Το 2011 το The Raid έκανε την εμφάνιση του από το πουθενά στο διαδίκτυο, από τα online streaming services της εποχής. Και ήταν απόλυτα λογικό. Δεν έπαιξε σε κανένα σινεμά, δεν ήξερε κανείς την ύπαρξή της, ενώ το όνομα του σκηνοθέτη Gareth Evans κυκλοφορούσε δειλά-δειλά σε κάτι μικρούς κύκλους του Χόλιγουντ με την ανάμειξή του στις χορογραφίες της Angelina Jolie για το Tomb Raider.
Βλέπεις η Angelina για τις ανάγκες του ρόλο, μέσα σε όλα τα άλλα, έμαθε Silat, την παραδοσιακή πολεμική τέχνη που προέρχεται -όχι μόνο από τις Φιλιππίνες όπως πολλοί πιστεύουν λανθασμένα- αλλά και από το Μπαλί, την Ινδονησία, τη Νέα Γουϊνέα και άλλες περιοχές ανάμεσα στα 13.000 νησιά που βρίσκονται στο γεωγραφικό χώρο, με την κάθε περιοχή να έχει αναπτύξει το δικό της πολεμικό στυλ. Σε ένα από τα ταξίδια της, η Angelina Jolie βρέθηκε στην Ινδονησία με τον Gareth Evans, μόνο και μόνο επειδή την ενδιέφερε να μάθει περισσότερα για την τέχνη. Η ηθοποιός άλλωστε έχει δείξει και στο παρελθόν ενδιαφέρον για τις πολεμικές τέχνες, σε σημείο που έχει διδαχθεί Judo, Systema, Jeet Kune Do και Jiu Jitsu. Ο Gareth Evans κατέληξε να μείνει 4 χρόνια στη χώρα, να παντρευτεί εκεί και κατέληξε να γνωρίσει τον πρωταγωνιστή και martial artist του Silat, Iko Uwais.
Ο Evans αρχικά πρότεινε στον Uwais να πρωταγωνιστήσει σε μία άλλη ταινία, το Merantau που κυκλοφόρησε το 2009. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το σινεμά της εποχής που αρεσκόταν στις ταινίες με πολεμικές τέχνες, είχε αναβιώσει το παλιό ρεύμα των kung fu ταινιών που είχαν δημιουργήσει την δεκαετία του ‘80 άνθρωποι όπως ο Jackie Chan και ο Sammo Hung. Το Taken που κυκλοφόρησε το 2008 με τον Liam Neeson, ήταν μία τέτοια ταινία παρότι το kung fu δεν ήταν το βασικό πολεμικό στυλ. Ο Evans ωστόσο, υπήρξε στα νιάτα του μεγάλος φαν των ταινιών της Golden Harvest που έβγαλαν τις περισσότερες ταινίες του Bruce Lee αλλά και των αδερφών Shaw. Και σκέφτηκε κάτι απλό. Αν μία ταινία πρέπει να εστιάσει στην υπεροχή των πολεμικών τεχνών, δεν χρειάζεται πολύπλοκο σενάριο. Χρειάζεται όμως εξαιρετική χορογραφία.
Ο Iko Uwais χρησιμοποιεί το Penchak Silat αλλά μέσα στην ταινία εμφανίζονται και άλλα πολεμικά στυλ όπως Karate, Wing Chun και Tae Kwon Do. Ο Evans εξασφάλισε μόλις 1 εκατομμύριο δολάρια για την ταινία που, αρχικά, είχε την ιδέα να γυριστεί μέσα σε φυλακή – ήταν το αρχικό σενάριο που κατέληξε να συμβεί ως Raid 2. Τελικά, αρκέστηκε σε ένα κτίριο 30 ορόφων (που στην πραγματικότητα ήταν λιγότερων ορόφων), παρουσιάζοντάς το ως το άντρα ενός καρτέλ ναρκωτικών με την αστυνομία να προχωρά σε εκκαθάριση. Για καλή τύχη του Evans, η Sony Pictures πήρε τα δικαιώματα προβολής στην Αμερική και η ταινία εμπλουτίστηκε και με την κατάλληλη μουσική έχοντας μέσα καλλιτέχνες όπως ο Mike Shinoda των Linkin Park και ο Chino Moreno των Deftones. Το Raid προβλήθηκε, κατέπληξε όλο τον κόσμο παγκοσμίως, πήρε πράσινο φως για sequel και θεωρείται μέχρι σήμερα μία από τις πιο βίαιες χορογραφίες που έγιναν στο σινεμά.
Αυτό ακριβώς ήταν το ταβάνι που ήθελε να ξεπεράσει ο Evans, έχοντας στο μυαλό του τις παλιές ταινίες του κινηματογράφου του Χονγκ Κονγκ. Καλό το Matrix, αλλά δεν μπορούσες να δείξεις αίμα και αρκετή βία. Εκεί που οι Wachowskis «απέτυχαν» λόγω του αμερικανικού κοινού, για τις Φιλιππίνες δεν ήταν σε καμία περίπτωση πρόβλημα. Ο Uwais μελέτησε προσεχτικά την κάθε σκηνή. Ήθελε ένα συνδυασμό Silat με Gun Fu, αλλά όχι με τους διαλόγους να κόβουν την ροή. Οι πολεμικές τέχνες για να μπορέσουν να γίνουν αντιληπτές σε κάποιον που τις βλέπει, χρειάζονται ροή για να αποκτάει ο τηλεθεατής εξοικείωση. Ο Uwais με τον Evans κράτησαν την χορογραφία γρήγορη, καταστροφική και χρονοβόρα. Ο πρωταγωνιστής δεν έριχνε μία γροθιά και ξάπλωνε τον αντίπαλο στο έδαφος. Έπρεπε να τον βγάλει εκτός μάχης και παράλληλα να αντιμετωπίσεις τις ορδές των κακοποιών που συνέχιζαν να έρχονται αδιάκοπα. Αυτό είναι το Raid. Ανελέητο ξύλο, αίμα και πολεμικές τέχνες.
Ουσιαστικά, ο Gareth Evans έφερε ξανά στο προσκήνιο τις ταινίες με τις πολεμικές τέχνες που κυκλοφορούσαν σε βιντεοκασέτες την δεκαετία του ‘90. Κάποιες από αυτές ήταν επιεικώς απαράδεκτες, αλλά η αλήθεια είναι πως γαλούχησαν μία ολόκληρη γενιά νέων σκηνοθετών και ηθοποιών-martial artists, που σκέφτηκαν ταυτόχρονα πως μπορούν να πάνε αυτό που είδαν ως έφηβοι ένα βήμα παραπέρα.
Και η αλήθεια είναι πως το κατάφεραν.