Αδερφάκι μου, «Οποποποπο, θα τρε-λα-θώ» παίζει στο μυαλό μου όποτε έρχονται οι Απόκριες. Από τότε που ήμουνα μωρό παιδί και μπάνιζα κάτι φίλες της μάνας μου που έρχονταν στο σπίτι μασκαρεμένες πρέπει να μου έχει μείνει το κόλλημα. Καταλαβαίνεις τώρα, μιλφάρες της εποχής, με τις ζαρτιέρες φόρα-παρτίδα, ντυμένες χορεύτριες του καν-καν, να πίνουνε ουίσκια με ψηλά ποτήρια και να ξελιγώνονται στον χορό.
Εγώ κρυβόμουν πίσω από ένα παραπεταμένο σκρίνιο που είχαμε και κοίταζα αχόρταγα στη ζουλά ενώ κανονικά έπρεπε να ήμουνα στο κρεβάτι μου. Και κοίτα-κοίτα, κοίτα-κοίτα, δεν άντεξα, ο Χριστιανός τρελάθηκα!
Αυτό ήτανε το δικό μου σχολείο για τις Απόκριες. Εκεί έμαθα τι πάει να πει «μασκάρεμα», τι γούστα, τι τρέλα σου βγάζει. Μετά άρχισα στην εφηβεία να τα παίρνω όλα αμπάριζα, στην Πλάκα να παίζω ροπαλιές με την ελπίδα να βρω κάνα γκομενάκι, Μοσχάτο με μπύρες και χορούς κετελαπόνγκο, και μετά μεγαλώνοντας Πάτρα, Ξάνθη για αλλαγή και μετά Πάτρα, Πάτρα και ξαναμανά Πάτρα!
Αλλά αυτά τα ξέρεις και εσύ. Λογικά, γουστάρεις το Καρναβάλι γιατί πέφτουνε οι άμυνες και όλα είναι πιο εύκολα, πιο ντρόμπρα, πιο αγριεμένα τελικά. Σε αυτό που μπορεί να διαφέρεις από εμένα είναι στο ότι μπορεί να θέλεις να τη βγάλει τη στολή της όταν πάτε σπίτι.
Εγώ όμως όχι. ΟΧΙ! Για κανένα λόγο.
Γιατί δηλαδή να χάσω αυτή την εμπειρία; Μπορείς να μου πεις έναν λόγο; Ε; Έναν μόνον! Όχι αδερφέ εγώ τη θέλω τη γυναίκα με τη στολή της μαζί: νοσοκόμες, βραζιλιάνες χορεύτριες, πριγκίπισσες από τα παραμύθια, χορεύτριες του καν-καν, ντυμένες Ινδές, Αφρικάνες, Εσκιμώες, μέχρι και cosplay γουστάρω εγω!
Εσύ θες να τη βγάζει τη στολή της στο κρεβάτι ή όχι;