Η διαδρομή του Χάρη Τζαννή μέχρι σήμερα υπήρξε δαιδαλώδης και άκρως εντυπωσιακή: Από την απόρριψη μιας θέσης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Πειραιά και μετά στα πολυμέσα της δεκαετίας του 1990, στην αρχή του ψηφιακού κόσμου. Επόμενος σταθμός η γλωσσολογία σε συνδυασμό με την τεχνολογία, μετά η ηλεκτρονική δημοσιογραφία με στόχο την προώθηση της ελληνικής γαστρονομίας, μέχρι το πιο πρόσφατο «μεγάλο βήμα», τη δημιουργία του Delio Food Hub, μέσω του οποίου προμηθεύει με προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών. Είναι σαφές πως ο Χάρης Τζαννής δεν σταμάτησε ποτέ να ψάχνει τι είναι αυτό που κάνει την ψυχή του να ξεχειλίζει -κάθε φορά από την αρχή.
«Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1971 και ήμουν πολύ τυχερός γιατί μεγάλωσα και εξελίχθηκα βιώνοντας ταυτόχρονα με τις μεγάλες αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στον τρόπο σκέψης μου. Κλασικοί συγγραφείς, ποίηση, ιστορία, ορθογραφία και καλλιγραφία ήταν οι βάσεις της γενικής παιδείας εκείνη την εποχή. Η τεχνολογική επανάσταση με βρήκε στο γυμνάσιο και φύτευσε εντός μου την αγάπη για τους υπολογιστές. Ήμουν ένα πνεύμα που δεν συμβιβαζόταν εύκολα, τόσο ώστε να απορρίψω την εισαγωγή μου στο Οικονομικό του Πειραιά για να σπουδάσω σε Αμερικάνικο κολλέγιο Marketing και ταυτόχρονα Παραγωγή Πολυμέσων που τόσο πολύ ήθελα», περιγράφει ο ίδιος, δίνοντάς μας το πλαίσιο της αφετηρίας του.
Η αρχή της καριέρας του στα πολυμέσα, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, τον οδήγησε τελικά σε νέα μονοπάτια: «Ολοκληρώνοντας τις σπουδές και υπηρετώντας τη στρατιωτική μου θητεία επί 19 μήνες βρέθηκα το 1995 ένας ανάμεσα σε ελάχιστους επαγγελματίες του είδους και σε μία αγορά τεχνολογικά προηγμένη με ναυαρχίδα την ανάπτυξη των CDrom, των οθονών αφής και των πολυμέσων ως μέσα αλληλεπίδρασης. Έτσι, ξεκίνησα αμέσως να δημιουργώ interactive εφαρμογές για Πολιτιστικούς οργανισμούς και φορείς, εφημερίδες και περιοδικά και εκατοντάδες εταιρείες που ζητούσαν συνεχώς σύγχρονη, για την εποχή, τεχνολογία. Ταυτόχρονα η ανάπτυξη του internet το 1997-98 με πιο γρήγορα modem και γραφικά στις ιστοσελίδες με οδήγησε στη δημιουργία πολλών ισοτόπων και διαχείριση projects για μεγάλους Οργανισμούς. Η δίψα όμως για μάθηση και οι τεχνολογικές εξελίξεις με βρήκαν στο Παρίσι για ένα μεταπτυχιακό με υποτροφία στην παραγωγή και διαχείριση ψηφιακού περιεχομένου σε πλατφόρμες όπως τα κινητά τηλέφωνα, η ψηφιακή τηλεόραση και το internet. Η επιστροφή μου στην Ελλάδα το 2000 έφερε και τη δημιουργία της πρώτης μου εταιρείας αλλά και της γέννησης του πρώτου ψηφιακού παιδιού που το ονόμασα “Άσπρη λέξη”. Η άσπρη λέξη της ημέρας ήταν μια, δωρεάν μεν αλλά, συνδρομητική διαδικτυακή υπηρεσία καθώς θα έπρεπε ο χρήστης να κάνει εγγραφή για να μπορεί να λαμβάνει καθημερινά στο inbox του μία ελληνική λέξη με την ετυμολογία της».
Η «Άσπρη Λέξη» ήταν για τον Χάρη η αρχή μιας νέας διαδρομής στην παραγωγή περιεχομένου για το διαδίκτυο και η επιτυχία του εγχειρήματος -πρωτοποριακού για την εποχή του- ήταν μεγάλη.
Η ενασχόληση με τα πολυμέσα δίνει τη θέση της σε κάτι καινούριο, καθώς ο Χάρης δεν σταματά γενικά να εμπνέεται στιγμή, όπως έκανε και τη στιγμή που μας μιλούσε, έχοντας ως συνοδοιπόρο σε μία ακόμη δημιουργική του στιγμή την μπύρα ΑΜΣΤΕΛ.
«Τότε, ήταν η στιγμή για τη δεύτερη μεγάλη στροφή στην επαγγελματική μου ζωή καθώς η ιδέα για την έκδοση ενός λεξικού ελληνικής γαστρονομίας στριφογύριζε επίμονα στο μυαλό μου συνδυάζοντας τις δυο μεγάλες μου αγάπες, τη Γαστρονομία και τη Γλώσσα. Η ιδέα δεν άργησε να υλοποιηθεί και σε συνεργασία με την ερευνήτρια της διατροφής Μαριάννα Καβρουλάκη και την αισθητική επιμέλεια της Ελεονώρας Ξανθοπούλου, ολοκληρώσαμε την έκδοση του πρώτου αμιγώς λεξικού της ελληνικής γαστρονομίας με τίτλο “Η γλώσσα της γεύσης”, 2011, εκδόσεις Asprimera. Από το 2014 και έπειτα, εξειδικεύτηκα στην προώθηση, μέσω των άρθρων μου, ελληνικών προϊόντων μικρών παραγωγών, ταξιδεύοντας ανά την Ελλάδα, μελετώντας και παρουσιάζοντας την ελληνική παραγωγή. Ταυτόχρονα και σε συνεργασία με το Σχολείο Τουρισμού Καλαμάτας ξεκίνησα μια σειρά παρουσιάσεων με θέμα τη σημασία της ελληνικής γαστρονομίας στην ανάδειξη του τουριστικού προϊόντος. Αυτός ο κύκλος τη γεύσης έκλεισε συνειδητά το 2019 για να ανοίξει ένας νέος, ακόμη πιο συναρπαστικός που με οδηγεί ως σήμερα σε μαγικά γευστικά μονοπάτια σηματοδοτώντας την τρίτη μεγάλη στροφή στην καριέρα μου», διηγείται ο Χάρης Τζαννής.
Εν μέσω πανδημίας, βρήκε την έμπνευση να ξεκινήσει ένα τεράστιας σημασίας και δυναμικής -όπως αποδείχθηκε- νέο project: «Η δημιουργία του Delio Food Hub ήταν σχεδόν φυσική εξέλιξη δίνοντας μου τη δυνατότητα να προμηθεύω πλέον ξενοδοχεία, εστιατόρια, delicatessen και γενικότερα όλα τα καταστήματα εστίασης με προϊόντα μικρών Ελλήνων παραγωγών. Ταυτόχρονα ως συνεργάτης και εισηγητής του INSETE παραδίδω σεμινάρια Γαστρονομικού Marketing και τη σύνδεση της Γαστρονομίας με τον Τουρισμό». Ταυτόχρονα, οι δυσκολίες και τα εμπόδια, δεν τον σταμάτησαν ποτέ: «Σε κάθε νέα αρχή πάντα υπάρχουν δυσκολίες, για μένα όχι από το οικογενειακό περιβάλλον αλλά από τον χρόνο και τον τόπο της υλοποίησης της καθώς αυτή έγινε τη στιγμή της έναρξης της πανδημίας. Φανταστείτε πως η στροφή μου προς τη διανομή τροφίμων σε ξενοδοχεία και εστιατόρια, έγινε στις 13 Μαρτίου του 2020, τη μέρα που όλοι οι εν δυνάμει πελάτες μου βρέθηκαν εκτός λειτουργίας και η κοινωνία μας αναγκάστηκε σε έναν πρωτοφανή κατ’ οίκον περιορισμό».
Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το πώς προέκυψε αυτή η ιδέα της δημιουργίας του Delio Food Hub από τον Χάρη Τζαννή, καθώς ο ίδιος, παρατηρώντας τα πάντα γύρω του συνεχίζει να αντλεί έμπνευση για δημιουργία: «Κατά τη διάρκεια της θητείας μου στον ηλεκτρονικό τύπο βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα μεγάλο πρόβλημα στο οποίο δεν μπορούσα να βρω λύση. Κάθε φορά που παρουσίαζα ένα προϊόν μικρού παραγωγού, οι φίλοι chef και f&b με ρωτούσαν πού θα μπορούσαν να το βρουν. Χωρίς απάντηση σε αυτό το ερώτημα, συνειδητοποίησα πως το μεγαλύτερο πρόβλημα των ελληνικών προϊόντων ήταν η διανομή καθώς η προμήθεια ας πούμε ενός τοπικού τυριού από ένα νησί ήταν ένας Γολγοθάς για τον μάγειρα. Έτσι, αποφάσισα να παρατήσω την προβολή των προϊόντων και να ασχοληθώ με τη διανομή τους, συγκεντρώνοντας εγώ αυτά τα προϊόντα από ολόκληρη την Ελλάδα έτσι ώστε να τα καταστήσω πιο προσιτά σε όλους του μάγειρες. Πλέον νιώθω περισσότερο χρήσιμος από ποτέ δίνοντας λύση σε μια δύσκολη εξίσωση, βοηθώντας τελικά την ελληνική γαστρονομία στο σύνολο της».
Απολαμβάνοντας μία γουλιά από το ποτήρι με την ΑΜΣΤΕΛ του, ο Χάρης Τζαννής μας υπενθύμισε, βέβαια, σε αυτό το σημείο ότι για να καταφέρουμε να καταπιαστούμε με πράγματα που μας γεμίζουν ψυχικά, απαιτούνται και πολλά δύσκολα «όχι»: «Ποτέ στη ζωή μου ως σήμερα δεν έκανα κάτι που να μην με ικανοποιεί. Δεν θα μπορούσα να ζω αλλιώς. Νομίζω σήμερα η ικανοποίηση που παίρνω όταν ο κόπος ενός μικρού απομακρυσμένου παραγωγού φτάνει στο τραπέζι ενός μεγάλου ξενοδοχείου, είναι μια ικανοποίηση ανείπωτη, βαθιάς ηθικής και ψυχολογικής αξίας».
Αυτή η τελική ικανοποίηση τον κάνει να αρνείται κάθε «έκπτωση»: «Όσες φορές το έκανα, το μετάνιωσα γρήγορα, γιατί δεν αισθανόμουν εγώ καλά. Έτσι, κατέληξα να επιλέγω πάντα τη φυγή και την αλλαγή, όχι από αντίδραση, αλλά από ανάγκη για ελευθερία και δημιουργία. Οι λέξεις δημιουργία και συμβιβασμός δεν πάνε ποτέ μαζί και εγώ είχα ανάγκη να δημιουργώ για να ζήσω».
Πλέον, ο Χάρης έχει δημιουργήσει τη δική του φιλοσοφία ζωής: «Η ανάγκη για δημιουργία και η προσωπική επιλογή να είμαι “χρήσιμος” στην κοινωνία είναι οι δυνάμεις που οδηγούν τη ζωή μου. Ίσως ακούγεται ρομαντικό, ίσως και να είναι, όμως η ανάγκη για δημιουργία είναι αυτή που με κρατά σε πνευματική και ψυχική εγρήγορση. Τώρα πια που νιώθω πως η εξέλιξη της ελληνικής κουζίνας, οι γαστροταβέρνες και η στροφή της συζήτησης στην αυθεντική πρώτη ύλη είχε ως στήριγμα και τη δική μου προσπάθεια ως ένα μικρό λιθαράκι στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής γαστρονομίας, αυτό μου δίνει δύναμη για τη συνέχεια». Απόρροια αυτού είναι και το ότι δεν αποκλείει τίποτα για το μέλλον: «Σίγουρα ένα από τα πράγματα που έμαθα καλά στη ζωή μου είναι το “ποτέ μην λες ποτέ”. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία, την κοινωνία, την οικονομία είναι πια τόσο γρήγορες και επιδραστικές στη ζωή μας που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τη ζωή του σε 5 χρόνια. Η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης θα προκαλέσει σαρωτικές αλλαγές στο άμεσο μέλλον. Όταν λοιπόν θα μπορεί ο μάγειρας να τυπώσει στον τρισδιάστατο εκτυπωτή του ένα τυρί τότε εγώ δεν θα έχω αντικείμενο απασχόλησης εκτός και αν είμαι αυτός που θα εκπαιδεύω τον μάγειρα στο να επιλέγει τα σωστά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του τυριού που επιθυμεί. Επιστημονική φαντασία; Μπορεί, μπορεί και όχι».
Τελικά, τι κάνει σήμερα την ψυχή του Χάρη να ξεχειλίζει και να πηγαίνει ακόμα πιο ψηλά;
«Όταν βλέπω σε έναν κατάλογο εστιατορίου να αναγράφεται στο πιάτο η πρώτη ύλη, η προέλευσή της και το όνομα του παραγωγού τότε η ψυχή γεμίζει. Όταν βλέπω στα βλέμματα των τουριστών την ικανοποίηση της γεύσης που γεμίζει το στόμα τους Ελλάδα, τότε η ψυχή γεμίζει. Όταν ξέρω πως ο κόπος του μικρού παραγωγού βρήκε επιτέλους τον δρόμο προς το τραπέζι μας τότε νιώθω πραγματικά χρήσιμος και η ψυχή μου ξεχειλίζει από ικανοποίηση και δικαίωση».
Γι’ αυτό άλλωστε, δεν σταματά ποτέ να προσπαθεί, να δημιουργεί, να απολαμβάνει, να μοιράζεται. Διότι για τον ίδιο, «δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι τις αλλαγές ή να ξεπερνάς τα όρια, αρκεί να είσαι “χρήσιμος” στην κοινωνία, να δημιουργείς, να απολαμβάνεις τις στιγμές και να τις μοιράζεσαι».
Είσαι κι εσύ έτοιμος να βρεις τι είναι αυτό που θα κάνει την ψυχή σου να ξεχειλίσει;