή και κόσμο, υπό τους ήχους των βρυχηθμών ενός πεινασμένου τέρατος.